Τα βασικά σημεία του προσχεδίου προϋπολογισμού για το 2024 που κατατέθηκε στις αρχές Οκτωβρίου στη Βουλή περιγράφουν και συνιστούν μια βαθύτερη επιλογή επιβάρυνσης της μεγάλης πλειοψηφίας με φόρους, περιστολής των δαπανών κοινωνικής μέριμνας, και ελάφρυνσης από επιβαρύνσεις για τον πόλο της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας.
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα. Παρακάτω θα δούμε ορισμένα βασικά μεγέθη και τις ανάλογες προβλέψεις που γίνονται στο προσχέδιο αυτό.
Συνολικά 62,9 δισ. ευρώ σε φόρους, 6,2 δισ. παραπάνω φόρους αύξηση κατά 8,1% σε σχέση με την φετινή χρονιά, που και πάλι η φορομπηχτική πολιτική είχε την τιμητική της σε υψηλές πτήσεις.

Έσοδα από ΦΠΑ προβλέπεται να αυξηθούν στα 24,3 δισ. ευρώ από 22,1 δισ. που προέβλεπε ο προηγούμενος (23 δισ. εκτέλεση), δηλαδή πάνω από 2,2 δισ. ευρώ αύξηση. Να σημειώσουμε εδώ πως ο Μητσοτάκης σε προχτεσινή του συνέντευξη απέκλεισε το ενδεχόμενο μείωσης του ΦΠΑ σε είδη πλατιάς κατανάλωσης (πχ. τρόφιμα, καύσιμα) ενώ στο παρελθόν οι υπουργοί του απέκλειαν αυτό το αίτημα για να μην ωφεληθούν οι πλούσιοι… Συνολικά οι φόροι επί των αγαθών και των υπηρεσιών θα εκτιναχθούν στα 35,1 δισ. ευρώ.

Γιγάντωση της άμεσης φορολογίας, δηλαδή του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, που σχεδιάζεται να φτάσουν στα 13 δισ. ευρώ, μια αύξηση κατά 1,7 δισ. σε σχέση με το 2023. Αυτό κατά τους συντάκτες του προσχεδίου θα οφείλεται στην ονομαστική – αύξηση των μισθών και συντάξεων, που με την σειρά της θα οδηγεί σε αυξημένη παρακράτηση φόρου που όπως γνωρίζουμε προκαταβάλλουν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι με αμφίβολο τον τυχόν συμψηφισμό του και μάλιστα με καθυστέρηση τουλάχιστον ενός 6μήνου όταν θα υποβληθούν οι δηλώσεις εισοδήματος για την κάθε χρονιά. Στο μεταξύ οι πολίτες έχουν ήδη χρεωθεί με το σύνολο των αυξήσεων από την συνεχώς διογκούμενη ακρίβεια.

Η φορολογία εισοδήματος των νομικών προσώπων προβλέπεται να ανέλθει στα 6,9 δισ. ευρώ, αυξημένη κατά περίπου 2 δισ. Ωστόσο δεν ξεκαθαρίζεται ποιο από τα στοιχεία αυτής της ανόδου αφορά αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες μικρών επιχειρήσεων – για όλους αυτούς προετοιμάζεται ένα πογκρόμ φορολογικών μέτρων – ενώ τα μεγάλα επιχειρηματικά σχήματα θα απολαμβάνουν ιδιαίτερη μεταχείριση μέσα από ένα πλέγμα διατάξεων, νόμων και παραθύρων για φοροαπαλλαγές και νόμιμη φοροαποφυγή.

Αντίστοιχα προβλέπονται στο προσχέδιο για τα μεγάλα επιχειρηματικά σχήματα που προαναφέραμε:
— 12,1 δισ. ευρώ μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (8,5 δισ. ευρώ) και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (3,6 δισ. ευρώ).
— Φοροαπαλλαγές νέες, που περιγράφονται ως «αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς με σημαντικά επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα», με την μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων από 0,5% σε 0,2% (ετήσιο κόστος στα δημοσιονομικά 22 εκατ. ευρώ), την μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 21 εκατ. ευρώ) και την κατάργηση του φόρου τόκων ομολόγων σε κρατικά ομόλογα (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 7 εκατ. ευρώ).
— Την -όπως διατείνονται- «ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης στον προϋπολογισμό (η οποία) αποτελεί κύρια συνιστώσα του νέου συστήματος δημοσιονομικής μεταρρύθμισης που υποστηρίζει την ολοκληρωμένη αξιολόγηση των πολιτικών και δράσεων της Δημόσιας Διοίκησης», διασφαλίζοντας τον σχεδιασμό της λεγόμενης πράσινης ανάπτυξης όπερ εστί μεθερμηνευόμενο «πράσινη μπίζνα» για τους οικονομικά ισχυρούς.

Από την άλλη, οι λαϊκές ανάγκες θα βρίσκονται συνειδητά στο περιθώριο με κάποιες «ασπιρίνες στον καρκίνο» του τύπου 50 ευρώ/μήνα αύξηση στους μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων, ενώ θα διατηρηθούν στο διηνεκές από ό,τι φαίνεται οι περικοπές της μνημονιακής περιόδου, όπως η κατάργηση των επιδομάτων και των δώρων εορτών που συνιστούσαν τον 13ο και 14ο μισθό.

Ακόμα η πολυδιαφημισμένη «στήριξη» ενόψει των γιορτών περιορίζεται στο ποσό των 100 έως 200 ευρώ στον καθένα, για τα φετινά Χριστούγεννα, με συνολικό κόστος για τον προϋπολογισμό μόλις στα 107 εκατ. ευρώ, ενώ για το 2024 δεν αναφέρεται ούτε ως πρόβλεψη.
Εάν δε έρθουμε στα πολυδιαφημισμένα pass των ψίχουλων και της κοροϊδίας, τσεκουρώνονται άγρια πχ. για το ενεργειακό κόστος όπου γίνεται απολογισμός για το 2023 στο προσχέδιο, ενώ δεν υπάρχει πρόβλεψη για την επόμενη χρονιά.