Ανεβάζει τελευταία τους αντιπολιτευτικούς τόνους ο ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην κυβέρνηση με αιχμή το επικείμενο αντεργατικό-αντισυνδικαλιστικό τερατούργημα «Βρούτση-Χατζηδάκη» που ξαναγυρίζει τους εργαζόμενους 135 χρόνια πίσω, στην εποχή της πιο βάρβαρης καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Μετά από έναν -και πλέον- χρόνο αδράνειας και αφωνίας, βουλιαγμένος στα αδιέξοδα που τον έφερε η πολιτική ουράς στην κυβέρνηση της ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ ξύπνησε από το λήθαργο και καλεί τάχα τώρα σε ενιαίο μέτωπο «όλων των δημοκρατικών δυνάμεων», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στη σχετική ανακοίνωσή του. Ο Τσίπρας σε πρόσφατη εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε να συμπληρώσει πως «η κυβέρνηση αποφάσισε (…) να κηρύξει τον πόλεμο στην εργασία, δηλαδή (…) στην κοινωνική πλειοψηφία. Και όταν κηρύσσεται πόλεμος, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να πολεμήσεις (…) με στόχο να τον κερδίσεις τον πόλεμο». Και καταλήγει ο ΣΥΡΙΖΑ, κουνώντας το δάχτυλο στους εργαζόμενους και τα συνδικάτα, ότι «έχουν χρέος να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων», διότι «οι επόμενες γενιές θα είναι αμείλικτοι κριτές για τη στάση όλων σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Τσίπρας δεν παρέλειψε να υποσχεθεί πως όταν θα επιστρέψει στα κυβερνητικά έδρανα ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταργήσει όλες τις αντεργατικές ρυθμίσεις της ΝΔ.

Να θυμίσουμε ότι τα ίδια έλεγε και προ του 2015 για την κατάργηση των μνημονίων και όλων των εφαρμοστικών νόμων, για την επαναφορά μισθών και απωλειών κλπ με τη γνωστή κατάληξη. Παλιά μου τέχνη κόσκινο, δηλαδή…

Είναι πραγματικά απύθμενου βάθους η υποκρισία του ΣΥΡΙΖΑ, η ηγεσία του οποίου επιχειρεί σήμερα με τη ρητορική της να αναβιώσει τα ξοφλημένα «αντιδεξιά μέτωπα» σαν κι αυτά που πλάσαρε την περίοδο των μνημονίων για να εγκλωβίσει το εργατικό-λαϊκό κίνημα στα αδιέξοδα των κοινοβουλευτικών του αυταπατών. Όμως από τότε μέχρι σήμερα έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι και είναι πρόκληση να μιλάει σήμερα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για την υπεράσπιση -δήθεν- του οκτάωρου, των συλλογικών συμβάσεων αλλά και των συνδικαλιστικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων. Να θυμίσουμε ότι επί των ημερών του ο ΣΥΡΙΖΑ φόρτωσε στις πλάτες του λαού το τρίτο κατά σειρά μνημόνιο και πάμπολλα αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα δίχως τελειωμό. Για να φρεσκάρουμε λοιπόν τη μνήμη, ας υπενθυμίσουμε μόνο λίγα από τα αναρίθμητα μέτρα που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ:

  • Απελευθέρωσε πλήρως τις ομαδικές απολύσεις
  • Εγκαινίασε τις αντιδημοκρατικές ανατροπές στο συνδικαλιστικό κίνημα με την επιβολή του 50% + 1 για την κήρυξη της απεργίας και την νομιμοποίηση του λοκάουτ
  • Επέβαλε περικοπές στα προνοιακά επιδόματα των χαμηλοσυνταξιούχων (ΕΚΑΣ)
  • Ψήφισε τον αντιασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου που εγκαινίασε μια νέα μαύρη περίοδο για την κοινωνική ασφάλιση, ανοίγοντας το δρόμο στην ιδιωτικοποίησή της.

Και βέβαια η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάργησε ούτε ένα από τα εκατοντάδες μέτρα των μνημονίων που επέβαλαν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ την περασμένη δεκαετία. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πρόσφερε ασυλία στην εργοδοσία και το μεγάλο κεφάλαιο ώστε ανεμπόδιστα να καταπατά βάναυσα τις εργασιακές κατακτήσεις και το οκτάωρο, διαιώνισε το καθεστώς της απλήρωτης υπερεργασίας και των μισθών πείνας ιδιαίτερα στη νέα γενιά εργαζομένων. Επί της ουσίας ο ΣΥΡΙΖΑ δικαίωσε την προηγούμενη πολιτική της ΝΔ, δίνοντάς της τώρα νέα ώθηση για να σαρώσει κατακτήσεις και δικαιώματα ενός ολόκληρου αιώνα.

Είναι όμως διπλά προκλητική και εξόφθαλμα υποκριτική η στάση που υιοθετεί ο ΣΥΡΙΖΑ και για έναν ακόμα λόγο. Εδώ και έναν ολόκληρο χρόνο η κυβέρνηση της ΝΔ είδε την εξελισσόμενη πανδημία ως μια «χρυσή ευκαιρία» για να επιβάλει την ακραία νεοφιλελεύθερη δεξιά πολιτική της, έχοντας το λαό δέσμιο των απαγορεύσεων και της αστυνομοκρατίας. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ -όπως και όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα- όλο αυτό το διάστημα σύρθηκε κυριολεκτικά στην ουρά της ΝΔ, στάθηκε άφωνη μπροστά στην πρωτοφανή γιγάντωση της ανεργίας, στην καθιέρωση και γενίκευση της τηλεργασίας και των νέων μορφών ελαστικής εργασίας, στο παρατεταμένο κυβερνητικό lockdown στη Δημόσια Εκπαίδευση, στο καθεστώς της αστυνομοκρατίας, της καταστολής και της καταπάτησης των δημοκρατικών δικαιωμάτων.

Ένα χρόνο τώρα τα συνδικαλιστικά του στελέχη, αγκαζέ με τους φιλοκυβερνητικούς συνδικαλιστές και τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ, κήρυξαν lockdown στα συνδικάτα, στις διαδηλώσεις και στις απεργίες αφήνοντας ανενόχλητη την κυβέρνηση να επελαύνει και την εργοδοσία να καταπιέζει. Πέρα από τις όψιμες κοκορομαχίες με τη ΝΔ για δευτερεύοντα ζητήματα που βρίσκονται μακριά από τις ανάγκες του λαού, ο ΣΥΡΙΖΑ πολλές φορές στο διάστημα αυτό κατέθεσε τα διαπιστευτήριά του στους εκπροσώπους της μεγαλοαστικής τάξης και στα ξένα αφεντικά του, όπως έκανε με την περίπτωση του Ελληνικού, με τις προτάσεις του για τη διασφάλιση του τραπεζικού συστήματος μέσω του «Ταμείου Ανάκαμψης» κλπ.

Το κοινωνικό κλίμα έχει τροποποιηθεί αισθητά και αυτό το αντιλαμβάνεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Η λαϊκή αγανάχτηση ξεχειλίζει από τα κυβερνητικά εγκληματικά αδιέξοδα. Η νεολαία και το φοιτητικό κίνημα πρωτοστατούν στους αγώνες για την υπεράσπιση της Δημόσιας Εκπαίδευσης, ο λαός αντιστέκεται στην αστυνομοκρατία και την καταστολή υποχρεώνοντας την κυβέρνηση της ΝΔ σε μια μερική αναδίπλωση. Προκειμένου να μην μείνει στο περιθώριο ο ΣΥΡΙΖΑ θυμήθηκε και πάλι τους αγώνες, τους δρόμους και τις διαδηλώσεις, ποντάροντας στην επιτάχυνση της κυβερνητικής φθοράς και όχι φυσικά στην υπεράσπιση του οκτάωρου, των εργατικών κατακτήσεων και των συνδικαλιστικών-δημοκρατικών δικαιωμάτων.

Καμιά εμπιστοσύνη λοιπόν δεν θα πρέπει να δείξει ο λαός στη δημαγωγία του ΣΥΡΙΖΑ. Η υπεράσπιση των εργατικών κατακτήσεων, η αναχαίτιση της νέας αντιλαϊκής λαίλαπας περνά μέσα από τη μαζική και παρατεταμένη εξωκοινοβουλευτική πάλη του λαού σε αντιπαράθεση με τη δοκιμασμένη αντιλαϊκή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ.