Είναι πλέον επίσημο! Η Ευρωπαϊκή Ένωση μετά από μια συνεχή περίοδο διευρύνσεων έχασε το πρώτο μέλος της, αφού η Μεγάλη Βρετανία βρίσκεται -από τις 31 Ιανουαρίου 2020- εκτός του ιμπεριαλιστικού οργανισμού.
Το χτύπημα για τις Βρυξέλες είναι ιδιαίτερα σκληρό μιας και δεν πρόκειται για μια εξαρτημένη χώρα της περιφέρειας αλλά για την πιο ισχυρή στρατιωτικά ιμπεριαλιστική χώρα της Ευρώπης και τη δεύτερη σε οικονομική δύναμη, μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Για την ΕΕ σημαίνει ακόμη απώλεια του 13% του πληθυσμού της και του 14% του ΑΕΠ της.
Στο Λονδίνο το κλίμα ήταν πανηγυρικό, με σημαιοστολισμούς κτιρίων και συγκεντρώσεις, ενώ στις Βρυξέλες επικράτησε προβληματισμός και χαμηλοί τόνοι, με τα στελέχη της ΕΕ να κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία, αφού το πλήγμα είναι τεράστιο και οι κλυδωνισμοί πολύ δυνατοί.
Μπορεί η άτακτη έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου, μετά από παλινωδίες και αντιπαραθέσεις 3,5 ετών να αποφεύχθηκε προς το παρόν με την έγκριση της συμφωνίας αποχώρησης, όμως τα σύννεφα στις σχέσεις των δύο πλευρών παραμένουν.
Μια νέα περίοδος σκληρών διαπραγματεύσεων ανοίγεται μπροστά, μέχρι τα δύο μέρη να καταλήξουν σε μια συμφωνία που θα καθορίζει τις μεταξύ τους εμπορικές σχέσεις αλλά και σε άλλους τομείς, όπως της ασφάλειας, της ενέργειας, της αλιείας κλπ.
Μάλιστα όλα αυτά θα πρέπει να ολοκληρωθούν μέχρι το τέλος του 2020, αν και προβλέπεται δυνατότητα παράτασης έως δύο χρόνια, καθώς ο πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας Μπ. Τζόνσον έχει διαμηνύσει κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να κάνει χρήση αυτής της επιλογής.
Στην περίοδο αυτή δεν θα αλλάξουν πολλά στις σχέσεις των δύο μερών, αφού η Βρετανία θα παραμείνει στην ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση. Παρόλα αυτά δεν παύουν οι φωνές που ανησυχούν για την πιθανότητα ατυχήματος σε αυτή την περίοδο, που θα επαναφέρει το άτακτο Brexit από την “πίσω πόρτα”.
Πιο ηχηρή ήταν η παρέμβαση του εκπροσώπου των Γερμανών Βιομηχάνων, Γιόακιμ Λανγκ, ο οποίος δήλωσε πως: “Ο κίνδυνος μια σκληρής ρήξης, δηλαδή μιας άτακτης αποχώρησης των Βρετανών από την ΕΕ μέχρι το τέλος του έτους, δεν έχει εξαλειφθεί. Οι επιχειρήσεις πρέπει από τώρα να προετοιμαστούν γι’ αυτό”.
Ο γενικός διευθυντής της Ένωσης Γερμανών Βιομηχάνων εξέφρασε την άποψη ότι “η μεταβατική φάση από τις αρχές Φεβρουαρίου μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου είναι πολύ μικρή… προκειμένου να επιτευχθεί μια συνολική εμπορική συμφωνία”. Έφερε ως παράδειγμα την περίπτωση του Καναδά, ο οποίος χρειάστηκε επτά χρόνια για να επιτύχει μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την ΕΕ, ενώ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις στη γερμανική οικονομία, που θα έχει μια κατάρρευση των διαπραγματεύσεων. “Οι επιπτώσεις θα είναι πιθανότατα ιδιαίτερα αισθητές στην αυτοκινητοβιομηχανία, στη μηχανουργία, τον κλάδο ηλεκτρονικής, της φαρμακευτικής, χημικής και αεροναυτικής βιομηχανίας. Μισό εκατομμύριο θέσεις εργασίας σε γερμανικές επιχειρήσεις στη Βρετανία και στη Γερμανία θα επηρεασθούν, μία στις πέντε κινδυνεύει” για να καταλήξει πως “νομίζω ότι είναι ένα σοβαρό λάθος το ότι η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου αποκλείει κατηγορηματικά την παράταση της μεταβατικής περιόδου”.
Μπορεί η επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων να είναι η 3η Μάρτη, όμως τα δύο μέρη βρίσκονται ήδη στα χαρακώματα στέλνοντας τις πρώτες τροχιοδεικτικές βολές χωρίς να ανοίγουν πλήρως τα χαρτιά τους.
Ο Μπ. Τζόνσον ο οποίος είναι πλέον ισχυρός κοινοβουλευτικά, παρουσιάζοντας τους βασικούς άξονες του σχεδίου του, ξεκαθάρισε ότι επιθυμεί να πετύχει μια διμερή συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, στην οποία δεν είναι διατεθειμένος να δεχθεί συμμόρφωση του Ηνωμένου Βασιλείου με τους κανόνες της ΕΕ, ενώ θα θέσει περιοριστικούς όρους στην αλιεία στις βρετανικές θάλασσες και δεν θα αποδεχθεί την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου της ΕΕ στις εμπορικές διαφορές που τυχόν θα προκύψουν. Περιέγραψε την εμπορική συμφωνία “ολόκληρης της Βρετανίας, συμπεριλαμβανομένου και του Γιβραλτάρ” που θέλει να πετύχει, ως ανάλογη με αυτή που υπέγραψε η ΕΕ με τον Καναδά ή στην χειρότερη των περιπτώσεων ανάλογη με αυτή με την Αυστραλία.
Απαντώντας στο νέο εκβιασμό που θέλουν να στήσουν οι Βρυξέλλες, οι οποίες φοβούνται τον ανταγωνισμό από μια “Σιγκαπούρη του Τάμεση”, ότι για να υπάρξει εμπορική συμφωνία θα πρέπει το Λονδίνο να παραμείνει εναρμονισμένο με τους κανόνες της ΕΕ, ο Βρετανός πρωθυπουργός ήταν κατηγορηματικός: “Θα επιμείνουμε η Ευρωπαϊκή Ένωση να κάνει οτιδήποτε κάνουμε εμείς ως τίμημα για το ελεύθερο εμπόριο; Θα το κάνουμε; Φυσικά και όχι. Θέλουμε μία συνολική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου παρόμοια με του Καναδά, αλλά στην απίθανη υπόθεση που δεν θα το καταφέρουμε, τότε το εμπόριό μας θα πρέπει να βασιστεί στην υπάρχουσα συμφωνία αποχώρησης από την ΕΕ…είμαστε ξεκάθαροι. Η επιλογή δεν βρίσκεται ανάμεσα στη συμφωνία και τη μη συμφωνία”. “Έχουμε [ήδη] συμφωνία ”, δηλαδή εφαρμογή των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Με τη φράση ότι το “εμπόριο είναι η διπλωματία του Θεού” ο Βρετανός πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι θα ξεκινήσουν άμεσα οι επαφές για τη σύναψη συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου με τρίτες χώρες. Είπε ότι δεν πρόκειται να ακολουθήσει την τακτική των περιορισμών και των δασμών που προωθούν οι ΗΠΑ και “πνίγουν” το εμπόριο, αλλά το Λονδίνο θα “κινήσει τους επί δεκαετίες σκουριασμένους μυς” του, διαπραγματευόμενο συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου.
Είπε ότι ήδη υπάρχουν προτάσεις για συμφωνίες και θα προκύψουν κι άλλες, ενώ η Βρετανία θα στραφεί σε χώρες στις οποίες είχε γυρίσει την πλάτη τη δεκαετία του 1970.
Όσον αφορά αυτούς που αντιδρούν στο ενδεχόμενο να συναφθούν εμπορικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ, τους οποίους χαρακτήρισε “Αντιαμερικανούς”, τους κάλεσε να ενηλικιωθούν και διέψευσε “τις θεωρίες συνωμοσίας”, όπως τις χαρακτήρισε, ότι στο “παζάρι” θα μπει και το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS).
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντό­ναλντ Τραμπ έχει υποσχεθεί στον “φίλο του” Μπόρις μια “τεράστια” εμπορική συμφωνία και δεν είναι τυχαίο ότι έστειλε αυτές τις ημέρες στη βρετανική πρωτεύουσα τον ΥΠΕΞ του, Μάικ Πομπέο.
Η απάντηση από την άλλη πλευρά της Μάγχης ήταν το ίδιο κατηγορηματική. “Η καλύτερη δυνατή σχέση με την ΕΕ είναι να είσαι μέλος της” δήλωσε ο Ευρωπαίος διαπραγματευτής για το Brexit, Μισέλ Μπαρνιέ, που λίγες ώρες μετά την παρουσίαση του σχεδίου του Μπόρις Τζόνσον, έδωσε στη δημοσιότητα το προσχέδιο της συμφωνίας επί του οποίου προτείνει να γίνουν οι διαπραγματεύσεις για τη μελλοντική σχέση Βρετανίας-Βρυξελλών.“Είμαστε έτοιμοι να προτείνουμε μια πολύ φιλόδοξη εμπορική συμφωνία (…), που θα έχει ως στόχο την εξάλειψη των δασμών και των ποσοστώσεων επί των ανταλλασσόμενων προϊόντων, μια πρόταση που δεν έχει γίνει ποτέ από την ΕΕ προς εταίρους της” τόνισε ο Γάλλος διαπραγματευτής. Για να συμπληρώσει πως η ΕΕ απαιτεί από το Λονδίνο να τηρήσει τα υψηλά επίπεδα κοινωνικής προστασίας, προστασίας του περιβάλλοντος και κανονισμών κρατικής πρόνοιας, ώστε να διατηρηθεί “ο ανοιχτός και ελεύθερος ανταγωνισμός”. Προειδοποίησε επίσης το Λονδίνο ότι το επίμαχο θέμα της αλιείας εγκυμονεί “κινδύνους σοβαρότερης ρήξης” και πως “η διευθέτηση της αλιείας είναι αδιαχώριστη από την επίτευξη της εμπορικής συμφωνίας”.
Σε ό,τι αφορά τον τρόπο διαχείρισης και επίλυσης διαφορών, στην περίπτωση που αυτές προκύψουν στο πλαίσιο των διμερών σχέσεων, η ΕΕ επιμένει ότι αυτές θα πρέπει να επιλύονται στο πλαίσιο των κανόνων της ΕΕ και από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πράγμα στο οποίο είναι κατηγορηματικά αντίθετο το Λονδίνο.
Πάντως, δεν τίθενται σε διαπραγμάτευση θέματα χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, που είναι πολύ κρίσιμα για τη βρετανική οικονομία. Η ΕΕ επιμένει ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να αποφασίσουν μονομερώς για το αν θα επιτρέψουν στις βρετανικές επιχειρήσεις του τομέα να έχουν πρόσβαση στις αγορές τους.
Ο Μ. Μπαρνιέ παρουσίασε επίσης και τους άξονες συμφωνίας που αφορούν τη συνεργασία για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και την εξωτερική πολιτική.
★★★
Σε μια ιδιαίτερη συμβολική κίνηση ο Γάλλος πρόεδρος Ε. Μακρόν, ο οποίος διεκδικεί ηγεμονικό ρόλο στην ΕΕ για λογαριασμό του γαλλικού ιμπεριαλισμού, σε αντιπαράθεση με την Α. Μέρκελ, λίγες ώρες μετά το Brexit απέστειλε ανοιχτή επιστολή προς τον Βρετανικό λαό και η οποία δημοσιεύτηκε στους Times του Λονδίνου.
“Ήθελα να υπερασπίσω τις υπαρξιακές αρχές λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης”, υποστήριξε ο Εμανουέλ Μακρόν. “Όμως ποτέ ένα πνεύμα εκδίκησης ή τιμωρίας δεν κινητοποίησε είτε τη Γαλλία είτε τον γαλλικό λαό, ούτε, πιστεύω ότι μπορώ να πω, κανέναν λαό της Ευρώπης”.
Αναφερόμενος στη “μελλοντική σχέση” ανάμεσα στην ΕΕ και στο Ηνωμένο Βασίλειο, προέβλεψε ότι “δεν μπορούμε να αφήσουμε να δημιουργηθεί ένας επιβλαβής ανταγωνισμός” και ότι οι δύο χώρες πρέπει να εμβαθύνουν τη “συνεργασία τους στον τομέα της άμυνας, της ασφάλειας, των υπηρεσιών πληροφοριών”.
Ο Μακρόν δήλωσε χθες πως η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ είναι ένα “σοκ” και ένα “ιστορικό σήμα κινδύνου για ολόκληρη την Ευρώπη”.
★★★
Την επιθυμία της να επιστρέψει η Σκωτία ως ανεξάρτητο κράτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου εξέφρασε η πρωθυπουργός της Σκωτίας, Νίκολα Στέρτζον, από το Εδιμβούργο, τονίζοντας ότι έχει συναισθήματα λύπης για τo Brexit, ανάμεικτα με συναισθήματα θυμού.
Λίγο μετά την επίσημη έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, έγραψε στα κοινωνικά δίκτυα: “Η Σκωτία θα επιστρέψει στην καρδιά της Ευρώπης ως ανεξάρτητη χώρα”.
Λίγο νωρίτερα, παρουσίασε τις θέσεις της για τα επόμενα βήματα “για το μέλλον της Σκωτίας”, στα οποία όπως είπε, δεν περιλαμβάνονται, προς στιγμήν, νομικές πρωτοβουλίες για διεξαγωγή νέου δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία.
Η Στέρτζον επανέλαβε ότι η ίδια εξακολουθεί να θέλει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος εντός του 2020, αλλά αναγνώρισε ότι κάτι τέτοιο ίσως να μη συμβεί πριν από τις βουλευτικές εκλογές στη Σκωτία, το 2021, και ότι πρωταρχικός στόχος του κόμματός της (SNP) θα είναι να πειστεί η πλειοψηφία των πολιτών της Σκωτίας να στηρίξει την ανεξαρτησία.
Ανακοίνωσε επίσης ότι θα ζητήσει από την Εκλογική Επιτροπή να επανεξετάσει το θέμα διεξαγωγής ενός ακόμη δημοψηφίσματος και θα συστήσει μία συνταγματική συνέλευση για να συγκεντρώσει την υποστήριξη των πολιτών και να προετοιμάσει ένα ανανεωμένο σχέδιο για το δημοψήφισμα.
Από τη μεριά του, ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, δήλωσε ότι οι Βρυξέλλες αισθάνονται “ενσυναίσθηση” προς την επιθυμία της Σκωτίας να μπει ως ανεξάρτητο κράτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ερωτηθείς από δημοσιογράφο του BBC, για το πώς θα έβλεπε μια τέτοια προοπτική δήλωσε πως: “συναισθηματικά δεν έχω καμία αμφιβολία ότι όλοι θα ενθουσιαστούν”. Σημείωσε, ωστόσο, ότι υπάρχουν σημαντικά νομικά ζητήματα που θα αντιμετωπίσει η Σκωτία για να διεκδικήσει την ανεξαρτησία της και να ζητήσει επανένταξη στην ΕΕ, καθώς και ότι απαιτείται μία διπλωματική συνθήκη που να ορίζει ότι δεν υπάρχει παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κράτους.