Η κυβέρνηση βιάζεται να υλοποιήσει τις εντολές της ΕΕ
και τις προεκλογικές υποσχέσεις στο ντόπιο και στο ξένο κεφάλαιο

Η κυβέρνηση, παρά τις ταραγμένες μέρες της επιδημίας που περνάει ο λαός μας, εκμεταλλευόμενη αδίστακτα τις συνθήκες εγκλεισμού και το γεγονός ότι δε μπορούν να οργανωθούν εύκολα μαζικές κινητοποιήσεις, προχωράει με ταχύ και συνοπτικό τρόπο στην ψήφιση νόμων που ανατρέπουν δικαιώματα των εργαζομένων, την ίδια στιγμή που -με τις λεγόμενες κακόφημες μεταρρυθμίσεις που υλοποιούν μνημονιακές ή άλλες Ευρωπαϊκές Οδηγίες- ιδιωτικοποιούν τα πάντα, δίνουν κι άλλα προνόμια στο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.
Η κυβέρνηση υλοποιεί προεκλογικές υποσχέσεις προς μεγάλο κεφάλαιο και την ΕΕ και εξαργυρώνει επιταγές στο ΣΕΒ για την αμέριστη υποστήριξή του.

Πρώτα ήρθε το νομοσχέδιο «σκούπα» που σαρώνει τα πάντα στο χώρο της Παιδείας. Αυτές τις μέρες ψηφίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες το περιβαλλοντοκτόνο νομοσχέδιο με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις», με τα μισά άρθρα του να μην έχουν καν δημοσιοποιηθεί ποτέ στη σύντομη φάση της διαβούλευσης. Είναι πιθανόν σύντομα να δούμε το επόμενο νομοσχέδιο να αφορά τις διαδηλώσεις και τον περιορισμό του δικαιώματος του «συνέρχεσθαι», σε επέκταση των περιοριστικών μέτρων λόγω κορονοϊού και με αφορμή συγκεντρώσεις σαν αυτές της Πρωτομαγιάς που έγιναν στο Σύνταγμα, όπως «δίκην λαγού» αναφέρεται σε σχετικά δημοσιεύματα.

Με τον παραπάνω νόμο -πλέον- ανατρέπονται οι όποιες ελάχιστες δεσμεύσεις υπήρχαν στην ήδη προβληματική περιβαλλοντική νομοθεσία και μπαίνουν στο στόχαστρο τα δάση και οι Προστατευόμενες Περιοχές, με «fast track» εγκρίσεις των έργων και διευκολύνσεις στους «επενδυτές».
Ήδη η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης ήταν προβληματική και λειτουργούσε ως «φύλλο συκής», δίνοντας την δυνατότητα για εγκληματικές επεμβάσεις στο περιβάλλον (Σκουριές, εξορύξεις υδρογονανθράκων, ΧΥΤΑ, τεράστια αιολικά πάρκα, αλλεπάλληλα φράγματα σε ευαίσθητα ποτάμια οικοσυστήματα και άλλες «επενδύσεις», «ων ουκ έστι αριθμός»).

Πρόχειρες ή «copy paste» μελέτες, που πολλές φορές -ενώ αναφέρονται σε συγκεκριμένο Νομό- έχει ξεχαστεί το όνομα του Νομού της προηγούμενης μελέτης, χωρίς Ανάλυση Κύκλου Ζωής κλπ. Προσχηματική διαβούλευση, χωρίς καμιά ουσιαστική εισήγηση και συζήτηση στις Επιτροπές Περιβάλλοντος της Περιφέρειας.
Οι απόψεις των φορέων και των πολιτών, όσες φορές κατατίθενται, πηγαίνουν από τα Υπουργεία «στον κάλαθο των αχρήστων». Με τους πολίτες και τους φορείς να αναγκάζονται (ή λόγω κόστους να αδυνατούν) να προσφεύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) και με το τελευταίο, ενταγμένο στο κυρίαρχο αφήγημα, να λέει «Ναι», όπου βλέπει ΑΠΕ.

Με τους Φορείς Διαχείρισης στον «αυτόματο πιλότο», με ελλιπή στελέχωση, έλλειψη πόρων, προβληματική μισθοδοσία των στελεχών τους, χωρίς ουσιαστικές ως προς την προστασία του περιβάλλοντος αρμοδιότητες (φύλακες χωρίς αρμοδιότητες, γνωμοδοτήσεις χωρίς αντίκρυσμα στις τελικές αποφάσεις των αρμοδίων υπηρεσιών), προβλήματα που δεν θεραπεύονται με την προτεινόμενη κατάργησή τους.
Ο νέος νόμος «απελευθερώνει» περαιτέρω την κατάσταση σε βάρος του περιβάλλοντος και πιο συγκεκριμένα:
Δίνει τη δυνατότητα επενδύσεων μέσα σε Προστατευόμενες Περιοχές και τις Περιοχές «Natura», με το χωρισμό τους σε ζώνες με ανάλογες χρήσεις και επιχειρηματικές δραστηριότητες, τον αποχαρακτηρισμό (υποβιβασμό κατηγορίας) των εθνικών δρυμών και τη μετονομασία τους σε εθνικά πάρκα.

Ανατίθεται όλη ή τμήμα της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης (μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, διατύπωση περιβαλλοντικών όρων κλπ) σε «πιστοποιημένους» ιδιώτες αξιολογητές(!!!), περιορίζοντας τη διαφάνεια και την αντικειμενική εποπτεία του Δημόσιου Τομέα, της Δημόσιας Υγείας και του Περιβάλλοντος, ενώ προβλέπεται και η συνεργασία και ανάθεση ευθύνης και σε ΜΚΟ. Η υποκατάσταση των μόνιμων υπαλλήλων από ιδιώτες και ΜΚΟ κάθε άλλο παρά εξασφαλίζει εγκυρότητα στη όλη διαδικασία.
Καταργεί την άδεια παραγωγής για τις ΑΠΕ και την αντικαθιστά με μια απλή «βεβαίωση παραγωγού»(!!!), με στόχο την αλόγιστη επέκταση των βιομηχανικών ΑΠΕ.

«Απλοποιεί» τη διαδικασία των περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων, με επιτάχυνση διαδικασιών έκδοσης Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), με την μείωση του χρόνου έκδοσής των από 45 μέρες σε 30 μέρες, με την ανανέωση επέκταση της ισχύος της περιβαλλοντικής άδειας από 10 σε 15 χρόνια χωρίς ουσιαστική αναθεώρηση των ΜΠΕ και με άλλες διατάξεις που μετατρέπουν σε προσχηματική την όλη διαδικασία.

Στο κεφάλαιο που αφορά τη διαχείριση αποβλήτων, διευκολύνει την υλοποίηση έργων διαχείρισης αποβλήτων με «φωτογραφικές» ρυθμίσεις για τη μεταφορά όλων των απορριμμάτων από τη Φυλή στο Γραμματικό.
Παρεμβαίνει σε ζητήματα που αφορούν και προχωρά σε νέα ρύθμιση για τις λεγόμενες «οικιστικές πυκνώσεις», διαιωνίζοντας το καθεστώς της αυθαίρετης δόμησης με καθαρά εισπρακτικά κριτήρια, ενώ επιταχύνει και την κατάρτιση των δασικών χαρτών σε βάρος της μιας ουσιαστικής μελέτης και αξιολόγησης.

Ιδιωτικοποιεί το δημόσιο εθνικό δίκτυο διανομής ενέργειας του ΑΔΜΗΕ.
Καταργεί την αυτοτέλεια των πολύπαθων Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΦΔΠΠ), με την περαιτέρω συγκεντροποίησή τους κατά περιοχές και τη συγχώνευση σε μία ακόμη υδροκέφαλη δομή στο ΥΠΕΝ, με ασαφή το εργασιακό καθεστώς και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Τα Παραρτήματα που θα παραμείνουν στις προστατευόμενες περιοχές θα είναι αποδυναμωμένα, δίχως αρμοδιότητες γνωμοδοτικές, ασχολούμενα αποκλειστικά με τη φύλαξη, ενημέρωση – ευαισθητοποίηση και διαβούλευση με την τοπική κοινωνία.
Ο αρμόδιος υπουργός Χατζηδάκης, «γκουρού» των ιδιωτικοποιήσεων (τελευταία σχέδιά του η εξόντωση της ΔΕΗ, της «ΛΑΡΚΟ»), δήλωσε στη Βουλή ότι το νομοσχέδιο «στηρίζεται στην Κοινοτική Νομοθεσία» – το λέει και ο τίτλος του – (για να μη ξεχάσουμε ότι τα γερμανικά – κυρίως – λιμνάζοντα κεφάλαια, ψάχνουν να βρουν διέξοδο από την κρίση που πλήττει άγρια την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, στις ΑΠΕ). Διευκρίνισε επίσης -για να γίνει σαφές ποιον έρχεται να εξυπηρετήσει το νομοσχέδιο- ότι «η Ελλάδα επείγεται να είναι έτοιμη για τη μετά κορονοϊό εποχή. Η οικονομία υφίσταται πλήγμα» και «να είμαστε έτοιμοι να προσελκύσουμε επενδύσεις».

Η συμβολική παρουσία του ίδιου του Μητσοτάκη στη Βουλή για την υπεράσπιση του νομοσχεδίου δείχνει το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων που έρχεται να υπηρετήσει.
Αυτά είναι τα συμφέροντα της ΕΕ και του ΣΕΒ, του οποίου οι εκπρόσωποι, με τις τοποθετήσεις τους «βγήκαν στα κεραμίδια», αποδεικνύοντας ότι το νομοσχέδιο ήρθε κατόπιν παραγγελίας των. Αφού στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, έδωσαν τα συγχαρητήριά τους στην κυβέρνηση, δήλωσαν ότι: «Η περιβαλλοντική αδειοδότηση στην Ελλάδα (…) παραμένει μια από τις διοικητικές διαδικασίες που αποτελεί σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα στην πραγματοποίηση επενδύσεων» και ζήτησαν «εξορύξεις» και άλλες «παραγωγικές δραστηριότητες» ακόμη και σε Ειδικά Προστατευόμενες Περιοχές Natura.

Οι «ψηλοί τόνοι», οι κορώνες και οι «έντονες» αντιδράσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που με άλλα νομοθετήματα και αποφάσεις έστρωσε το δρόμο σε αυτή την πολιτική, έμειναν στο ότι «Η κυβέρνηση με το εν λόγω νομοσχέδιο παραβλέπει συνταγματικές διατάξεις, ευρωπαϊκές οδηγίες και διεθνείς συμβάσεις».
Αντιθέτως η πλειοψηφία των φορέων (ΓΕΩΤΕΕ, ΕΜΔΥΔΑΣ κλπ, ακόμη και ο Συνήγορος του Πολίτη) εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους και την ανησυχία τους για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, ενώ, μέσω των μέτρων για τον κορονοϊό έγιναν και οι πρώτες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας.

Προκύπτει λοιπόν ξεκάθαρα ότι ο νόμος αυτός είναι το «πρελούδιο» της συστηματικής και επιταχυνόμενης ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης τομέων του περιβάλλοντος, εντάσσεται σε ένα συνολικό εγκληματικό σχέδιο της κυβέρνησης για κτύπημα και κατάργηση του λιγνίτη μέχρι το 2028, όπως έχει υποσχεθεί ο πρωθυπουργός, για διάλυση και εκποίηση της ΔΕΗ, για επέκταση των βιομηχανικών ΑΠΕ σε κάθε «άγρια, παρθένα, όμορφη και ελεύθερη» γωνιά της Ελλάδας (από τις κορυφές των Αγράφων μέχρι το τελευταίο ελληνικό νησί, μέσα σε αρχέγονα δάση και ρέματα, δίπλα σε λίμνες και αρχαιολογικούς χώρους, πάνω σε ποτάμια και γραφικές παραλίες).
Πέρα από την καταστροφή του περιβάλλοντος, σε συνδυασμό με τα σχεδιαζόμενα δίκτυα αγωγών μεταφοράς και προμήθειας φυσικού αερίου, συνιστά την ακόμη βαθύτερη ενεργειακή και πολιτική εξάρτηση της χώρας, ενώ εγκυμονεί και κινδύνους από τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για τον έλεγχο των πηγών, των αγωγών και των κάθε λογής πηγών ενέργειας.

Γι’ αυτό πρέπει με κάθε τρόπο να αντισταθούμε σε όλον αυτόν τον αντιλαϊκό σχεδιασμό, να μην επιτρέψουμε την παραπέρα καταστροφή του περιβάλλοντος και την υποβάθμιση της ζωής μας. Οι κινητοποιήσεις κατοίκων σε πολλές περιοχές της Ελλάδας δείχνουν ότι αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος.