«Έξω από την ΕΕ», κεντρικό σύνθημα στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία

Το 2024 η ΕΕ, χωρίς τη συμμετοχή του βρετανικού ιμπεριαλισμού που επέλεξε την πιο στενή συμμαχία και σχέση με τις ΗΠΑ, με ισχυρές εσωτερικές αντιθέσεις και με φυγόκεντρες τάσεις να αναδύονται διαρκώς παρά τις τυπικές εισδοχές νέων μελών και με την οικονομία της πιο αποδυναμωμένη από ποτέ, έχει μπει σε τροχιά κρίσης και αμφισβήτησης. Από αυτή την άποψη έχει σημασία να τονιστεί η ιστορική δικαίωση της πλευράς που από την αρχή υποστήριζε ότι οικονομική ενοποίηση -με την έννοια της εξίσωσης- χωρών, για τις οποίες στον καπιταλισμό ισχύει η αρχή της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης, στην πραγματικότητα δεν μπορεί να υπάρξει.

Το κύριο όμως ζήτημα αφορά το βασικό περιεχόμενο, το ρόλο, την «ανάγκη» που υπηρέτησε και υπηρετεί η δημιουργία της ΕΕ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα προσχηματικά παραμύθια των ιδρυτικών κειμένων της ΕΕ και τα προπαγανδιστικά αφηγήματα των κυρίαρχων τάξεων, που έκαναν λόγο για την «εδραίωση της ειρήνης, της δημοκρατίας και της οικονομικής ευημερίας» στη Γηραιά Ήπειρο, έχουν εδώ και πολλές δεκαετίες μετατραπεί σε ανέκδοτο. Δεν υπάρχει επίσης καμία αμφιβολία ότι οι όροι «διακρατικός» ή «υπερεθνικός οργανισμός» που χρησιμοποιεί η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα για να παρουσιάσει την ΕΕ -όροι που χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν λαθεμένα και δυνάμεις που αναφέρονται στην αριστερά- δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να εξωραΐζουν και να διαστρεβλώνουν τον πραγματικό ρόλο της ΕΕ.

Η ΕΕ δεν είναι σε καμία περίπτωση ένας οργανισμός που ίπταται πάνω από τα τα κράτη και τα έθνη της Ευρώπης. Δεν αποτέλεσε ποτέ προϊόν κάποιας ισότιμης συμφωνίας, στην οποία εισήλθαν «αυτοβούλως» οι χώρες της. Η ΕΕ αποτελεί το βασικό εργαλείο εξυπηρέτησης συμφερόντων των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Ευρώπης και πρώτα και κύρια της Γερμανίας και της Γαλλίας. Αποτελεί σχεδιασμό και επιβολή των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της ηπείρου και πολύ μακριά από ανοησίες περί δημοκρατίας και ισοτιμίας ένταξης σε αυτήν μιας σειράς εξαρτημένων και αδύναμων χωρών. Τα συμφέροντα ακριβώς των ιμπεριαλιστικών αυτών δυνάμεων εξυπηρετεί πρώτα-πρώτα η ΕΕ, που η ίδια συγκλονίζεται κατά τα άλλα από αντιθέσεις και συγκρούσεις στο εσωτερικό της και από τον ανταγωνισμό για την ηγεμονία ανάμεσα σε αυτές τις δυνάμεις. Ωστόσο, επωφελούνται επίσης από την ΕΕ όχι μόνο οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που ηγεμονεύουν στην ΕΕ αλλά και οι κυρίαρχες τάξεις και όλων των άλλων καπιταλιστικών χωρών. Αν και οι κυρίαρχες τάξεις των χωρών αυτών βρίσκονται συχνά οι ίδιες σε θέση υποτελή απέναντι στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης, μπορούν ωστόσο στα πλαίσια της ΕΕ να οργανώνουν συστηματικότερα την εκμετάλλευση των εργαζομένων των δικών τους χωρών, να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους και κυρίως να εξασφαλίζουν έτσι την πολύπλευρη στήριξη και την εσωτερική ισχυροποίηση της αντιλαϊκής τους εξουσίας. Τέτοια σε γενικές γραμμές είναι και η περίπτωση της Ελλάδας. Για αυτό το λόγο η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ μόνο δεινά σήμανε για τον ελληνικό λαό. Για αυτό επιμένουμε να λέμε, ότι η ένταξη και παραμονή της Ελλάδας στην ΕΟΚ και την ΕΕ σήμανε την ακόμη πιο ασφυκτική εξάρτηση και υποδούλωση της χώρας. Για αυτό και δεκαετίες τώρα απορρίπτουμε τους όρους και τις πολιτικές των δυνάμεων που, αναμασώντας την ευρωπαϊκή και αστική προπαγάνδα, βλέπουν στην ένταξη στον «υπερεθνικό οργανισμό» της ΕΕ, την «ισχυροποίηση» της χώρας και την «ενίσχυση του ρόλου της» στις διεθνείς και περιφερειακές εξελίξεις.

Εξωραϊστικοί «αστικοί μύθοι»
και η σκληρή πραγματικότητα στην ΕΕ

«Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) είναι μια οικογένεια ευρωπαϊκών δημοκρατικών χωρών, οι οποίες έχουν δεσμευτεί να συνεργάζονται για την ειρήνη και την ευημερία. … Η ιδέα για την ένωση αυτή γεννήθηκε από την αποφασιστικότητα των Ευρωπαίων να αποτρέψουν την επανάληψη ενός παρόμοιου αιματηρού και καταστροφικού πολέμου…».

«Οι στόχοι της Ευρώπης για τον 21ο αιώνα είναι… να παράσχει ειρήνη, ευημερία και σταθερότητα στους λαούς της, να υπερβεί τις διχόνοιες στην ήπειρο, να διασφαλίσει την ασφαλή διαβίωση των πολιτών της, να προωθήσει την ισορροπημένη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης και να διατηρήσει την πολυμορφία των λαών της Ευρώπης, να υπερασπιστεί τις κοινές αξίες των Ευρωπαίων, όπως η αειφόρος ανάπτυξη και το υγιές περιβάλλον, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η κοινωνική οικονομία της αγοράς».
(Αποσπάσματα από την ιστοσελίδα της ΕΕ, που περιέχονται στη διδακτέα ύλη του βιβλίου Γεωγραφίας της Β΄ Γυμνασίου)

Τα παραπάνω, τα οποία εκτός των άλλων διδάσκονται στα σχολεία, με βάση τα όσα συμβαίνουν σήμερα ξεφεύγουν από τη σφαίρα μιας άθλιας (ακραία πολιτικής όσο και απατηλής, σχολικής) προπαγάνδας και φτάνουν στα όρια ενός κακόγουστου αστείου. Γιατί πολύ απλά, όλα αυτά που αναφέρονται στα διάφορα κείμενα της Κομισιόν και της ΕΕ, ακόμη και για τους πλέον καλόπιστους και αφελείς, τα έχει απαντήσει η ίδια η ζωή. Και έχει αναδείξει το τερατώδες μέγεθος αυτών των -κατά τα άλλα διδακτέων- ψεμάτων.

Γιατί η Ευρώπη, από τότε που γράφτηκαν και αναπαράγονται αυτά τα παραμύθια, έχει γίνει πεδίο πολεμικών συγκρούσεων με τις πιο επικίνδυνες πολεμικές συρράξεις, που ανοίγουν ακόμη και σενάρια για 3ο παγκόσμιο πόλεμο να είναι σε εξέλιξη σήμερα στα εδάφη της Ουκρανίας. Και κυρίως γιατί η ΕΕ και για τους πολέμους στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, τη δεκαετία του ’90 στα Βαλκάνια και τώρα στην Ουκρανία, όπως και για αυτούς στη Μέση Ανατολή ή την Αφρική, αποτελεί ένα σταθερό παράγοντα ανάφλεξης, υπόθαλψης, διεξαγωγής και εμπλοκής σε όλους αυτούς τους πολέμους. Η ΕΕ όχι απλά δεν έχει στόχο την ειρήνη αλλά, ως ένας βασικός πυλώνας του δυτικού ιμπεριαλισμού, εργάζεται σταθερά για τον πόλεμο. Η ανάμειξη της ΕΕ και των δυνάμεών της στα εσωτερικά της Ουκρανίας και στο πραξικόπημα του 2014 έτσι ακριβώς πρέπει να διαβαστεί. Όπως ακριβώς έγινε και στη Γιουγκοσλαβία, στη Λιβύη, στη Συρία, στο Μάλι, στην Παλαιστίνη και όπου γης. Η ΕΕ είναι ένας σταθερός και επικίνδυνος παράγοντας… πολέμου.

Σε ό,τι αφορά τη δημοκρατία, η επανεμφάνιση και η μεγάλη άνοδος φασιστικών και ακροδεξιών δυνάμεων στη μεγάλη πλειοψηφία των χωρών της Ευρώπης δεν μαρτυρά τίποτε άλλο από το γεγονός ότι η αιτία για αυτό βρίσκεται στην ίδια την πολιτική της. Μια πολιτική που, υιοθετώντας πλήρως τη θεωρία των δύο άκρων και της εξίσωσης των πιο φωτεινών ιδεών του κομμουνισμού με το μαύρο σκοτάδι του φασισμού, επιχειρεί το χτύπημα των πρώτων και τον εξωραϊσμό των δεύτερων. Μια πολιτική που έχει εξαπολύσει ένα πογκρόμ απαγορεύσεων και καρατόμησης θεμελιωδών ελευθεριών και δημοκρατικών δικαιωμάτων σε όλη την έκτασή της. Που, προάγοντας διαρκώς τη μισαλλοδοξία και τις δυνάμεις του ρατσισμού και του φασισμού, την ίδια ώρα που αφηγείται παραμύθια για ανοιχτά σύνορα, υψώνει τείχη παντού και, με απάνθρωπους αντιμεταναστευτικούς νόμους, μετατρέπει τη Μεσόγειο σε νεκροταφείο ψυχών. Σε νεκροταφείο των κατατρεγμένων που η ίδια η ιμπεριαλιστική και φιλοπόλεμη πολιτική της δημιουργεί.

Μα και σε ό,τι αφορά τον άλλο μεγάλο στόχο της, την ευημερία των λαών της, η εικόνα σήμερα είναι το λιγότερο αποκαρδιωτική. Η φτώχεια απλώνεται σαν φάντασμα γοργά πάνω από τους λαούς της, που βλέπουν ότι, κάτω από τις πολιτικές και τις οδηγίες της ΕΕ, απεμπολούνται διαρκώς δικαιώματα στην Εργασία, την Υγεία, την Παιδεία και την Πρόνοια, που βλέπουν τις ζωές τους να μοιάζουν όλο και περισσότερο όχι με εκείνες τις κάλπικες αφηγήσεις για το «σκανδιναβικό μοντέλο» της δεκαετίας του ’80, αλλά με αυτές των λαών του άλλοτε ονομαζόμενου 3ου κόσμου.

Κόντρα στα παραμύθια της «ισχυρής Ελλάδας», ολόπλευρη και ασφυκτική εξάρτηση

Η προπαγάνδα που χρησιμοποιήθηκε για να εξωραΐσει την ΕΕ και να «πείσει» τον ελληνικό λαό για την ανάγκη ένταξης της χώρας, αν και σε μεγάλο βαθμό έχει ξεχαστεί, αποτελεί ένα μνημείο ψεύδους και παραχάραξης κάθε αλήθειας, σε σχέση με τους σκοπούς που υπηρετούσε και το μέλλον που προδίκαζε αυτή η απόφαση.

Ειπώθηκαν όλα.

Ότι οι μισθοί θα εξισωθούν με αυτούς της Γερμανίας και ότι το ενιαίο «σκληρό» νόμισμα θα εξασφάλιζε θωράκιση της οικονομίας απέναντι σε φαινόμενα πληθωρισμού. Ότι το βιωτικό επίπεδο θα βελτιωθεί και ότι ούτε λίγο ούτε πολύ θα τρώμε με χρυσά κουτάλια. Αντί αυτών, σήμερα ο ελληνικός λαός, με τους κατώτερους μισθούς στην Ευρώπη και με έναν από τους πιο μεγάλους πληθωρισμούς, με την ακρίβεια να σαρώνει και τη φτώχεια να απλώνεται σε όλο και μεγαλύτερα κοινωνικά στρώματα, συνθλίβεται κάτω από τις πολιτικές της ΕΕ και τις διαστάσεις που αυτές προσλαμβάνουν στη βαθιά εξαρτημένη Ελλάδα.

Ότι το κοινωνικό κράτος και οι κοινωνικές παροχές θα γίνονταν συνώνυμα του παράδεισου που παρουσίαζαν για τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Αντί αυτών, ο ελληνικός λαός, όπως και οι λαοί σε ολόκληρη την ΕΕ, είναι αντιμέτωπος με την κατεδάφιση του ΕΣΥ και μια ολέθρια γενίκευση-εδραίωση της ιδιωτικοποίησης της υγείας. Κάτω από τις ίδιες ευρωπαϊκές πολιτικές και οδηγίες, προχωράει η ιδιωτικοποίηση της παιδείας και της κοινωνικής ασφάλισης.

Στην ίδια κατεύθυνση και ειδικά μετά την επιβολή των μνημονίων, που έσφιξαν ακόμη περισσότερο την θηλιά της εξάρτησης, προχώρησε η ιδιωτικοποίηση κάθε άλλου κοινωνικού αγαθού, οργανισμού και υποδομής κοινής ωφέλειας. Από τον ΟΤΕ, τη ΔΕΗ, βιομηχανίες, λατομεία και τα ναυπηγεία, μέχρι τα λιμάνια, τον ΟΣΕ, τους δρόμους και αεροδρόμια, ολόκληρος ο πλούτος του ελληνικού λαού, πολλές φορές κάτω από εκβιασμούς και απειλές, παραδόθηκε στα ιδιωτικά συμφέροντα, ευρωπαϊκά και εγχώρια. Με την απεμπόληση κάθε υποδομής πολιτικής προστασίας και την εξάλειψη κάθε θεσμικού πλαισίου για χάρη των «επενδυτών», ο λαός και ο τόπος είναι αντιμέτωπος με πρωτόγνωρα εγκλήματα και καταστροφές. Από το έγκλημα των Τεμπών, μέχρι τις καταστροφικές πυρκαγιές και τις πλημμύρες, παντού υπάρχει η ίδια καταστροφική πολιτική της ΕΕ απέναντι στον άνθρωπο και το περιβάλλον.

Ότι τα σύνορα της Ελλάδας θα γίνουν ευρωπαϊκά και θα θωρακιστούν απέναντι σε ξένες επιβουλές και ότι από την ένταξη στην ΕΕ θα περάσει και η επίλυση του κυπριακού που θα γίνει πρόβλημα της ισχυρής Ενωμένης Ευρώπης. Τέσσερις δεκαετίες μετά, τα σύνορα και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας (ακόμη και η συνθήκη της Λοζάνης) αμφισβητούνται περισσότερο από ποτέ, ενώ η Κύπρος με τη σφραγίδα της ΕΕ οδηγείται, κατά παράβαση κάθε διεθνούς δικαίου, στην οριστική διχοτόμηση.

Ξεχωριστή θέση στην αντιδραστική-αντιλαϊκή πολιτική της έντασης της εξάρτησης κατέχει η πολιτική στα ζητήματα ενέργειας. Η Ελλάδα, ακολουθώντας τις ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες, αναγκάστηκε να υπονομεύσει την ενεργειακή της αυτάρκεια και ανεξαρτησία, στο όνομα των πράσινων πολιτικών. Πρόκειται για πολιτικές που σε καμία περίπτωση δεν έχουν να κάνουν με το περιβάλλον και την προστασία του, παρά μόνο με τους διαγκωνισμούς των μεγάλων δυνάμεων και την κατοχύρωση σφαιρών επιρροής μέσω και της κρίσιμης ενεργειακής εξάρτησης. Τώρα, έχοντας χάσει την ενεργειακή αυτάρκεια, το ελληνικό κράτος εξαρτημένο πλήρως από το εισαγόμενο φυσικό αέριο και τις πανάκριβες ΑΠΕ και έχοντας παραδώσει τη ΔΕΗ στα αρπακτικά της ενέργειας, στέλνει τα πανάκριβα χρωματιστά τιμολόγια στον ελληνικό λαό, για να πληρώνει και αυτή τη επιλογή των κυβερνητικών λακέδων.

Μετά από τόσες δεκαετίες που η χώρα βαδίζει στον «ευρωπαϊκό δρόμο», ο ελληνικός λαός έχει απολέσει δικαιώματα και κατακτήσεις ενός ολόκληρου αιώνα και την ίδια στιγμή έχει μετατραπεί σύμφωνα πάντα με τους σχεδιασμούς των ισχυρών, σε «γκαρσόνι» της Ευρώπης. Η Ελλάδα κάτω από τις ευρωπαϊκές οδηγίες και την ΚΑΠ, έχει απολέσει τον άλλοτε ισχυρό πρωτογενή και δευτερογενή της τομέα και έχει μετατραπεί σε χώρα υπηρεσιών με ολέθριες συνέπειες.

Η διάλυση του παραγωγικού ιστού της χώρας, για χάρη πάντα των ξένων ισχυρών μονοπωλίων, εκτός από τις βαριές οικονομικές επιπτώσεις που είχε για το λαό, σήμανε και την ακόμα βαθύτερη και καταστροφική εξάρτηση της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι άλλοτε παραδοσιακά και εξαγώγιμα ελληνικά προϊόντα (αγροτικά, νήματα, υφάσματα, ρούχα, μεταλλουργία, τσιμέντα κλπ), τώρα εισάγονται και πωλούνται πανάκριβα ακόμη και σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης. Η Ελλάδα παρέχει θέσεις «εργασίας» σε κλάδους υπηρεσιών και κυρίως στο κάτεργο της «τουριστικής βιομηχανίας», στο οποίο οι συνθήκες εργασίας είναι πλέον ασύμφορες για τους κατοίκους της χώρας, με αποτέλεσμα οι μεγαλοξενοδόχοι να απαιτούν εργατικό δυναμικό από τρίτες χώρες.

Προίκα της ΕΕ, όπως και του ΝΑΤΟ, αποτελεί η μετατροπή της χώρας σε στρατιωτικό προτεκτοράτο της Δύσης και σε βασική αγορά και αποθήκη δυτικών οπλικών συστημάτων. Όλα αυτά τα οπλικά συστήματα που αγοράζει η Ελλάδα από τις δυτικές βιομηχανίες, δεν εξυπηρετούν βέβαια σε καμία περίπτωση τις αμυντικές ανάγκες της. Άλλωστε, σε αυτό το πεδίο προηγείται πάντα η πολιτική και είναι βέβαιο ότι η πολιτική τής εξάρτησης και της υποτέλειας δεν μπορεί να υπηρετήσει καμία εθνική ανεξαρτησία και να περιφρουρήσει κανένα κυριαρχικό δικαίωμα. Για αυτό και κάθε χρόνο η κατάσταση γίνεται χειρότερη και σε αυτόν τον τομέα. Όλα αυτά τα όπλα αγοράζονται και συντηρούνται για τις ανάγκες των νατοϊκών και στρατιωτικών σχεδιασμών της ΕΕ. Και για αυτούς τους λόγους χρησιμοποιούνται, όπως αποδεικνύεται με την πολιτική της εμπλοκής στον πόλεμο της Ουκρανίας και στο γενοκτονικό πόλεμο που έχει εξαπολύσει το Ισραήλ στην Παλαιστίνη. Η Ελλάδα στα πλαίσια πάντα της εξυπηρέτησης των ευρωπαϊκών και αμερικάνικων συμφερόντων, στη βάση των απαιτήσεων και των αναγκών της ΕΕ, αναδεικνύεται όλο και πιο συχνά σε πολεμικό βραχίονα της Δύσης, στέλνοντας όπλα στην Ουκρανία, αποστολές στις χώρες της Αφρικής και πολεμικά πλοία στην Ερυθρά για την περιφρούρηση της γενοκτονίας που διαπράττουν οι σιωνιστές. Για όλα αυτά, το πανάκριβο μάρμαρο πλήρωνε και πληρώνει ο ελληνικός λαός.

«Έξω από την ΕΕ». Βασικό σύνθημα
και στόχος στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία


Αν και θα μπορούσαν να γραφτούν πολλές σελίδες για τα όσα ακολούθησαν την είσοδο της χώρας στον «ευρωπαϊκό μονόδρομο», από τα παραπάνω προκύπτουν τα εξής βασικά και αδιαμφισβήτητα συμπεράσματα.

Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ υπήρξε πρώτα και κύρια απαίτηση των ιμπεριαλιστικών χωρών της Ευρώπης και αποτέλεσε και κεντρική επιλογή της εξαρτημένης και ξενόδουλης ντόπιας ολιγαρχίας και του πολιτικού της συστήματος.

Ενταγμένη εδώ και δεκαετίες στην οικονομική και πολιτική σφαίρα επιρροής του γαλλο-γερμανικού άξονα, έχει οδηγηθεί και οδηγείται σε όλο και πιο ασφυκτική και ολόπλευρη εξάρτηση από αυτόν. Ξεχωριστή και καθοριστική φάση σε αυτή την πορεία υπήρξε η επιβολή των μνημονίων, στην οποία χάθηκαν ακόμη και οι τυπικές διαδικασίες που διακρίνουν μια κρατική οντότητα, αφού οι μνημονιακοί νόμοι έφταναν από τις Βρυξέλλες με καταιγιστικό ρυθμό και ψηφίζονταν από το ελληνικό κοινοβούλιο πριν καν διαβαστούν. Ήταν οι χιλιάδες νόμοι που ξεπουλούσαν το λαό και τον τόπο στα ξένα συμφέροντα, που έσφιγγαν ακόμη περισσότερο τη θηλιά του ελέγχου και της επιτροπείας και που -ανεξάρτητα από την προπαγανδιστική φλυαρία περί «εξόδων από τα μνημόνια»- ρυθμίζουν ακόμα την πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας.

Για το λαό και τον τόπο η ενταξιακή πορεία και η παραμονή της χώρας στην ΕΕ σήμανε και σημαίνει δεινά και τραγωδίες. Συνδέεται άρρηκτα με την απώλεια θεμελιωδών εργασιακών και δημοκρατικών δικαιωμάτων. Σηματοδοτεί τη διάλυση του παραγωγικού ιστού της χώρας και την ολόπλευρη εξάρτησή της από τα ευρωπαϊκά -πρώτα και κύρια- μονοπώλια. Εμπλέκει όλο και πιο στενά τη χώρα στους εγκληματικούς φιλοπόλεμους σχεδιασμούς του δυτικού ιμπεριαλισμού με τεράστιο οικονομικό κόστος και ολέθριους κινδύνους για το λαό και τη νεολαία.

Μακριά από τα αστικά αφηγήματα για «ισχυροποίηση» της χώρας, η αλήθεια βρίσκεται στην ακόμη πιο ασφυκτική και ολόπλευρη εξάρτησή της. Για τις δυνάμεις του Μ-Λ ΚΚΕ, το σύνθημα «Έξω από την ΕΕ» και η πάλη για αυτό έχει ακριβώς αυτό το περιεχόμενο και δεν αποτελεί ένα κούφιο «αντιιμπεριαλιστικό» σύνθημα που απαιτεί τη διάλυση ενός «υπερεθνικού» οργανισμού. Αποτελεί κεντρικό σύνθημα της πάλης του λαού μας στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία. Το στόχο πάλης που αποτελεί προϋπόθεση και όρο για κάθε προοδευτική κοινωνική αλλαγή. Ως ένα τέτοιο σύνθημα, μαζί με την έξοδο από το ΝΑΤΟ, οι δυνάμεις του Μ-Λ ΚΚΕ συνεχίζουν να το προβάλλουν αδιαπραγμάτευτα και χωρίς παραλλαγές που διαστρεβλώνουν το νόημά του, ως βασικό στόχο της αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Της πάλης που για τον ελληνικό λαό αποκτά το πραγματικό της περιεχόμενο στη σύνδεσή της με τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία.