Λίγες μόλις μέρες μετά την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μπλίνκεν στο Ριάντ και τις επαφές του με αξιωματούχους της Σαουδικής Αραβίας και άλλων αραβικών χωρών, η σαουδαραβική πρωτεύουσα φιλοξένησε τη 10η Αραβο-Κινεζική Οικονομική Συνδιάσκεψη, σε άλλη μια εξέλιξη ενδεικτική για τον εντεινόμενο ανταγωνισμό ΗΠΑ – Κίνας και άλλων δυνάμεων για την ενίσχυση της θέσης τους σε αυτήν την κρίσιμη περιοχή του πλανήτη.

Με «αέρα» από τις μεγάλες οικονομικές επενδύσεις στην περιοχή, αλλά και από διπλωματικές «επιτυχίες», όπως η πρόσφατη συμφωνία «εξομάλυνσης» των σχέσεων μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας που υπογράφηκε στο Πεκίνο, η Κίνα επιχειρεί να αναβαθμίσει τα «πατήματά» της στην περιοχή, εκμεταλλεύεται αντιθέσεις και δυνατότητες για ενίσχυση των σχέσεών της ακόμα και με παραδοσιακούς «συμμάχους» των ΗΠΑ, όπως η Σαουδική Αραβία.

Η Αραβο-Κινεζική Συνδιάσκεψη, που είχε ως θέμα «τη συνεργασία για την ευημερία», προκάλεσε το ενδιαφέρον περίπου 3.000 συνέδρων και 150 ομιλητών, μεταξύ άλλων από Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αίγυπτο, Ιορδανία, Κουβέιτ και Κίνα. Ολοκληρώθηκε δε με την υπογραφή 23 μνημονίων συναντίληψης και 30 επενδυτικών συμφωνιών αξίας άνω των 10 δισ. δολαρίων. Η μερίδα του λέοντος των επενδυτικών συμφωνιών αφορούσε μεγάλες εταιρείες από τη Σαουδική Αραβία και την Κίνα, ωστόσο η συνδιάσκεψη ανέδειξε παράλληλα το εντεινόμενο ενδιαφέρον χωρών της περιοχής για συνεργασία και επενδύσεις από την Κίνα.

Μεταξύ των μνημονίων συναντίληψης και των συμφωνιών συνεργασίας που υπογράφηκαν στην Αραβο-Κινεζική Συνδιάσκεψη στο Ριάντ ξεχωρίζουν: Η συμφωνία 5,6 δισ. δολαρίων ανάμεσα στο σαουδαραβικό υπουργείο Επενδύσεων και την κινεζική εταιρεία ηλεκτροκίνησης «Human Horizons», για κοινοπραξία με στόχο την ανάπτυξη, κατασκευή και πώληση ηλεκτρικών οχημάτων. Η συμφωνία ύψους 533 εκατ. δολαρίων ανάμεσα στη σαουδαραβική εταιρεία «AMR Aluwlaa» και την κινεζική «Zhonghuan International Group» για την ανέγερση εργοστασίου σιδήρου στη Σαουδική Αραβία. Η συμφωνία αξίας 500 εκατ. δολαρίων ανάμεσα στον σαουδαραβικό όμιλο «ASK Group» και την «China National Geological & Mining Corporation» για την εξόρυξη χαλκού στη Σαουδική Αραβία.

Όπως επισήμανε ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών, πρίγκιπας Φαϊσάλ Μπιν Φαρχάν, η Κίνα πλέον είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των αραβικών χωρών. Σε ένα τέτοιο φόντο, εξάλλου, η Σαουδική Αραβία έχει δηλώσει επίσημα ενδιαφέρον για ένταξη στο σχήμα BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική). Στη Συνδιάσκεψη συμμετείχε και η επικεφαλής της Νέας Αναπτυξιακής Τράπεζας των BRICS και πρώην Πρόεδρος της Βραζιλίας, Ντίλμα Ρούσεφ, η οποία σε ομιλία της, αφού επανέλαβε τα περί «οικοδόμησης ενός πολυπολικού κόσμου, όπου θα υπάρχει ισορροπία μεταξύ των διεθνών δυνάμεων» εκτίμησε ότι «η Κίνα και η Σαουδική Αραβία έχουν τις δυνατότητες να ξαναγράψουν τους κανόνες της παγκόσμιας ενεργειακής αγοράς».

Σε μία άλλη εξέλιξη, από τον ερχόμενο Ιούλη, η Σαουδική Αραβία θα μειώσει ξανά την παραγωγή της κατά 1 εκατ. βαρέλια τη μέρα, παρά τις εντεινόμενες πιέσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν για αύξηση της πετρελαϊκής παραγωγής από τις χώρες του Κόλπου, ώστε να πέσουν οι τιμές, τόσο για να επιδράσει αυτό θετικά στη μείωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ, όσο και για να μειωθούν τα ενεργειακά έσοδα της Ρωσίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η τελευταία απόφαση για νέα μείωση της παραγωγής πετρελαίου δεν πάρθηκε από τον ΟΠΕΚ+, αλλά μόνο από τη Σαουδική Αραβία.

Ένα άλλο σημαντικό πεδίο παζαριών με τις ΗΠΑ αφορά την πίεσή τους για την υπογραφή μιας νέας «συμφωνίας του Αβραάμ» ανάμεσα σε Σαουδική Αραβία και Ισραήλ, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κάποια πρόοδος. Η στασιμότητα σε αυτό το πεδίο μάλιστα καταγράφεται την ίδια ώρα που η Κίνα μεσολάβησε με επιτυχία στη συμφωνία «εξομάλυνσης» των σχέσεων μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν που υπογράφηκε φέτος τον Μάρτη στο Πεκίνο. Η εν λόγω συμφωνία ενισχύει τη θέση του Πεκίνου και θα έχει αναμφίβολα επιπτώσεις σε ανταγωνιστικούς σχεδιασμούς που προωθούσαν οι ΗΠΑ στην περιοχή, όπως το σχέδιο για τη δημιουργία του λεγόμενου «αραβικού ΝΑΤΟ».
Άλλο πεδίο «τριβής» είναι η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας και των άλλων αραβικών χωρών για την επάνοδο της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο, παρά τις αντίθετες «συστάσεις» των ΗΠΑ.

Την ίδια στιγμή, έντονη διπλωματική δραστηριότητα στην κατεύθυνση «εξομάλυνσης» των σχέσεων του Ιράν με τις χώρες της περιοχής του Περσικού Κόλπου αναπτύσσει η Τεχεράνη, μετά και τον καταλυτικό ρόλο της συμφωνίας με τη Σαουδική Αραβία τον περασμένο Μάρτη στο Πεκίνο. Ο Ιρανός ΥΠΕΞ, Χοσεΐν Αμιραμπντολαχιάν, επισκέφτηκε το Άμπου Ντάμπι, όπου συνάντησε τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, σεΐχη Μοχάμεντ Μπιν Ζαγιέντ, δίνοντάς του επίσημη πρόσκληση να επισκεφθεί την Τεχεράνη. Ο Ιρανός ΥΠΕΞ επισκέφθηκε διαδοχικά το Κατάρ, το Ομάν και το Κουβέιτ.