Στις κάλπες οδηγήθηκαν ξανά μετά από ένα χρόνο οι Ισραηλινοί, στις τέταρτες αλλεπάλληλες βουλευτικές εκλογές, για να εκλέξουν τη νέα 120μελή Βουλή (Κνέσετ), σε συνθήκες παρατεταμένης πολιτικής κρίσης και ενώ η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ «διαρρέει» σχέδια για «επανεκκίνηση» στην ισραηλινο-παλαιστινιακή διαπραγμάτευση.

Από τα 39 κόμματα που συμμετείχαν στις εκλογές, στη Βουλή θα εκπροσωπηθούν μόνο όσα πέρασαν το πλαφόν του 3,25%. Το δεξιό Λικούντ του πρωθυπουργού Μπ. Νετανιάχου αναδείχθηκε πρώτο με 24% και 30 έδρες έναντι 29% και 36 εδρών στις περυσινές εκλογές. Το αποτέλεσμα ικανοποιεί τον Νετανιάχου, αφού επιβιώνει πολιτικά εν μέσω της συνεχιζόμενης δίκης σε βάρος του για καταχρήσεις, σκάνδαλα κλπ. Μεταξύ άλλων, ο Νετανιάχου αξιοποιεί την επιτυχή εκστρατεία εμβολιασμού κατά του κορονοϊού και σε ένα βαθμό τις συμφωνίες για την εξομάλυνση σχέσεων με μοναρχίες του Κόλπου, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν, αλλά και με Σουδάν και Μαρόκο. Ταυτόχρονα, ο Νετανιάχου προσφάτως άρχισε μια πολιτική προσέγγιση και με τους ακροδεξιούς υπερορθόδοξους της «Θρησκευτικής Σιωνιστικής Συμμαχίας» του Μπεν Γκβιρ, που στο παρελθόν είχε επικροτήσει την απέλαση των Αράβων από το Ισραήλ.

Παρ’ όλα αυτά, ο Νετανιάχου δεν έχει δεδομένη τη συστράτευση δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων υπερορθόδοξων Εβραίων που χρειάζεται ώστε να μαζέψει τις τουλάχιστον 61 έδρες που απαιτούνται για βιώσιμο κυβερνητικό συνασπισμό. Ο πιθανός συνασπισμός δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων συγκεντρώνει 52 έδρες. Ακόμα κι αν προστεθεί σε αυτές το κόμμα «Γιαμίνα» του πρώην υπουργού Αμυνας, Ναφτάλι Μπένετ, οι έδρες γίνονται 59, άρα υπολείπονται τουλάχιστον δύο για τις 61 που απαιτεί ο σχηματισμός κυβέρνησης.
Σε πιθανό ρυθμιστή αναδεικνύεται το κόμμα Ράαμ, όπως αποκαλείται στα εβραϊκά η «Ενωμένη Αραβική Λίστα» του Μανσούρ Αμπάς, που αποχώρησε τον Γενάρη από τον συνασπισμό «Κοινό Ψηφοδέλτιο». Ο Αμπάς δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον Νετανιάχου, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι θα μπορούσε να αξιοποιήσει τη στήριξη με αντάλλαγμα τη βελτίωση των συνθηκών για την αραβική μειονότητα στο Ισραήλ. Ωστόσο, τυχόν συμμετοχή ή στήριξή του σε νέα κυβέρνηση Νετανιάχου μπορεί να προκαλέσει αντιδράσεις σε κόμματα υπερορθόδοξων Εβραίων, που αντιτίθενται σε μία τέτοια συνεργασία.

Εν τω μεταξύ, την «επανεκκίνηση» των σχέσεων των ΗΠΑ με την Παλαιστινιακή Αρχή, την εμβάθυνση της «ολοκλήρωσης του Ισραήλ στην ευρύτερη περιοχή» (πιθανώς εννοούν την επισημοποίηση σχέσεων με αραβικές χώρες ή και την αναγνώριση εβραϊκών εποικισμών) και την επανέναρξη ισραηλινο-παλαιστινιακής διαπραγμάτευσης, με στόχο την επίτευξη λύσης στη βάση των δύο κρατών, «των γραμμών συνόρων του 1967 με αμοιβαία συμφωνημένη ανταλλαγή εδαφών και συμφωνίες για την ασφάλεια και το προσφυγικό» «διαρρέει» πως σχεδιάζει η κυβέρνηση Μπάιντεν. Μεταξύ άλλων προβλέπει την ανάκληση ορισμένων βημάτων της προηγούμενης κυβέρνησης Τραμπ, ώστε να αποθαρρύνει περαιτέρω αύξηση των εβραϊκών εποικισμών στα κατεχόμενα εδάφη της Δυτικής Οχθης και χορήγηση έκτακτης βοήθειας 15 εκατ. δολαρίων προς την Παλαιστινιακή Αρχή για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Το ίδιο διάστημα, προχωρούν οι προετοιμασίες για τις παλαιστινιακές βουλευτικές εκλογές στις 22 Μάη σε Λωρίδα Γάζας και Δυτική Οχθη. Η Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας ανακοίνωσε δική της λίστα υποψηφίων, τερματίζοντας τις φήμες περί προεκλογικής συνεργασίας με την Ισλαμική Τζιχάντ. Τη δική του λίστα υποψηφίων ανακοίνωσε και ο Μοχάμεντ Νταγιάν («Λίστα του Μέλλοντος»), που θεωρείται από τους βασικούς πολιτικούς αντιπάλους του Παλαιστίνιου Προέδρου, Μαχμούτ Αμπάς. Ο Παλαιστίνιος πρώην επικεφαλής της «Φατάχ» στη Λωρίδα της Γάζας, που ζει εδώ και πολλά χρόνια στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μοχάμεντ Νταχλάν, ο οποίος προβάλλεται, κυρίως από τους Ισραηλινούς, ως ένας πιθανός διάδοχος του Παλαιστίνιου Προέδρου Αμπάς, υπονόησε πως ο Αμπάς δεν θα είναι ο μόνος υποψήφιος στις παλαιστινιακές προεδρικές εκλογές της 31ης Ιούλη. Ο ίδιος απέφυγε να διαψεύσει ή να επιβεβαιώσει τις φήμες για τη συμμετοχή του στις παλαιστινιακές βουλευτικές εκλογές της 22ης Μάη και στις προεδρικές της 31ης Ιούλη. Υπενθυμίζουμε πως και άλλες φορές στο παρελθόν έχουν εξαγγελθεί εκλογές στα Παλαιστινιακά εδάφη αλλά δεν έχουν γίνει.

Σε αυτό το κλίμα, τη βελτίωση των σχέσεων με το Ισραήλ, μεταξύ άλλων μέσω της αναβάθμισης των διπλωματικών αντιπροσωπειών τους, φαίνεται πως επιδιώκει η Τουρκία, στο πλαίσιο ευρύτερων κινήσεων που πραγματοποιεί εδώ και καιρό με στόχο την επαναπροσέγγιση με χώρες στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, για τη διαπραγμάτευση συμφωνιών που ενισχύουν τη θέση της. Πρόσφατες είναι εξάλλου οι δημόσιες δηλώσεις από την Άγκυρα για τους διαύλους επικοινωνίας και με την Αίγυπτο.