Μετά τον εφοδιασμό με τανκς, οι Αμερικανοβρετανοί ανοίγουν τη συζήτηση για αποστολή μαχητικών αεροσκαφών στην Ουκρανία

Κάτω από την ασφυκτική πίεση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, για την κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία και για να εμφανισθεί μία πλειάδα υποστηρικτών της συνεχιζόμενης αμερικανοΝΑΤΟ­ϊκής ενίσχυσης του Κίεβου με βαριά οπλικά συστήματα, πραγματοποιήθηκε στις 6-7/02 Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ με τη συμμετοχή και του «επισκέπτη» Β. Ζελένσκι. Ο Ουκρανός λακές της Δύσης, μετά την επίσκεψή του σε Βρετανία και Γαλλία, ζήτησε από την ΕΕ αφενός συνέχιση της εξοπλιστικής βοήθειας με σύγχρονα βαριά οπλικά συστήματα και αφετέρου άμεση έναρξη των μηχανισμών ένταξης της χώρας του στην ΕΕ. Γι’ αυτό το δεύτερο η ΕΕ επιφυλάχθηκε, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι μία ένταξη του Κίεβου -όπως επιθυμούν οι ΗΠΑ- σημαίνει αυτομάτως πως η Ουκρανία θα γίνει και επίσημα χώρα προς ένταξη στο ΝΑΤΟ. Κατά συνέπεια, στη σύρραξη εμπλέκονται εμφανώς πλέον οι ΗΠΑ, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ με τη Ρωσία και άρα αποκτά παγκόσμιο χαρακτήρα. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να βρίσκει σύμφωνους τους Ευρωπαίους, οι οποίοι μάλλον θα προτιμούσαν ένα συμβιβασμό.

Ωστόσο, οι αποφάσεις που υιοθετήθηκαν από τη Σύνοδο Κορυφής, πέρα από την καταδίκη για τον «κτηνώδη επιθετικό πόλεμο» της Ρωσίας και τα τεράστια δεινά για την Ουκρανία και το λαό της, επικεντρώνονται στο δήθεν ενδιαφέρον των Ευρωπαίων για τον άμεσο τερματισμό του πολέμου, ενώ η λέξη «ειρήνη» επαναλαμβάνεται συνεχώς. Η ΕΕ δηλώνει πως θα σταθεί στο πλευρό της Ουκρανίας για όσο χρονικό διάστημα χρειαστεί και, βέβαια, όσο οι ΗΠΑ τους δίνουν κίνητρα και υποσχέσεις για τη λειτουργία των ευρωπαϊκών εξοπλιστικών βιομηχανιών.

Ενδιαφέρον έχει και το τμήμα των αποφάσεων που υπεραμύνεται της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και το «εγγενές δικαίωμά της» στην αυτοάμυνα έναντι της ρωσικής επίθεσης. Σημειώνουμε πως, αν δεν υπήρχε η πρωτοφανής προσφορά εξοπλιστικών συστημάτων και όπλων προηγμένης τεχνολογίας από τη Δύση, η εισβολή του ρωσικού ιμπεριαλισμού και η προσάρτηση της Ανατολικής Ουκρανίας θα είχε λήξει από την πρώτη κιόλας εβδομάδα.

Η ΕΕ θα επιδιώξει να αυξήσει περαιτέρω τις προσπάθειες να επιτευχθεί συμβιβασμός, σε συνεννόηση με τους διεθνείς εταίρους και τη συλλογική πίεση προς τη Ρωσία να τερματίσει τον επιθετικό της πόλεμο και να αποσύρει τα στρατεύματα και το στρατιωτικό της εξοπλισμό από την Ουκρανία. Επιπλέον θα ενισχύσει τα μέτρα και τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ώστε να σταματήσει τον πόλεμο.

Γίνεται επιπλέον αναφορά σε εγκλήματα πολέμου, έρευνες του Εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, δίωξη των εγκληματιών και παραπομπή τους στο Δικαστήριο της Χάγης.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκφράζει την υποστήριξή του στη ειρηνευτική φόρμουλα του Ζελένσκι και επιβεβαιώνει τη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνεργαστεί ενεργά με την Ουκρανία για το ειρηνευτικό σχέδιο των 10 σημείων, το οποίο έχει ήδη απορρίψει η Μόσχα.

Η ΕΕ χαιρετίζει τις «μεταρρυθμιστικές προσπάθειες» της Ουκρανίας και την ενθαρρύνει να συνεχίσει την πορεία αυτή και να εκπληρώσει τους όρους της Κομισιόν σχετικά με την αίτηση προσχώρησής της, προκειμένου να προχωρήσει προς τη μελλοντική ένταξη στην ΕΕ. Η ενταξιακή πορεία αφήνεται στο διηνεκές…

Τέλος, η ΕΕ θα συνεχίσει να παρέχει ισχυρή πολιτική, οικονομική, στρατιωτική, χρηματοδοτική και ανθρωπιστική στήριξη στην Ουκρανία και το λαό της, για όσο χρονικό διάστημα χρειαστεί. Η συνολική βοήθεια προς την Ουκρανία και το λαό της από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της ανέρχεται μέχρι στιγμής σε τουλάχιστον 67 δισ.€.

Εκτοξεύοντας μια ειρηνόφιλη δημαγωγία στις προηγούμενες αναφορές, όλο το ενδιαφέρον βρίσκεται προφανώς στην τελευταία παράγραφο, όπου παρά την προτροπή των κρατών-μελών να παράσχουν ουσιώδεις παροχές για την ταχεία παράδοση στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία το συντομότερο δυνατόν (συμπεριλαμβανομένου πυροβολικού μεγάλου βεληνεκούς και πυρομαχικών προς αυτήν, συστημάτων αεράμυνας, αρμάτων μάχης και μαχητικών αεροσκαφών), χαιρετίζει τις εργασίες της Κομισιόν και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων σχετικά με σχέδια για την ταχεία επέκταση της χρήσης των «διαύλων αλληλεγγύης» για την ενίσχυση των εμπορικών επιλογών σε όλους τους τομείς και των εξαγωγικών ευκαιριών από την Ουκρανία. Τράπεζες, επενδυτικά funds, κατασκευαστικές εταιρείες κλπ παραμονεύουν σαν τους λύκους προσμένοντας το τέλος του πολέμου για να ριχτούν στην τεράστια λεία της ανοικοδόμησης.

Στο μεταξύ, η Βρετανία έχει αναλάβει την εκπαίδευση ουκρανών πιλότων σε μαχητικά αεροσκάφη ΝΑΤΟϊκού τύπου και επίσης ένα νέο πρόγραμμα για την εκπαίδευση 10-20.000 πεζοναυτών. Επιπλέον, η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε πως θα προμηθεύσει την Ουκρανία με πυραύλους ακόμα μεγαλύτερου βεληνεκούς από τους αμερικανικούς, για χτυπήματα στα μετόπισθεν των ρωσικών δυνάμεων.

Δυσφορία από τις αποφάσεις των Βρετανών εξέφρασε ο Γερμανός καγκελάριος Σολτζ αναφερόμενος στο «δημόσιο ανταγωνισμό» μεταξύ κρατών του ΝΑΤΟ, μιλώντας την Τρίτη (7/02) στο γερμανικό κοινοβούλιο, όπου υπογράμμισε πως η συνοχή βλάπτεται από αυτόν τον δημόσιο «ανταγωνισμό», ξεκαθαρίζοντας ότι η Ουκρανία ανήκει σε όλη την ΕΕ.

Επικροτώντας την πολιτική των ΗΠΑ, ο Μπάιντεν στην καθιερωμένη ετήσια ομιλία του στο Κογκρέσο για την «Κατάσταση της Ένωσης», ανέφερε:

«Ηγηθήκαμε. Ενώσαμε το ΝΑΤΟ και δημιουργήσαμε έναν παγκόσμιο συνασπισμό απέναντι στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η Αμερική είναι ενωμένη στην υποστήριξή μας στην Ουκρανία για όσο χρειαστεί…». Οι αμερικάνικοι κομπασμοί είναι άνευ προηγουμένου. Ουσιαστικά, επιβεβαιώνει το δόγμα τού: «Η Αμερική επέστρεψε», έχοντας σύρει την ΕΕ σε μία πολεμική σύγκρουση διαρκείας, με αντάλλαγμα την παροχή υγροποιημένου φυσικού αερίου, τορπιλίζοντας και α­νατρέποντας τις γερμανορωσικές συμφωνίες για φτηνά ορυκτά καύσιμα, καταστρέφοντας τους υποθαλάσσιους αγωγούς, δίνοντας ισχυρά κίνητρα στις ευρωπαϊκές εξοπλιστικές βιομηχανίες, υποσχόμενη συμμετοχή ευρωπαϊκών εταιρειών στο πρόγραμμα ΙRΑ των επιδοτούμενων με 430 δισ. δολάρια κ.ά.

Στη χώρα μας η ντόπια ολιγαρχία και η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχουν χαράξει το δρόμο τους μέσα στην ΕΕ συμφωνώντας σε όλα με τις απόψεις της Κομισιόν και αγνοώντας επιδεικτικά τις βασικές ανάγκες της λαϊκής επιβίωσης. Τον μονόδρομό της αυτό, το εργατολαϊκό κίνημα δεν έχει καμία υποχρέωση να στηρίξει.

Δεν το αφορά, δεν ανταποκρίνεται στη δική του προοπτική. Αντίθετα έχει κάθε λόγο να τον ανατρέψει και να προβάλει τη δική του προοπτική σαν τη μοναδική λύση για τα ζωτικά προβλήματα που το απασχολούν. Και όσο πιο γρήγορα το αντιληφθεί, τόσο σε λιγότερες παραπέρα θυσίες θα υποχρεωθεί να υποβληθεί. Για το λαϊκό, αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα προέχει το ξεσκέπασμα της αντιδραστικής προπαγάνδας γύρω από τα δήθεν «οφέλη» που προέκυψαν από τον πόλεμο της Ουκρανίας και το ενεργειακό και την «εισαγόμενη ακρίβεια», τα οποία αποτέλεσαν και αποτελούν μοχλούς ιδεολογικοπολιτικής χειραγώγησης, ενσωμάτωσης και εξαπάτησης των μαζών. Απέναντι σ’ αυτή τη χυδαία προπαγάνδα που γίνεται τάχα προς όφελος των ευρωπαϊκών λαών και του λαού μας θα πρέπει να αντιτάξουμε την πιο πλατιά κινητοποίηση των εργατολαϊκών δυνάμεων.

Και δεν χωρεί καμία αμφιβολία πως ο ελληνικός λαός δεν επιθυμεί τη μετατροπή της χώρας του σε εξάρτημα και υποχείριο των αμερικανονατοϊκών και του Κοινοτικού Διευθυντηρίου. Τα συμφέροντά του είναι ριζικά αντίθετα από την κατεύθυνση της νέας αυτής «στρατηγικής». Κι ακόμα παραπέρα, δεν έχει καμία θέση μέσα στο αντιδραστικό οικοδόμημα της ΕΕ, όπου τον σπρώχνουν βίαια σε έναν πόλεμο αφαιρώντας του τα εθνικά κυριαρχικά του δικαιώματα, του χαλκεύονται πιο βαριά καπιταλιστικά δεσμά στην οικονομική ζωή, του επιβάλλεται εκτεταμένη αστυνόμευση και καταστολή, του ελέγχεται κάθε δυνατότητα οικοδόμησης σχέσεων με άλλα κράτη και λαούς, του καθορίζεται με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις η πορεία της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, του επιτάσσεται να σέρνεται στο άρμα των ιμπεριαλιστικών αποστολών, εκστρατειών και πολέμων.