Η χρονική σύμπτωση της Πρωτομαγιάς με τη γιορτή του Πάσχα, εκτός από τα «άνεργα» και απεργιακά τριήμερα μας έβαλε και σ’ άλλες, όχι πολύ ευχάριστες, σκέψεις. Διότι, οι συγκεντρώσεις της εργατικής γιορτής είχαν κάτω του αναγκαίου κόσμο, ενώ οι επιτάφιοι και οι γιορτές της χριστιανοσύνης πολλαπλάσιους. Θα μπορούσε κάποιος να εξηγήσει το φαινόμενο με τις ρίζες του Πάσχα, χιλιάδων ετών, με τη μέθοδο της πολλαπλής μίμησης, με την υπερδιογκωμένη προβολή τους από τα ΜΜΕ. Αφήνουμε στον ιστορικό συγκρητισμό τις αντιγραφές της εκκλησιαστικής τελετουργίας από την αρχαία τραγωδία. Διότι οι αγράμματοι πρωτοχριστιανοί, κυριολεκτικά ευεξήγητα, λεηλάτησαν τον λεπτοδουλεμένο αρχαίο ειδωλολατρισμό. Ο παπάς, ως πρωταγωνιστής του θεάτρου με το ραβδί και εντυπωσιακή αμφίεση, οι αριστεροδεξιές πόρτες, το τέμπλο ως σκηνικό και θυμέλη-άγια τράπεζα, το σώμα και αίμα του Ιησού από παλιές παγανιστικές τελετές για το πρωτοπαλίκαρο, ο επιτάφιος από το αρχαίο εκκύκλημα, οι ψαλτάδες από το χορό του θεάτρου, τα λουλούδια και άλλα πολλά. Μόνο ο τυφλός δεν μπορεί να συγκρίνει και να ταυτίσει αρχαίες τελετές με τα νεότερα θρησκευτικά τελετουργικά.

Τελικά η θρησκεία είναι διαχείριση του αναπόφευκτου, δηλαδή του θανάτου. Λίγο νοιάζει τους χριστιανούς αν η επίσημη εκκλησία, όπου γης, ευλογούσε πάντα τα όπλα των ισχυρών, αφόρισε τους επαναστά­τες, τα ’φτιαχνε με τους τυράννους. Ο άνθρωπος, αδύναμο ον, όταν δεν σμίγει με την επιστήμη και τη διαλεκτική, προσφεύγει στο καταφύγιο της μεταφυσικής και του άλλου κόσμου. Υποτάσσεται στην αθ­λιότητα και τη μιζέρια για να φτιάξει τον φαντασιακό κόσμο του «επέκεινα» όπου, στην άλλη ζωή, θα ευτυχεί, θα ξεκουράζεται και θα απολαμβάνει όσα του στέρησαν σ’ αυτά τα χώματα. Υπήρξαν στην πορεία της ανθρωπότητας πολλά τίμια πνεύματα που αποκάλυψαν και μαστίγωσαν αλύπητα τον φαρισαϊσμό των θρησκειών. Πολλοί πλήρωσαν με τη ζωή τους την «αυθάδειά» τους, όταν άνοιξαν δρόμους πιο φωτεινούς. Γιατί κάθε αντιδραστική εξουσία θέλει τους ανθρώπους υποταγμένους και η θρησκεία να παρέχει φρούδες ελπίδες για το αόριστο μέλλον, έτσι ώστε «το ’να χέρι νίβει τ’ άλλο».

Πώς όμως θα πείσουμε τον άνεργο, αντί να σταυροκοπιέται γονυπετής για ένα εβραϊκό πρόσωπο, να τραβάει την ανηφόρα της πάλης και της διεκδίκησης; Να κατεβάζει τις προσδοκίες του στον υλικό και υπαρκτό κόσμο, αντί να τις μεταφέρει στο… σύμπαν. Θα επιμείνουμε ότι μόνο μια διαλεκτική επιστήμη μπορεί να δώσει τα όπλα της πνευματικής αποτίναξης των ζυγών και της συνολικής ανθρώπινης χειραφέτησης. Δεν εννοούμε πως το κύριο μέτωπο είναι η εκκλησιαστική ιεραρχία και οι πιστοί της. Δεν είμαστε αναρχικοί για να τα βάζουμε με το διπλανό μας ή να αναζητούμε (πχ στον ισπανικό εμφύλιο) το κλείσιμο των εκκλησιών στα χωριά. Ακόμα και ο μαχητικός αθεϊσμός οφείλει να κάνει πολιτική και, αν χρειαστεί να πολεμήσει τον ιμπεριαλισμό/καπιταλισμό, να κάνει απαραίτητους συμ­­βιβασμούς. Ένα είδος Μπρεστ-Λιτόφσκ. Γιατί ε­κείνο που έχει σημασία είναι να συμπαρασυρθεί η μεγάλη μάζα του λαού στον ταξικό αγώνα. Εκείνο θα ’ναι το μεγάλο γαλβανιστήρι, όπου θα ξεθωριάσουν οι λαμπερές πανοπλίες και θα εξαφανιστούν οι σκιές.

Ας πλημμυρίζουν οι δρόμοι λοιπόν από επιτάφιους και αντίστοιχα θρησκευτικά δρώμενα. Όταν ο λαός πάρει την τύχη του στα χέρια του, κανένας αφορισμός δε θα τον σταματήσει και καμία εξουσία, όσο κι αν παντρεύεται με τις αγιαστούρες, δε θα μπορεί να μπει φραγμός. Και τότε το φως θα είναι γήινο και αναστάσιμο.