Δεν φάνηκε αρκετό στη ΝΔ το άρθρο 93 του περιβόητου νόμου Χατζηδάκη(ν.4808/2021) που με τον ψευδότιτλο “προστασία του δικαιώματος στην εργασία” επέβαλε ένα προκλητικό πλαίσιο κρατικής προστασίας της απεργοσπασίας και τρομοκράτησης όσων υπερασπίζονται την απεργία σύμφωνα με το οποίο “η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει απεργία υποχρεούται να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους από οιονδήποτε” και ότι “σε περίπτωση παραβίασης αυτής της υποχρέωσης η απεργία μπορεί να διακοπεί με απόφαση” ενώ “υπαίτια παραβίαση της υποχρέωσης γεννά αστική ευθύνη της συνδικαλιστικής οργάνωσης και των υπαίτιων μελών του διοικητικού της συμβουλίου

Το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας που εμφανίστηκε για διαβούλευση ως “ενσωμάτωση της Οδηγίας(ΕΕ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση”, με νέο άρθρο (άρθρο 31 -”προστασία δικαιώματος στην εργασία”) έρχεται να προσθέσει ακόμα πιο σκληρά μέτρα εναντίον των εργαζόμενων και των συνδικαλιστικών οργανώσεών τους που θα τολμούν να περιφρουρήσουν το δικαίωμα της απεργίας και της κατάληψης χώρου εργασίας, με μια προσθήκη στο άρθρο 93 του νόμου Χατζηδάκη που ορίζει πως “Όποιος α) εμποδίζει την ελεύθερη και ανεμπόδιστη προσέλευση ή αποχώρηση από την εργασία ή την παροχή της εργασίας από εργαζομένους οι οποίοι δεν συμμετέχουν σε απεργία και επιθυμούν να εργαστούν ή ασκεί σωματική ή ψυχολογική βία σε βάρος τους ή β) συμμετέχει σε κατάληψη χώρων εργασίας ή εισόδων τους κατά τη διάρκεια απεργίας ή ανεξαρτήτως αυτής, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων (200) ημερησίων μονάδων, οριζoμένης της τιμής εκάστης ημερησίας μονάδας σε είκοσι πέντε (25) ευρώ, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Σε περίπτωση υποτροπής τα ανωτέρω ελάχιστα όρια διπλασιάζονται.»

Το άρθρο ποινικοποιεί το δικαίωμα υπεράσπισης της απεργίας επιβάλλοντας, μάλιστα, πολύ σκληρές ποινές που σχεδόν εξομοιώνονται με ποινές κακουργημάτων! Σύμφωνα με νομική ανάλυση-επεξήγηση που δημοσιεύτηκε στο Τύπο “ενώ το άρθρο 57 ΠΚ ορίζει το ανώτατο όριο της χρηματικής ποινής το οποίο δεν πρέπει να ξεπερνά τις 360 ημερήσιες μονάδες …… στην προκειμένη περίπτωση σε μία εντυπωσιακή αλλαγή του μοντέλου που υιοθετεί ο νομοθέτης, θέτει όχι το ανώτατο αλλά το κατώτατο όριο χρηματικής ποινής χωρίς επίσης να διευκρινίζει ποιο είναι το ανώτατο. Σημειώνεται ότι ακόμα και σε κακουργήματα τίθεται ανώτατο και όχι κατώτατο όριο χρηματικής ποινής. Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι ενώ το άρθρο 57 παρ. 3 ΠΚ, που ρυθμίζει τις χρηματικές ποινές, ορίζει ότι το ύψος κάθε ημερήσιας μονάδας κυμαίνεται από 1 έως 100 ευρώ, με το υπό ψήφιση νομοθέτημα αφαιρείται η σχετική κρίση από τα δικαστήρια και ορίζεται ex lege ένα ελάχιστο ποσό χρηματικής ποινής τα 5.000 ευρώ (200 μονάδες Χ 25 ευρώ). Το κρεσέντο νομοθετικής σκληρότητας απέναντι στους απεργούς κορυφώνεται με το τελευταίο εδάφιο «Σε περίπτωση υποτροπής τα ανωτέρω ελάχιστα όρια διπλασιάζονται». Δεν διευκρινίζεται εάν διπλασιάζονται μόνο οι ημερήσιες μονάδες και άρα η χρηματική ποινή φθάνει τα (400Χ 25) 10.000 ευρώ ή διπλασιάζεται και η τιμή της ημερήσιας μονάδας σε 50 ευρώ και συνεπώς η ελάχιστη χρηματική ποινή που θα καταβάλουν οι απεργοί διαμορφώνεται σε (400Χ5) 20.000 ευρώ. Είναι πλέον προφανές ότι η χρηματική ποινή σε βάρος των απεργών θα είναι μεγαλύτερου ύψους και από τις χρηματικές ποινές που επιβάλλονται στα κακουργήματα σε μια προφανέστατη παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και σε μια σαφή προσπάθεια εκφοβισμού κάθε μορφής αγώνα απέναντι στις εργοδοτικές αυθαιρεσίες”(Χρ.Σεβαστίδης, Δ.Ν.-Εφέτης, μέλος του Δ.Σ. της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων,”Η ποινικοποίηση των αγώνων στην πιο σκληρή μορφή”).

Με απλά λόγια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιδιώκει μια σκλήρυνση του απεργοσπαστικού νομικού πλαίσιου έτσι ώστε τα δικαστήρια να αντιμετωπίζουν και να τιμωρούν την υπεράσπιση του δικαιώματος της απεργίας ως κακούργημα! Επιδιώκει να εκφοβίσει τους εργαζόμενους να ασκούν το δικαίωμα της απεργίας, με τον ακροδεξιό υπουργό Αδ.Γεωργιάδη να διεκπεραιώνει την εντολή της εργοδοσίας να επικρατήσει απόλυτη σιωπή στους χώρους εργασίας, επαναφέροντας ξανά διατάξεις του κακόφημου ν.330/1976 που είχε θεσπίσει και τότε η Δεξιά ( καταργήθηκε το 1982 μετά από πολλούς εργατικούς εργατικούς αγώνες του 1982), ο οποίος όριζε πως “Τιμωρείται δια φυλακίσεως μέχρι ενός έτους και χρηματικής ποινής…όστις, διαρκούσης απεργίας ή ανταπεργίας, δι`ασκήσεως βίας ή απειλής ή άλλης δολίας ενεργείας προσβάλλει την ελευθερίαν της εργασίας τρίτου ή παρεμποδίζει την ελευθέραν χρήσιν των χώρων εργασίας”…

Σε αυτήν την άγρια αντεργατική εποχή του κράτους της Δεξιάς επαναφέρει τις συνθήκες εργασίας και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως άλλωστε φαίνεται και από τα άλλα άρθρα του νέου νομοσχεδίου.