Σε πάνω από 50.000 ανέρχονται οι κενές θέσεις εργασίας στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης μπροστά στο άνοιγμα της τουριστικής σεζόν στη χώρα μας, κατά την οποία -όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης- “περιμένουμε μια καλή χρονιά”. Πράγματι, για την τάξη που υπηρετεί ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του, αναμένεται μία “καλή χρονιά”. Για τους χιλιάδες, όμως, εργαζόμενους στον τουριστικό-επισιτιστικό κλάδο, η χρονιά όχι μόνο δεν είναι καλή, αλλά διαγράφεται με τα πιο μελανά χρώματα.

Ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ (Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων) και διευθύνων σύμβουλος μεγάλης αλυσίδας ξενοδοχειακών μονάδων δήλωσε πως “υπάρχει τεράστια έλλειψη προσφοράς εργασίας με αμοιβές σημαντικά πάνω από τις κλαδικές συμβάσεις”, φορτώνοντας με τον τρόπο αυτό την ευθύνη για τις κενές θέσεις εργασίας στους εργαζόμενους που παρά “τις αμοιβές σημαντικά πάνω από τις κλαδικές συμβάσεις” δεν πάνε να δουλέψουν. Γιατί, λοιπόν, παρά τους “καλούς” μισθούς και μεροκάματα, οι εργαζόμενοι αρνούνται να δουλέψουν στον επισιτισμό-τουρισμό; Ποια είναι η πραγματική κατάσταση πίσω από την καλογυαλισμένη βιτρίνα της “βαριάς” βιομηχανίας της χώρας;

Η πραγματικότητα, λοιπόν, είναι πως όχι μόνο δεν πρόκειται για θέσεις εργασίας καλά αμειβόμενες, αλλά συνολικά για άθλιες συνθήκες εργασίας, ανασφάλιστη ή στην καλύτερη μισοαφαλισμένη δουλειά, για διαμονή σε σπίτια χωρίς παράθυρα, σε κοντέινερ ή σε σκηνές, δουλειά χωρίς ρεπό, ωράρια-λάστιχα, με τους εργαζόμενους να δουλεύουν 10, 12 και 14 ώρες και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Και σε ό,τι αφορά στα μεροκάματα, αυτά κυμαίνονται βασικά στο ύψος του κατώτατου μισθού, με απλήρωτες υπερωρίες ή και εργοδότες που στο τέλος της τουριστικής περιόδου αρνούνται να πληρώσουν το σύνολο των δεδουλευμένων στους εργαζόμενους.

Οι τραγικές αυτές συνθήκες εργασίας και η λογική του μέγιστου δυνατού κέρδους με το λιγότερο δυνατό κόστος είναι που έχει στρέψει χιλιάδες εργαζόμενους σε άλλα επαγγέλματα, που ακόμη και αν οι απολαβές είναι χαμηλότερες, τηρούνται στοιχειωδώς το 5ήμερο, το 8ωρο, η ασφάλιση κλπ. Ταυτόχρονα, το φόρτωμα στις πλάτες των εργαζόμενων στην εστίαση και τον τουρισμό των συνεπειών της κυβερνητικής διαχείρισης της πανδημίας, το 40% των ξενοδοχείων που δεν άνοιξαν τις δύο προηγούμενες χρονιές είναι που έστρεψε πολλούς εργαζόμενους στην αναζήτηση εργασίας σε άλλους κλάδους.

Η λογική της κυβέρνησης και των μεγάλων τουριστικών και επισιτιστικών επιχειρήσεων, που κάθε χρόνο στηρίζουν τα υπερκέρδη τους στις τσακισμένες πλάτες των χιλιάδων εργαζομένων που αναγκάζονται στη βάση και της όξυνσης της ανεργίας να αναζητούν δουλειά ακόμη και σε αυτές τις άθλιες εργασιακές συνθήκες, είναι πως η αύξηση της προσφοράς θα επιφέρει και ανάλογη αύξηση της ζήτησης. Όμως, μετά από πολλά χρόνια, οι εργαζόμενοι στον κλάδο αντιδρούν, διεκδικούν καλύτερες συνθήκες εργασίας, πλήρη ένσημα, αξιοπρεπή διαμονή, αυξήσεις στους μισθούς και τα μεροκάματα. Η οργή και αγανάκτηση των εργαζόμενων του κλάδου που τώρα εκφράζεται υπόγεια με την άρνηση εργασίας σε τέτοιες άθλιες συνθήκες, χρειάζεται να συναντηθεί με την εγγραφή στα συνδικάτα του κλάδου, με την οργάνωση και τον αγώνα για να ανατραπεί το καθεστώς του εργασιακού μεσαίωνα που προωθούν κυβέρνηση και εργοδοσία.