«Θετική και παραγωγική» χαρακτήρισε τη συνάντηση με τον Ερντογάν ο Αμερικανός πρόεδρος, Μπάιντεν, μετά την πρώτη κεκλεισμένων των θυρών επαφή τους, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ.
Κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε από τις Βρυξέλλες, ο Μπάιντεν ανέφερε πως το κύριο μέρος συζήτησής τους ήταν η αναζήτηση τρόπων για να προχωρήσουν στα επίμαχα ζητήματα και οι ομάδες τους θα εργαστούν τώρα πάνω στις λεπτομέρειες όσων συμφωνήθηκαν.
«Είμαι αισιόδοξος ότι θα κάνουμε πραγματική πρόοδο» στις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας, δήλωσε ο Μπάιντεν.

Παραμερίζοντας τους μέχρι πρόσφατα μύδρους (και με αφορμή την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων), που επιδίδονταν ενάντια στη διοίκηση Μπάιντεν και τους «προστάτες» του πραξικοπηματία Γκιουλέν και έχοντας εξασφαλίσει τις θετικές «συστάσεις» μιας σειράς ηγετών της ΕΕ, ανάμεσά τους και ο Μητσοτάκης, ο Ερντογάν πέτυχε προσωρινά ένα νέο συμβιβασμό. Χαρακτήρισε εξίσου «παραγωγική και ειλικρινή», καθώς και «θετική για το μέλλον», τη συνομιλία με τον Μπάιντεν, επισημαίνοντας ότι δεν υπάρχουν προβλήματα μεταξύ των δύο χωρών που δεν είναι δυνατόν να λυθούν.

Κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε από τις Βρυξέλλες, ο Ερντογάν ανέφερε ότι στις «εκτεταμένες συνομιλίες» του με τον Μπάιντεν κάλυψαν πολλά ζητήματα όπως τη συνεργασία τους σε περιφερειακά θέματα. Έκανε επίσης λόγο για μακρόχρονη φιλία του με τον Αμερικανό πρόεδρο, ενώ ενημέρωσε ότι ο Μπάιντεν δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να επισκεφθεί την Τουρκία.
Τέλος, ανέφερε ότι μετέφερε στον Αμερικανό πρόεδρο τις πάγιες τουρκικές θέσεις σχετικά με την αγορά του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400, καθώς και την τουρκική ενόχληση για τον αποκλεισμό από το πρόγραμμα των μαχητικών F-35. Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι το κύριο αγκάθι στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις αποτελεί η προμήθεια των S-400, που αποτελεί και τον ομφάλιο λώρο σύνδεσης της Άγκυρας με τη Μόσχα. Οι αναφορές σε δημοκρατικές ή θρησκευτικές ελευθερίες και προάσπιση της ασφάλειας και κυριαρχίας των κρατών μελών αποτελούν ανέξοδα αμερικανικά ανταλλάγματα, που προσφέρονται στην Τουρκία σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων των προβλέψιμων κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας.

Αυτό εξάλλου πιστοποιείται και στο κοινό τελικό ανακοινωθέν της Συνάντησης, στο οποίο δεν υπάρχει καμιά αναφορά για αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων και μισθοφόρων από τη Λιβύη ούτε για την απειλητική, για την ασφάλεια και τη στρατιωτική τεχνολογία των Νατοϊκών χωρών, εγκατάσταση των ρωσικών S-400 στην Τουρκία. Αντίθετα εκφράζεται η Νατοϊκή αλληλεγγύη προς την Τουρκία, έναντι των υποτιθεμένων πυραυλικών απειλών, που δέχεται από τη Συρία, αγνοώντας ότι η Τουρκία είναι δύναμη εισβολής και κατοχής Συριακού εδάφους.

Ακόμα για το κρίσιμο ζήτημα του Αφγανιστάν, ο Ερντογάν δήλωσε ότι μετέφερε «ξεκάθαρα» την άποψη της Άγκυρας και ότι η Τουρκία θα συνεχίσει να συνομιλεί με τους Ταλιμπάν, υπογραμμίζοντας ότι θεωρεί σημαντική προϋπόθεση τη στήριξη των ΗΠΑ, στον οικονομικό, επιμελητειακό και διπλωματικό τομέα, αν ζητηθεί από τις τουρκικές δυνάμεις να μην αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν.
Η Τουρκία έχει προτείνει να αναλάβει η ίδια -υπό τους παραπάνω όρους υποστήριξης- την προστασία του αεροδρομίου της Καμπούλ μετά την αποχώρηση των Νατοϊκών δυνάμεων από το Αφγανιστάν. Σύμφωνα με τον Στόλτενμπεργκ, το ΝΑΤΟ δεν κατέληξε σε απόφαση κατά τη Σύνοδο Κορυφής, σχετικά με το εάν η Τουρκία θα παραμείνει στο Αφγανιστάν αναλαμβάνοντας την ασφάλεια του διεθνούς αεροδρομίου «Χαμίντ Καρζάι», πρόσθεσε όμως ότι η Τουρκία θα διαδραματίσει έναν «ρόλο-κλειδί».

Στα «ψιλά» των ανακοινώσεων της Νατοϊκής Συνόδου υπήρξε η εκτίμηση για την πρωτιά της Ελλάδας στις στρατιωτικές δαπάνες αναλογικά με το ΑΕΠ του κάθε μέλους για το 2021, με ποσοστό 3,82%. Συγκεκριμένα από το 2014, εν μέσω αυστηρών μνημονιακών περιστολών, η Ελλάδα καταλάμβανε τη 2η θέση σε “αμυντικές” δαπάνες, πίσω μόνο από τις ΗΠΑ. Φέτος αναμένεται να τις ξεπεράσει, καθώς σύμφωνα τα στοιχεία της «συμμαχίας», οι ΗΠΑ θα …περιοριστούν στο 3,52% του ΑΕΠ τους. Ακολουθούν Κροατία (2,29%) και χαμηλότερα (αλλά πάνω από τη ΝΑΤΟική νόρμα που μπήκε το 2014, κάθε χρόνο να δαπανάται από τα κράτη – μέλη τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ τους) Βρετανία, Εσθονία, Λετονία, Πολωνία, Λιθουανία, Ρουμανία και Γαλλία. Η Τουρκία θα βρίσκεται στο 1,57% του ΑΕΠ της.

Η Ελλάδα αναμένεται να δαπανήσει φέτος περίπου 6,6 δισ. ευρώ, από περίπου 4,4 πέρυσι. Με αυτήν την αύξηση η χώρα θα εκπληρώσει το 2021, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, και το 2ο κριτήριο: Τουλάχιστον 20% των στρατιωτικών δαπανών να πηγαίνουν για «μείζονες εξοπλισμούς», που αποτελούν το 38,5% των στρατιωτικών της δαπανών, καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση σε αυτήν την κατηγορία δαπανών, μετά την Κροατία και το Λουξεμβούργο. Σε μια σύγκριση, το 2014 το αντίστοιχο ποσοστό για την Ελλάδα ήταν μόνο 8%. Η αύξηση αντικατοπτρίζει τις αποφάσεις που πάρθηκαν για αγορά μαχητικών και φρεγατών, όπως και άλλων εξοπλιστικών προγραμμάτων.