Το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ιταλία και η επικείμενη ανάληψη της πρωθυπουργίας από την Τζόρτζια Μελόνι, επικεφαλής του νεοφασιστικού κόμματος “Αδέλφια της Ιταλίας” με αναφορές στον Μουσολίνι και έντονη εθνικιστική ρητορική, τροφοδοτεί έντονες ζυμώσεις εντός και εκτός Ιταλίας αλλά και στις Βρυξέλλες και στην Ουάσιγκτον.
Παρά το ισχυρό εκλογικό ποσοστό, είναι αμφίβολο εάν ο κυβερνητικός συνασπισμός θα μπορέσει να ομογενοποιηθεί και να αντιμετωπίσει τις εσωτερικές αντιθέσεις και αντιφάσεις καθώς και τις φιλοδοξίες των ηγετών του. Ζητούμενο είναι επίσης και ο ρόλος που θα παίξει ο τωρινός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι στο μετεκλογικό πολιτικό τοπίο.

Ο επικεφαλής της Λέγκας και υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Ντράγκι, Μ. Σαλβίνι, έθεσε προεκλογικά αρκετές φορές σε αμφισβήτηση την «αποτελεσματικότητα» των δυτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, σημειώνοντας πως αντί να βλάψουν τη Μόσχα βλάπτουν τις χώρες της ΕΕ, με ένα συνεχώς αυξανόμενο ενεργειακό κόστος. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Σαλβίνι, πολλές ιταλικές επιχειρήσεις θέλουν να αναθεωρηθούν οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ενώ ισχυρίστηκε ότι η Ιταλία θα έπρεπε να λάβει αποζημίωση από την ΕΕ για τη ζημιά που προκλήθηκε στις επιχειρήσεις της.

Από την πλευρά της, η «Φόρτσα Ιτάλια» του Μπερλουσκόνι εμφανίζεται «εγγυητής» για τη δέσμευση της «κεντροδεξιάς» στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, διαφορετικά θα αποχωρήσει από την κυβέρνηση, ενώ και η Μελόνι δηλώνει σε όλους τους τόνους πως δεν θα αλλάξουν η εξωτερική πολιτική της χώρας και η ευρωατλαντική της «πορεία».
Η Μελόνι υποστηρίζει ότι οι κυρώσεις έχουν αποτέλεσμα, επικαλούμενη τη σημαντική επιβράδυνση των προοπτικών ανάπτυξης του ΑΕΠ της Ρωσίας. Επίσης, από την αρχή του πολέμου υποστήριζε ένθερμα την αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Ξεκαθάρισε πως με την εκλογή του «κεντροδεξιού» συνασπισμού το «πάρτι στην Κομισιόν θα τελειώσει» και η Ιταλία θα διεκδικεί τα συμφέροντά της όπως ακριβώς κάνουν η Γερμανία και η Γαλλία.

Όλα αυτά δυσκολεύουν τον ρόλο του πρωθυπουργού Ντράγκι ως διαμεσολαβητή και εγγυητή της απρόσκοπτης ευρωατλαντικής και ευρωενωσιακής πορείας της Ιταλίας. Η πρώτη σύγκρουση, μετά τις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου, καταγράφηκε ήδη στην Ιταλία, ανάμεσα στον Ντράγκι και στη Τζόρτζια Μελόνι, με αντικείμενο την εφαρμογή του ιταλικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. «Η κυβέρνηση υιοθέτησε όλα τα αναγκαία μέτρα με στόχο την αποτελεσματική εφαρμογή του Σχεδίου. Τώρα, ασφαλώς, είναι αρμοδιότητα της νέας κυβέρνησης η συνέχιση του έργου αυτού, και είμαι βέβαιος ότι αυτό θα γίνει με την ίδια αποτελεσματικότητα και αποφασιστικότητα», τόνισε ο Ντράγκι. «Πρόκειται για μοναδική ευκαιρία για την εξέλιξη της χώρας και για να ξεπερασθούν οι ανισότητες Βορρά-Νότου, όπως και μεταξύ των φύλων και των διαφορετικών γενεών», πρόσθεσε.

Η Τζόρτζια Μελόνι όμως, κατά την παρέμβασή της σε συνεδρίαση του κόμματός της, προχώρησε σε μια εντελώς διαφορετική διαπίστωση: «Θα κληρονομήσουμε μια δύσκολη κατάσταση: οι καθυστερήσεις που αφορούν το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι ξεκάθαρες και το κενό αυτό δύσκολα καλύπτεται. Ξέρουμε ότι δεν εξαρτάται από εμάς, αλλά γνωρίζουμε ότι θα κατηγορηθούμε ως υπεύθυνοι ακόμη και από όσους στην πραγματικότητα δημιούργησαν την κατάσταση αυτή», τόνισε.

Υπενθυμίζεται ότι νωρίτερα, η Μελόνι είχε επιβεβαιώσει ότι συνεργάζεται με τον Μάριο Ντράγκι με στόχο την ομαλή και απρόσκοπτη μεταβίβαση της εξουσίας. Για έναν συμβιβασμό-διαβατήριο για τα ευρωπαϊκά σαλόνια κάνει λόγο η κεντροαριστερή εφημερίδα La Repubblica της Ρώμης, αναφερόμενη σε συνεργασία υπό όρους του απερχόμενου πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι και της διαδόχου του Τζόρτζια Μελόνι. Χωρίς να αποφεύγει και τα ειρωνικά σχόλια περί «τούμπας επιβίωσης» της κας Μελόνι, η εφημερίδα αποκαλύπτει ότι ο Ντράγκι επικοινώνησε με τους Εμανουέλ Μακρόν, Όλαφ Σολτς και Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν προσφέροντας εγγυήσεις για την ηγέτιδα των Fratelli d’ Italia και καθησυχάζοντας τις ηγεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τρεις πυλώνες που θα καθοδηγήσουν τη δράση της μελλοντικής κυβέρνησης. Η κίνηση Ντράγκι ήρθε ύστερα από συμφωνία με την Μελόνι υπό τρεις όρους που φέρεται να έθεσε ο πρώην διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και δέχθηκε η Μελόνι: Πρώτον, η νέα κυβέρνηση να συνεχίσει να υποστηρίζει τη δέσμευση (οικονομική και στρατιωτική) προς την Ουκρανία και να διατηρήσει ενιαίες τις κυρώσεις κατά της Μόσχας. Δεύτερον, να διατηρηθεί η σταθερή και αδιαμφισβήτητη προσήλωση στο ΝΑΤΟ, χωρίς δισταγμούς ή αστερίσκους, και τρίτον, να μην εγκριθούν νέες αλλαγές στον προϋπολογισμό, προκειμένου να παραμείνει υπό έλεγχο το δημόσιο χρέος.