Η προσπάθεια να μετατραπούν τα πέντε μεγαλύτερα μουσεία της χώρας από δημόσιες υπηρεσίες ενταγμένες στην Αρχαιολογική Υπηρεσία σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, με διορισμένες διοικήσεις από τον εκάστοτε Υπουργό Πολιτισμού, είχε ξεκινήσει πολύ καιρό πριν – είναι κάτι που συζητείται ήδη από το μακρινό 2019 και την πρώτη μετεκλογική σχετική εξαγγελία. Μόλις πριν λίγες μέρες έγινε πραγματικότητα, καθώς το νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε από τους βουλευτές της ΝΔ, ενώ όλο αυτό το διάστημα οι υπάλληλοι του ΥΠΠΟΑ (αρχαιολόγοι, συντηρητές, φύλακες κτλ.) ήταν στους δρόμους και προσπαθούσαν να ακουστούν, παρά την κυβερνητική προπαγάνδα για το αντίθετο και την γενικότερη αποσιώπηση της βαρύτητας του ζητήματος.

Ο νόμος που τελικά ψηφίστηκε «περί εκσυγχρονισμού της μουσειακής πολιτικής και ζητημάτων διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς», οδηγεί με μεθοδικά βήματα τα πέντε μεγαλύτερα μουσεία, καθώς και το πολιτιστικό – επιστημονικό – ιστορικό – εκπαιδευτικό κεφάλαιο που αυτά διαθέτουν, στην ιδιωτικοποίηση, δίνοντας έτσι το στίγμα για όσα ακόμα μπορούν να επακολουθήσουν στα υπόλοιπα μουσεία, συλλογές και αρχαιολογικούς χώρους. Έτσι, αλλάζει άρδην η λειτουργία τους, η διαχείριση των συλλογών τους, η σχέση τους με το κοινό, καθώς και οι συνθήκες εργασίας των υπαλλήλων τους αλλά και όλων των επαγγελματικών κλάδων που δρουν στο πλαίσιό τους, όπως οι ξεναγοί: καθώς ο φυσικός χώρος δραστηριοποίησής τους είναι τα μουσεία και οι αρχαιολογικοί χώροι ανά την επικράτεια, και συνολικά το προϊόν τους είναι ο μουσειακός και αρχαιολογικός πλούτος της χώρας, ο εν λόγω νόμος φέρνει βαρύτατες επιπτώσεις στο εργασιακό τους μέλλον.

Όπως μας έχουν δείξει οι περιπτώσεις του Νέου Μουσείου Ακρόπολης και της Εθνικής Πινακοθήκης (ΝΠΔΔ), αλλά και των υπολοίπων ιδιωτικών μουσείων της χώρας, «η ευελιξία, ο εκσυγχρονισμός και η οικονομική αυτοτέλεια» που επιχειρείται για τα πέντε μεγάλα και πιο επισκέψιμα μουσεία, δηλαδή η λειτουργία τους με καθαρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, θα οδηγήσουν στις παρακάτω εξελίξεις:

• Αύξηση εισιτηρίων, μείωση δικαιούχων για μειωμένη ή δωρεάν είσοδο (μεταξύ των οποίων και οι ξεναγοί), μείωση δωρεάν παροχών και μείωση/κατάργηση ημερών δωρεάν εισόδου, δεδομένα που αποδεδειγμένα μειώνουν την επισκεψιμότητα και κατ’ επέκταση τη ζήτηση για ξεναγό, ειδικότερα αν μιλάμε για μαθητικό κοινό, Έλληνες κτλ.

• Δημιουργία παραρτημάτων των μεγάλων μουσείων στο εξωτερικό, που σε συνδυασμό με τον νόμο περί μακροχρόνιου δανεισμού (25+25 χρόνια), θα οδηγήσει πολλές αρχαιότητες «μόνιμα» στο εξωτερικό, αποδυναμώνοντας τις εγχώριες συλλογές και κατ’ επέκταση την επισκεψιμότητα.

• Αύξηση θέσεων «φροντιστών», που θα αναλαμβάνουν τη φύλαξη, αρχαιολογική τεκμηρίωση και παρουσίαση των συλλογών στο κοινό, υποκαθιστώντας τρεις διαφορετικές ειδικότητες (φύλακα, αρχαιολόγου/επιμελητή, ξεναγού) στην τιμή της μίας! Ήδη τα ιδιωτικά μουσεία «πουλάνε» στα ταξιδιωτικά γραφεία υπηρεσίες ξεναγών, τους οποίους αντλούν από το ήδη υπάρχον προσωπικό, γεγονός που απειλεί ξεκάθαρα την ύπαρξη των πιστοποιημένων ξεναγών, ενώ σε κάποια μουσεία σήμερα δεν επιτρέπεται η ξενάγηση από πιστοποιημένους ξεναγούς (Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή)!

• Εμφάνιση εθελοντών, που θα καλύπτουν θέσεις εργασίας, γεγονός που δυσχεραίνει περαιτέρω τις εργασιακές συνθήκες για όλα τα πόστα (συμπεριλαμβανομένου του ξεναγικού), επιφέρει ανταγωνισμό και εκμετάλλευση κατά κανόνα φοιτητών και νέων.

• Αποδυνάμωση του ερευνητικού, επιστημονικού και εκπαιδευτικού ρόλου των μουσείων, κατ’ επέκταση και του γνωστικού υπόβαθρου των ξεναγών.

• Διάθεση των καφέ, αίθριων χώρων, αιθουσών για ιδιωτικές εκδηλώσεις εκτός ή εντός ωραρίου, που αποκλείει συνήθως απροειδοποίητα την πρόσβαση σε ξεναγούς και ξεναγούμενους.

• Θα αποκόψει τα έσοδα των μεγάλων μουσείων από την χρηματοδότηση των μικρότερων μουσείων της χώρας, με ενδεχόμενο να κλείσουν μικρότερα μουσεία και χώροι της επαρχίας, που τώρα είναι πόλος έλξης έστω και με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.

• Τέλος, ο νόμος περί εκσυχρονισμού των μουσείων ανοίγει τον δρόμο για εφαρμογή παρόμοιων οικονομικών μοντέλων διαχείρισης και στους αρχαιολογικούς χώρους.

Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξεναγών (Π.Ο.ΞΕΝ.), μέσα σε όλη τη δίνη των εξελίξεων και των κινητοποιήσεων, επέλεξε να μην συμμετάσχει στη δημόσια αντιπαράθεση στον νόμο της κυβέρνησης, ενώ εξέδωσε ένα δελτίο τύπου λίγα μόνο εικοσιτετράωρα πριν την ψήφιση του νόμου, στο οποίο αναφέρει αόριστα τον ρόλο των δημόσιων μουσείων ως «κατεξοχήν φορείς έρευνας, μελέτης και συντήρησης, αποστολή την οποία, όπως μέχρι σήμερα έχουν αποδείξει, έχουν υπηρετήσει επάξια, ισχυροί θεματοφύλακες της πλούσιας ιστορικής – αρχαιολογικής κληρονομιάς για τις γενιές του σήμερα και τις γενιές του αύριο».

Δεν υπήρξε ποτέ αναλυτική ανακοίνωση για τις επιπτώσεις του νομοσχεδίου στις συνθήκες εργασίας του κλάδου, δεν υπήρξε ποτέ προσπάθεια συσπείρωσης των εργαζομένων προς ένα κοινό αίτημα, δεν υπήρξε ποτέ ουσιαστική συστράτευση με όλους τους εργαζόμενους που βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή στον δρόμο για να υποστηρίξουν τον δημόσιο χαρακτήρα των πέντε μουσείων. Και ίσως οι ξεναγοί να είναι οι πρώτοι που θα «γευτούν» τα αποτελέσματα της μετατροπής τους σε ΝΠΔΔ. Ο καιρός γαρ εγγύς.