Συμπληρώνεται αυτές τις μέρες ένας χρόνος πολέμου στην Ουκρανία. Ένας χρόνος πολέμου που έχει αφήσει πίσω του όλεθρο: Οι νεκροί στα πεδία της μάχης ανέρχονται σε χιλιάδες χωρίς να δίνεται ένας επαληθευμένος αριθμός τους. Ο ΟΗΕ αναφέρει ότι ο εξακριβωμένος αριθμός των άμαχων που έχουν σκοτωθεί από την έναρξη του πολέμου είναι 7.000, προσθέτοντας «ο πραγματικός απολογισμός των θυμάτων είναι αναμφίβολα υψηλότερος». Σχεδόν 8 εκατ. κάτοικοι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα και άλλοι 5,3 εκατ. έχουν εκτοπιστεί σε άλλες περιοχές μέσα στην Ουκρανία. Το 40% του πληθυσμού της Ουκρανίας έχει ανάγκη ανθρωπιστικής βοήθεια ενώ ανυπολόγιστες είναι οι καταστροφές που έχουν πάθει οι υποδομές της.

Παρά τον τραγικό απολογισμό, κανένα σημάδι τερματισμού του δεν φαίνεται. Αντίθετα, όλα δείχνουν ότι υπάρχει τέτοια παρόξυνση της αντιπαράθεσης Δύσης – Ρωσίας για την Ουκρανία, που ωθεί σε παραπέρα πιο επικίνδυνη κλιμάκωση του πολέμου. Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντ. Γκουτιέρες σε πρόσφατη ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ επεσήμανε χαρακτηριστικά πως «οι προοπτικές για ειρήνη δεν σταματούν να ελαττώνονται» ενώ «αυξάνονται οι κίνδυνοι μιας περαιτέρω κλιμάκωσης και σφαγής» και «ο κόσμος προχωρά προς έναν ευρύτερο πόλεμο» με «τα μάτια ορθάνοιχτα»!

Οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που βρίσκονται πίσω από την πρόκληση και κλιμάκωση αυτής της καταστροφικής πολεμικής σύγκρουσης δεν παύουν να δικαιολογούν τη συνέχισή της με υποκριτικά αφηγήματα υπεράσπισης «δικαιωμάτων» και επίπλαστες επικλήσεις του «διεθνούς δικαίου», επιχειρώντας κάτω από αυτά να συγκαλύψουν ποια είναι τα πραγματικά ιμπεριαλιστικά κίνητρα που την έχουν πυροδοτήσει και την κλιμακώνουν. Ωστόσο, τα γεγονότα είναι γνωστά:
Πριν ένα χρόνο, στις 21 Φεβρουαρίου του 2022, με διάγγελμά του ο Πούτιν ανακοίνωνε την αναγνώριση από τη Ρωσία της ανεξαρτησίας των αυτόνομων περιοχών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ και στις 24 Φεβρουαρίου ο ρώσικος ιμπεριαλισμός ξεκινούσε, υπό τον ψευδεπίγραφο και παραπλανητικό τίτλο «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», τον πόλεμο κατάκτησης εδαφών της Ουκρανίας για να προχωρήσει ύστερα από λίγους μήνες, με δημοψηφίσματα που έστησε, στην προσάρτηση περιοχών που κατέλαβε με το στρατό του (Ντονέσκ, Λουγκάνσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα).

Η ρώσικη στρατιωτική εισβολή συνάντησε την άμεση σφοδρή αντίδραση των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που είδαν να απειλείται η επιρροή και ο έλεγχος που επέβαλαν στην Ουκρανία μετά τη φιλοδυτική πραξικοπηματική ανατροπή της ουκρανικής κυβέρνησης το 2014. ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ συσπειρώθηκαν σε μια οξεία αντιπαράθεση απέναντι στη Ρωσία, ξεκινώντας ένα άγριο οικονομικό πόλεμο ενάντιά της, κινητοποιώντας τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις τους προς τα σύνορα της Ρωσίας, διοχετεύοντας μεγάλες ποσότητες στρατιωτικού εξοπλισμού και οικονομικής βοήθειας στο καθεστώς Ζελένσκι και ενισχύοντάς το με όλα τα μέσα για να παίξει το ρόλο της πολεμικής αιχμής του δόρατός τους ενάντια στη Ρωσία. Τη δυτική αντίδραση συνόψισε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στην πρόσφατη καθιερωμένη ετήσια ομιλία του στο Κογκρέσο για την «Κατάσταση της Ένωσης», περιγράφοντάς την ως μια «δοκιμασία» στην οποία οι ΗΠΑ «ηγήθηκαν, ένωσαν το ΝΑΤΟ και δημιούργησαν έναν παγκόσμιο συνασπισμό» και δίνουν την «υποστήριξή τους» στην Ουκρανία για «όσο χρειαστεί».

Στα μέσα Φεβρουαρίου ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ έκανε μια δήλωση αρκετά αποκαλυπτική όσον αφορά το χαρακτήρα της πολεμικής σύγκρουσης που διεξάγεται στην Ουκρανία, λέγοντας πως «δεν ξεκίνησε τον Φεβρουάριο (του 2022). Ξεκίνησε το 2014. Και από το 2014 το ΝΑΤΟ και οι σύμμαχοι υποστήριξαν την Ουκρανία με εκπαίδευση και εξοπλισμό έτσι ώστε οι Ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις να γίνουν πιο ισχυρές το 2022 από ότι ήταν το 2014. Και αυτό έκανε τη διαφορά όταν ο Πούτιν αποφάσισε να κάνει επίθεση στην Ουκρανία».

Όλα αυτά δείχνουν και το ποιο είναι το πραγματικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο ξέσπασε ο πόλεμος, η αφετηρία του οποίου θα πρέπει να αναζητηθεί στην κατάληξη που είχαν οι συνομιλίες της ηγεσίας της Ρωσίας με την ηγεσία των ΗΠΑ, όταν η πρώτη απηύθυνε προτάσεις για την υπογραφή Συνθήκης ανάμεσα σε ΗΠΑ – Ρωσία που θα παρείχαν «εγγυήσεις ασφαλείας» και θα απέκλειαν την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την εγκαθίδρυση αμερικάνικων στρατιωτικών βάσεων στις χώρες του πρώην σοβιετικού χώρου. Οι προτάσεις της Ρωσίας απηχούσαν τις επιδιώξεις της να ανακτήσει την επιρροή και τα συμφέροντα του ρωσικού ιμπεριαλισμού πάνω στα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης που απέσπασαν οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές ύστερα από τη διάλυσή της πριν 30 χρόνια και να εμποδίσει την ασφυκτικότερη περικύκλωση της Ρωσίας από δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Έθεσαν, ουσιαστικά, ζήτημα αναδιανομής των σφαιρών επιρροής ανάμεσα στην ιμπεριαλιστική Δύση και στην ιμπεριαλιστική Ρωσία, στη βάση ότι η Ρωσία στα χρόνια που μεσολάβησαν ανάκτησε ισχύ και διαμορφώθηκε ένας νέος παγκόσμιος συσχετισμός δυνάμεων.

Όταν οι διαπραγματεύσεις και οι συνομιλίες κορυφής ΗΠΑ – Ρωσίας, που πραγματοποιήθηκαν πριν το Φεβρουάριο του 2022, οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο, η «διευθέτηση» του ζητήματος της αναδιανομής των ιμπεριαλιστικών επιρροών με ειρηνικό τρόπο, όπως πολλές φορές έχει συμβεί στην ιστορία, ναυάγησε και άνοιξε ο δρόμος για να «λυθεί» το ζήτημα με πολεμικά μέσα. Αυτό σηματοδότησε η έναρξη της ρωσικής στρατιωτικής εισβολής στην Ουκρανία και η πολεμική απάντηση που έδωσαν οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ μέσω της ισχυρής στήριξης και καθοδήγησης που έδωσαν και δίνουν στο καθεστώς Ζελένσκι και τον ουκρανικό στρατό.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει συνταράξει και συνταράζει το παγκόσμιο σκηνικό. Έχει αναδιατάξει και αναδιατάσσει σχέσεις ανάμεσα στα κράτη. Ο Γερμανός Καγκελάριος Ο. Σόλτς, στη Σύνοδο του G7 την περιέγραψε ως «μια πολύ βαθιά τομή στις διεθνείς σχέσεις» και ως «ιστορική καμπή», τονίζοντας πως «οι σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία δεν μπορούν να επιστρέψουν στην εποχή πριν από τη ρωσική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας».

Οι πιο χτυπητές αναδιατάξεις που έχει προκαλέσει είναι η συσπείρωση ΗΠΑ-ΕΕ-ΝΑΤΟ απέναντι στη Ρωσία, η «αναζωογόνηση» του προγενέστερα λεγόμενου «εγκεφαλικά νεκρού ΝΑΤΟ» και το τράβηγμα κρατών, όπως η Σουηδία και η Φιλανδία, μέσα σε αυτό, το σπάσιμο των ιδιαίτερων σχέσεων που διατηρούσε επί δεκαετίες η Γερμανία με τη Ρωσία, η συμπαράταξη της Κίνας με τη Ρωσία, οι αποστάσεις που κρατούν μεγάλες δυνάμεις, όπως η Ινδία κ.ά., απέναντι στη Δύση απέχοντας από την καταδίκη της ρωσικής εισβολής.

Οι βαριές συνέπειες του πολέμου δεν περιορίζονται μόνο στην αιμορραγία του ουκρανικού λαού που είναι και το κύριο θύμα. Διαχέονται σε όλο τον πλανήτη και πρώτα-πρώτα στην εγγύτερη Ευρώπη:

Πρώτο, μέσω του άγριου οικονομικού πόλεμου μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, ο οποίος συμπεριλαμβάνει: Απανωτές οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ στη Ρωσία. Αποκοπή της Ρωσίας από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα που ελέγχεται από τη Δύση και αντίστοιχα δημιουργία νέων αποδολαριοποιημένων χρηματοπιστωτικών συστημάτων από τη Ρωσία και την Κίνα. Ανατροπή των μέχρι σήμερα διακρατικών ενεργειακών σχέσεων και δεσμών, με στόχους την ενεργειακή απαγκίστρωση της Ευρώπης από τη Ρωσία και την επίτευξη της ενεργειακής πρόσδεσής της στις ΗΠΑ, με μέσα που φτάνουν μέχρι σαμποτάζ -αμερικάνικης κοπής- στους ενεργειακούς αγωγούς της Ρωσίας. Ενεργειακά αντίποινα της Ρωσίας προς τη Δύση και δημιουργία πιο ενισχυμένων ενεργειακών σχέσεων της Ρωσίας με την Κίνα, την Ινδία και άλλες χώρες.

Ο πόλεμος έχει προκαλέσει μια θυελλώδη διεθνή οικονομική αναταραχή που βαθαίνει την παγκόσμια οικονομική κρίση, γιγαντώνει την ακρίβεια και τον πληθωρισμό και συσσωρεύει εκτεταμένη ανεργία, φτώχεια, προσφυγικά και μεταναστευτικά κύματα και σκληρά αντιλαϊκά μέτρα.

Δεύτερο, με την κλιμάκωση της πολεμικής αντιπαράθεσης στην Ουκρανία που έχει φέρει στο προσκήνιο επικίνδυνες απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων. Απειλεί να εμπλέξει στο πολεμικό πεδίο και άλλες χώρες και ωθεί προς μια άμεση αναμέτρηση των στρατιωτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας. Έχει ενεργοποιήσει μια χωρίς προηγούμενο μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο στρατιωτικοποίηση των κρατών, που προωθείται με τη διάθεση εκατοντάδων δισεκατομμυρίων σε κονδύλια δημιουργίας σύγχρονων εξοπλισμών και ενίσχυσης των στρατών, με την εκτεταμένη κινητοποίηση στρατιωτικών δυνάμεων σε θέσεις πολεμικής παράταξης.

Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία, κλείνοντας τον ένα χρόνο του, οδηγείται από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Δύσης και το ρώσικο ιμπεριαλισμό στο δρόμο μιας πιο επικίνδυνης συνέχισης με το διευθυντή της CIA Γουίλιαμ Μπερνς να κάνει την εκτίμηση ότι το «κλειδί» της σύγκρουσης «είναι στο πεδίο της μάχης τους επόμενους έξι μήνες», και τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου, Ντμ. Πεσκόφ, να βλέπει πως «σταδιακά εξαφανίζεται η γραμμή μεταξύ έμμεσης και άμεσης εμπλοκής» των δυτικών στον πόλεμο με το ρώσικο στρατό στην Ουκρανία, η ανάγκη να ενταθεί η αντιιμπεριαλιστική-αντιπολεμική κινητοποίηση των λαϊκών δυνάμεων προβάλλει εξαιρετικά επιτακτική.

Για να φύγουν οι Ρώσοι και οι οι δυτικοί ιμπεριαλιστές και οι υποτακτικοί τους από την Ουκρανία.
Για να σταματήσει η αποστολή όπλων από την ελληνική κυβέρνηση στην Ουκρανία και η εμπλοκή της Ελλάδας στον καταστροφικό πόλεμο.