Νουθεσίες της Δύσης να μη διαταραχθεί η «Νατοϊκή συνοχή»

Η πρόσφατη ΝAVTEX, που εκδόθηκε από την Υδρογραφική Υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού Ηρακλείου Κρήτης για έναρξη σεισμικών ερευνών στο Ιόνιο πέλαγος και δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης, έρχεται σε απάντηση της πρόσφατης Τουρκολιβυκής συμφωνίας για έρευνες υδρογονανθράκων στην αυθαίρετη ΑΟΖ. Την έναρξη των ερευνών προανάγγειλε ο Μητσοτάκης τονίζοντας ότι η πλειοψηφία των δικαιωμάτων έρευνας ανήκει στην ExxonMobil, για να υπογραμμίσει ότι οι έρευνες έχουν την έγκριση του αμερικανικού κολοσσού και κατ’ επέκταση των ΗΠΑ.

Την ίδια μέρα ανακοινώθηκε και το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Αιγύπτου (GREGY), που αναπτύσσει ο όμιλος Κοπελούζου, με προϋπολογισμό 3,5 δισ.€. Παράλληλο έργο στα πλαίσια των, επίσης αμερικανόπνευστων, σχεδιασμών για τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις της Ευρώπης με Ασία και Αφρική από Ισραήλ και Αίγυπτο, μέσω Κύπρου και Κρήτης, που στοχεύουν στην αποδέσμευση της Ευρώπης από τη ρωσική ενέργεια.

Οι ενεργειακοί σχεδιασμοί δεν περιορίζονται στην οικονομική τους διάσταση, αλλά αφορούν και στις γεωπολιτικές επιδιώξεις. Αυτές συνεπάγονται σκληρές αντιπαραθέσεις των ιμπεριαλιστικών κέντρων για τον έλεγχο της Μεσογείου που με τη σειρά τους συμπαρασύρουν σε επικίνδυνους τυχοδιωκτισμούς και τους «πρόθυμους συμμάχους» τους.

Η προσπάθεια της Τουρκίας να κατοχυρώσει τα όρια της «Γαλάζιας Πατρίδας» και παράλληλα να ενισχύσει τον ρόλο της στην Ανατολική Μεσόγειο δεν αφήνει αδιάφορες άλλες δυνάμεις της περιοχής όπως το Ισραήλ και την Αίγυπτο, ακόμα χώρες όπως τη Σαουδική Αραβία και τα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα που πυκνώνουν τη στρατιωτική παρουσία τους στην περιοχή.

Η ευφορία που δημιούργησε στην Άγκυρα η προνομιακή ρωσική πρόταση που καθιστά την Τουρκία σε ενεργειακό κόμβο διανομής ρωσικών υδρογονανθράκων άνοιξε την όρεξη της τουρκικής κυβέρνησης. Η απειλή του Ερντογάν ότι τα τουρκικά γεωτρύπανα και ερευνητικά σκάφη είναι έτοιμα και δέχονται προσφορές από τρίτες χώρες και με τη Λιβύη να «δηλώνει ότι μπορεί να εμπλακεί και η Τουρκία σε έρευνες» δείχνει ότι η Άγκυρα διαπραγματεύεται επιδεικτικά τις όποιες προειδοποιήσεις Αμερικανών, Ευρωπαίων, αλλά και της Αιγύπτου, για αποφυγή ενεργοποίησης της τελευταίας συμφωνίας που υπέγραψε η Λιβύη με την Τουρκία. Ακόμα μεγαλύτερη είναι η ανησυχία της ελληνικής κυβέρνησης για πιθανή άμεση εκκίνηση ερευνών της τουρκικής εταιρείας πετρελαίου (ΤΡΑΟ) στα νότια της Κρήτης (όπως πριν από λίγα 24ωρα απείλησε ο ίδιος ο Ερντογάν) που θα οδηγούσε σε άμεση κρίση.

Είναι επίσης ενδεικτική η αντίδραση του επικεφαλής του Ανατολικού τμήματος της διαιρεμένης Λιβύης, στρατηγού Χαφτάρ, ο οποίος καταδίκασε την τουρκική εμπλοκή και προειδοποίησε ότι εάν δεν βρεθεί σύντομα λύση στο πολιτικό αδιέξοδο τότε η λύση θα έρθει με τα όπλα. Εξίσου σημαντική και η ανακοίνωση της Κρατικής Εταιρείας Πετρελαίου της Λιβύης (NOC), ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο δημιουργίας δύο νέων αγωγών φυσικού αερίου· ο ένας θα κατευθύνεται προς την Ελλάδα και ο άλλος προς την Αίγυπτο. Πρόταση εξισορροπητική που προσφέρει ανταλλάγματα (εκτός προς τις δυο χώρες) και προς την ενεργειακή «ανεξαρτησία» της Ευρώπης, ώστε έτσι να γίνει ευκολότερα αποδεκτή η Τουρκολιβυκή συνεργασία.

Σ’ αυτό το κλίμα ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Τσαβούσογλου, επανέλαβε το σύνολο των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο. Στην αποστρατιωτικοποίηση, η οποία αναδεικνύεται τους τελευταίους δύο μήνες σχεδόν σε καθημερινή βάση, προστέθηκαν (ξανά) η περίφημη θεωρία του διαμοιρασμού των πόρων του Αιγαίου με βάση την απόσταση ανάμεσα στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα παράλια της Τουρκίας, με τα παρεμβαλλόμενα ελληνικά νησιά να μην εξασφαλίζουν παρά μόνον 6 ναυτικά μίλια χωρικών υδάτων. Ο Τσαβούσογλου επισήμανε πως η Άγκυρα «δεν αποδέχεται το τετελεσμένο γεγονός που την έχει φυλακίσει στις ακτές της», ενώ πρόσθεσε ότι «οι ελληνικές αξιώσεις στον εναέριο χώρο είναι παράδοξες» και επιβεβαιώνοντας την ισχύ μέχρι και σήμερα του casus belli ξεκαθάρισε ότι η Τουρκία δεν θα επιτρέψει «τη μονομερή επέκταση των χωρικών υδάτων πέραν των 6 μιλίων, ούτε (κατά) ένα μίλι».

Ακολούθησαν οι δηλώσεις αρχικά του υπουργού Άμυνας, Ακάρ, για διάλογο που θα καταλήξει σε «δίκαιη μοιρασιά» στο Αιγαίο και στη συνέχεια του εκπροσώπου του Τούρκου προέδρου, Καλίν, ο οποίος εξήγησε πώς αντιλαμβάνεται η Άγκυρα τη «μοιρασιά» του Αιγαίου. Απευθυνόμενος στη Δύση είπε ότι «δεν μπορείτε να συγκρίνετε την Ελλάδα με την Τουρκία σε επίπεδο ισχύος. Να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Η Ελλάδα να αποσυρθεί από τα φυσικά της σύνορα και στα πλαίσια της δικής της ισχύος να έχει την δική της πολιτική και στρατηγικό όραμα και να έχει καλές σχέσεις με την Τουρκία». Κοινό σημείο αναφοράς των τουρκικών δηλώσεων είναι η ετοιμότητα της Άγκυρας για διάλογο εφ’ όλης της ύλης.

Αυτήν την κατεύθυνση χαράζουν σταθερά πρώτοι οι Ευρωατλαντικοί αξιωματούχοι. Ο επικεφαλής του ΝΑΤΟ, Στόλτενμπεργκ, κατά τη διήμερη επίσκεψή του στην Τουρκία αφού επισήμανε τον κομβικό ρόλο της στην ισχυροποίηση του ΝΑΤΟ, ζήτησε άμεση έγκριση της ένταξης των Φινλανδίας – Σουηδίας στη «συμμαχία», ώστε «να παρεμποδιστεί κάθε παρεξήγηση ή κακός υπολογισμός από την πλευρά της Μόσχας». Κατά την επίσκεψή του συζητήθηκαν «ένα εύρος θεμάτων, περιλαμβανομένων της συμβολής της Τουρκίας στην ασφάλεια του ΝΑΤΟ, της κατάστασης στο Αιγαίο, της κοινής πάλης κατά της τρομοκρατίας, της ένταξης των Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και της στήριξης των Συμμάχων στην Ουκρανία».

Αποκαλυπτικός και ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τσούνις, ο οποίος μιλώντας στον ΑΝΤ1 ανάδειξε τη βασική προτεραιότητα για τις ΗΠΑ, που δεν είναι άλλη από τη διασφάλιση της ευρωατλαντικής συνοχής στη ΝΑ Μεσόγειο, στο βωμό της οποίας «διευθετούνται» τα ελληνικά και κυπριακά κυριαρχικά δικαιώματα. Υποστήριξε : «Η πρωτεύουσα αρχή (για τις ΗΠΑ) είναι ότι πρέπει η Ελλάδα και η Τουρκία να συζητήσουν και να επιλύσουν τις διαφορές τους διπλωματικά και σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Διακυβεύονται πολλά. Και οι δύο είστε πολύ σεβαστοί σύμμαχοι και πολύ σημαντικά μέλη του ΝΑΤΟ».

Μάλιστα κουρελιάζοντας τα φληναφήματα για προστατευτική ασπίδα των ΗΠΑ, στην ερώτηση για το αν η Ελλάδα βρεθεί μόνη της απέναντι σε μια απρόκλητη επίθεση, ο Τσούνις «ένιψε τας χείρας» του λέγοντας πως «ο ελληνικός Στρατός είναι ικανός να προστατεύσει την πατρίδα. Όμως, ως πρέσβης των ΗΠΑ, οι ΗΠΑ θα εργαστούν ακούραστα για την ειρήνη. Θα εξακολουθήσουμε να παροτρύνουμε και τους δύο ΝΑΤΟϊ­κούς μας συμμάχους να επιλέξουν διπλωματικές οδούς για να επιλύσουν τις διαφορές τους»…

Από τη μεριά της η Αθήνα λιβανίζει την πρόσφατη «αμερικανικής κοπής» Συμφωνία Ισραήλ-Λιβάνου για τις θαλάσσιες ζώνες σαν δήθεν υπόδειγμα για ανάλογες διευθετήσεις στα Ελληνοτουρκικά, όπως και την ανάλογη συμφωνία με την Αίγυπτο (με τη μειωμένη επήρεια των νησιών που σταματάει στη Ρόδο) για τη μερική οριοθέτηση ΑΟΖ. Ο Μητσοτάκης επαναλαμβάνει ότι «μπορούμε να λύσουμε με αυτόν τον τρόπο τα θέματα, όπως κάναμε με την Αίγυπτο. Το Ισραήλ και ο Λίβανος είναι σε πόλεμο και πέτυχαν λύση. Δεν υπάρχει λόγος να μην κάνουμε το ίδιο με την Τουρκία». Ωστόσο το πρόσφατο αποτέλεσμα των εκλογών στο Ισραήλ με την ανάδειξη του Νετανιάχου στην κυβέρνηση δεν ευνοεί τα σχέδια ούτε της ταχείας επαναπροσέγγισης του Ισραήλ με την Τουρκία αλλά ούτε και της ομαλής εξέλιξης της παραπάνω συμφωνίας.

Οσμιζόμενος τις απαιτήσεις των «ισχυρών συμμάχων» σπεύδει και ο ΣΥΡΙΖΑ να βάλει πλάτη στις ελληνοτουρκικές διευθετήσεις. Υιοθετεί αμάσητο το «παράδειγμα» της Συμφωνίας Ισραήλ με τον Λίβανο (μέσω …ΗΠΑ), που ενώ «είναι σε κατάσταση πολέμου, να βρίσκουν τον δρόμο για να ενεργοποιηθεί η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, είναι ανάγκη και εμείς να κινηθούμε δημιουργικά και ενεργητικά», γράφει στην Καθημερινή ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ, Κατρούγκαλος.

Και ο Τσίπρας επαναλαμβάνοντας τη θέση για επέκταση των χωρικών υδάτων στη ΝΑ Μεσόγειο στα 12 ν.μ., σημειώνει ότι «Ελλάδα και Κύπρος μπορούμε και πρέπει να επιδιώξουμε την οριοθέτηση της ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας με όλες τις όμορες χώρες της Ανατολικής Μεσογείου». Ταυτόχρονα με την επιδίωξη μέσω άσκησης πίεσης η Τουρκία να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. «Ένα τραπέζι που μπορεί να περιλαμβάνει διάφορα επιμέρους διαπραγματευτικά σχήματα και συνθέσεις, αλλά θα πρέπει να βασίζεται στον σεβασμό των αρχών του Δικαίου της Θάλασσας και την ως τώρα νομολογία».

Με τον Σαμαρά να απαντά στον Τσίπρα, αλλά ουσιαστικά στον Μητσοτάκη, κατηγορώντας την Τουρκία ότι προσπάθησε να δημιουργήσει «τετελεσμένα», επιμένοντας ότι γι’ αυτό δεν έχει νόημα πια ο «διάλογος» μαζί της και υποστηρίζοντας ότι η Τουρκία «χρειάζεται άλλη αντιμετώπιση», «χωρίς μόνιμο κατευνασμό – χωρίς ανακύκλωση φοβικών ανακλαστικών».

Παράλληλα βρίθουν οι αναλύσεις και γνώμες «ειδικών» αρθρογράφων και «εμπείρων διπλωματών», που προετοιμάζουν τις διαθέσεις του λαού επαναφέροντας τις θέσεις για μαξιμαλιστικές αντιλήψεις της Ελλάδας και προβάλλοντας το δίλημμα για διάλογο ή πόλεμο με την Τουρκία, στα πρότυπα ανάλογων ερωτημάτων που οδήγησαν στα αδιέξοδα της Κύπρου.

Στο μεταξύ στην Κύπρο, μετά τον θάνατο του αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β’, μαίνεται η μάχη διαδοχής. Στη διαδικασία παρεμβαίνει και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Το ταξίδι του στην Κύπρο δεν σχετίζεται μόνο με την κηδεία αλλά έχει να κάνει και με τη διαδοχή Χρυσοστόμου, ο οποίος τον στήριξε στο ουκρανικό ζήτημα. Εκτιμάται ότι δύο από τους κυριότερους υποψήφιους διεκδικητές Μητροπολίτες στο θέμα του ουκρανικού έκλιναν υπέρ της Εκκλησίας της Ρωσίας, σε αντίθεση με τη θέση του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, αλλά και με τη θέση του Οικουμενικού Πατριάρχη. Τη θέση του Οικουμενικού Πατριάρχη προφανώς σιγοντάρει και η κυβέρνηση της Ελλάδας και φυσικά η Ουάσιγκτον δεν θα ευνοούσε την εκλογή Αρχιεπισκόπου ο οποίος, θεωρητικά, ταυτίζεται με τους Ρώσους.

Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί, ότι στην Κύπρο υπάρχουν περίπου 40.000-50.000 Ρώσοι (δεδομένου ότι σε πρώτη φάση δικαίωμα ψήφου έχουν όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί οι οποίοι κατοικούν στην Κύπρο).