… Συνέχεια του Κραν Μοντανά, στο Βερολίνο στις 25 Νοέμβρη

Σε ρευστό και επικίνδυνο περιβάλλον προετοιμάζεται η τριμερής συνάντηση Αναστασιάδη – Ακιντζί με τη συμμετοχή και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Γκουτιέρες, για το Κυπριακό στο Βερολίνο στις 25 Νοέμβρη. Τυπικά στη συνάντηση θα διαπιστωθούν οι λεγόμενοι όροι αναφοράς, δηλαδή το πλαίσιο για τη συνέχιση των ναυαγισμένων διαπραγματεύσεων στην Ελβετία, το καλοκαίρι του 2017. Εφόσον αυτή ευοδωθεί θα ακολουθήσει πενταμερής Διάσκεψη αντίστοιχη με εκείνη του Κραν Μοντανά, με τη συμμετοχή και των τριών «εγγυητριών» δυνάμεων (Αγγλίας, Ελλάδας, Τουρκίας).

Η διαπραγματευτική διαδικασία εξελίσσεται στην εύφλεκτη περιοχή της ματωμένης Μ. Ανατολής και της όψιμα πολύφερνης Ανατολικής Μεσογείου, όπου οξύνεται ο ανταγωνισμός όλων των πλανητικών και περιφερειακών δυνάμεων. Σ’ αυτά τα πλαίσια αναθερμαίνεται εσπευσμένα το Κυπριακό, με Αθήνα και Λευκωσία να σέρνονται τώρα στο διαπραγματευτικό τραπέζι, χωρίς καν να θέτουν σαν προϋπόθεση τη διακοπή των τουρκικών γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ. Τα πικρά παραδείγματα της αθέτησης των “υποσχέσεων” τόσο με τη Συμφωνία των Πρεσπών, από ΕΕ προς τα Σκόπια, όσο και με την καλλιέργεια από τις ΗΠΑ ψεύτικων ελπίδων για την εθνική υπόσταση των Κούρδων της Συρίας, προσγειώνουν την ντόπια ολιγαρχία να αναγνωρίζει καθυστερημένα ότι “είμαστε μόνοι μας”.

Προφανώς οι ξένοι επικυρίαρχοι ελάχιστα κόπτονται για τα κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδας και Κύπρου. Γι’ αυτά, στην καλύτερη περίπτωση, περιορίζονται σε ανέξοδη αποδοκιμασία των τουρκικών παραβιάσεων. Ωστόσο οι υποτελείς επιμένουν να προσφέρουν γη και νερό στους πάτρωνές τους μετατρέποντας τη χώρα σε πολεμικό ορμητήριο με στόχο τους «κακόβουλους» Ρώσους ανταγωνιστές τους και ταυτόχρονα σαν παρότρυνση για την «αγκύρωση» της Τουρκίας στη Δύση.

Ταυτόχρονα και η στήριξη Αθήνας και Λευκωσίας σε κολοσσιαίες εταιρείες ισχυρών χωρών, που σπεύδουν να κατοχυρώσουν τη ναυτική παρουσία τους στην Κύπρο, παρουσιάζει σοβαρά ρήγματα καθώς η Άγκυρα καταφέρνει να εμποδίσει με την απειλητική παρουσία της κάθε αδειοδοτημένη γεωτρητική δραστηριότητα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ιταλική ΕΝΙ, η οποία υπέκυψε αποδεχόμενη τις τουρκικές απειλές, διαφυλάσσοντας παράλληλα και τις μεγάλες ιταλικές επενδύσεις στην Τουρκία.

Οι απαντοχές και ελπίδες των ελληνικών και κυπριακών κυβερνήσεων για τη «συμμαχική ασπίδα» του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ-ΕΕ, των αμερικανόπνευστων τριμερών δήθεν στρατηγικών συνεργασιών με τα αντιδραστικά καθεστώτα του Ισραήλ και της Αιγύπτου και οι επικλήσεις του Διεθνούς Δικαίου βουλιάζουν στα νερά της νεοοθωμανικής «Γαλάζιας Πατρίδας», που επιδιώκει η τουρκική μεγαλοαστική τάξη, στην προοπτική της συνολικής αναθεώρησης της συνθήκης της Λοζάνης. Η πολιτική των κανονιοφόρων συνοδεύεται από την απειλή ανοίγματος της κάνουλας των προσφυγικών ροών. Ο Ερντογάν απειλεί ότι θα ανοίξει τις πύλες στους μετανάστες προς την Ευρώπη προειδοποιώντας ότι βρίσκεται κιόλας στο “λάβετε θέσεις”!

Οι μέχρι τώρα εξελίξεις επιτρέπουν στην Άγκυρα να κομπάζει ότι στέλνοντας στην περιοχή τα γεωτρύπανα και τις φρεγάτες της, άλλαξε ριζικά τις ισορροπίες στην ανατολική Μεσόγειο. Γεγονός που της επιτρέπει να απαιτεί από τις χώρες της περιοχής μια αντίληψη διαμοιρασμού, δηλαδή τη συνδιαχείριση των ενεργειακών κοιτασμάτων με βάση τη στρατιωτικοπολιτική ισχύ.

Έτσι ανατρέποντας προς όφελός της τους συσχετισμούς στο ενεργειακό, κατοχυρώνει τα τουρκικά συμφέροντα στη Μεσόγειο, αξιώνοντας ταυτόχρονα το μισό Αιγαίο μέχρι τις ανατολικές ακτές της Κρήτης, την ώρα που μεθοδεύει και την οριοθέτηση της Τουρκολιβυκής ΑΟΖ.

Για ποια διαπραγμάτευση γίνεται λόγος, όταν το κύριο ζήτημα του Κυπριακού, που είναι η τουρκική κατοχή του 37% του νησιού έχει εξαφανιστεί; Στην ημερήσια διάταξη εμφανίζεται τώρα η απειλή της επέκτασης της κατοχής και προς την Αμμόχωστο, ενώ το κεντρικό ζήτημα είναι ο άμεσος βίαιος διαμοιρασμός – διχοτόμηση και της θαλάσσιας κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης.

Όσο για τις βαρύγδουπες διακηρύξεις αποφασιστικότητας του Αναστασιάδη, «να προχωρήσουμε απρόσκοπτα με τους ενεργειακούς σχεδιασμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας» χωρίς εγγυητές και κηδεμόνες, αυτές μένουν μετέωρες, αφού δεν έχουν άλλα στηρίγματα παρά μονάχα τις επιλογές των ιμπεριαλιστών. Αντίστοιχα οι συμβουλές Μητσοτάκη προς την Τουρκία «να μην φορτίζει την περιοχή της Αν. Μεσογείου, να ακολουθήσει τον δρόμο του διεθνούς δικαίου και της καλής γειτονίας», μόνο μειδιάματα προκαλούν στην πλευρά του casus belli.

Από την πλευρά της η Άγκυρα επιμένει στην πολιτική ισότητα των δύο συνιστώντων κρατών και στην εκ περιτροπής προεδρία, που αποτελούν την ταφόπλακα του ενιαίου κυπριακού κράτους, ενώ στους απαράβατους «όρους αναφοράς» της περιλαμβάνονται η επ’ αόριστον ισχύς του καθεστώτος των εγγυητριών δυνάμεων και της παραμονής των κατοχικών στρατευμάτων στο νησί. Όροι που οδηγούν στην μελλοντική τουρκική επέκταση σ’ ολόκληρο το νησί, όπως το δηλώνουν κιόλας οι χάρτες επιφανών κυβερνητικών στελεχών που έρχονται όλο και πιο πυκνά στη δημοσιότητα.

Μέσα σε αυτό το τοπίο των αντιθέσεων δεν προετοιμάζονται στην ουσία διαπραγματεύσεις, αλλά στέλνονται προειδοποιητικά τελεσίγραφα υποταγής της Κύπρου στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.