Καθώς συμπληρώνονται 10 μήνες πολέμου στην Ουκρανία, με τις βαριές συνέπειές του να συσσωρεύονται σε όλες τις πλευρές των αντιπαρατιθέμενων δυνάμεων και με τις πιέσεις στη διεθνή -και περισσότερο στην ευρωπαϊκή- οικονομία να αυξάνονται, διεγείροντας κρατικές και πολιτικές αντιθέσεις, στο προσκήνιο εμφανίζονται νέα επεισόδια που δείχνουν και τους κινδύνους που εγκυμονεί η παράταση και η όξυνση της πολεμικής σύγκρουσης και ταυτόχρονα κινήσεις για μια διαχείριση της εξέλιξής της, που ενεργοποιούνται από αποκλίνουσες και αντικρουόμενες επιδιώξεις των βασικών δυνάμεων που εμπλέκονται στο Ουκρανικό πολεμικό κουβάρι.

Τα πρόσφατα επεισόδια του Ουκρανικού πυραύλου που ρίχτηκε στην Πολωνία και στη συνέχεια ο νέος βομβαρδισμός του πυρηνικού εργοστασίου της Ζαπορίζια που σήκωσαν παγκόσμια ανησυχία κατέδειξαν την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στο μέτωπο της Ουκρανίας και σε τι επικίνδυνες τροπές επέκτασης του πολέμου μπορεί να οδηγήσουν ενέργειες που εγκυμονούνται από την ένταση και την παράτασή του.

Τον αντιαεροπορικό πύραυλο -που εκτοξεύτηκε από ουκρανική συστοιχία αντιαεροπορικής άμυνας S-300 και έπληξε πολωνικό έδαφος σκοτώνοντας δύο ανθρώπους- το καθεστώς της Ουκρανίας έσπευσε αμέσως να τον αποδώσει στη Ρωσία με τον Ζελένσκυ να αποφαίνεται κατηγορηματικά πως «δεν έχει καμία αμφιβολία» ότι δεν ήταν από την Ουκρανία αλλά ότι ήταν «ρωσικός πύραυλος» που έπληξε έδαφος του ΝΑΤΟ. Η Ρωσία τον διέψευσε, ωστόσο, ο Ζελένσκυ συνέχισε να κατηγορεί επίμονα τη Ρωσία ότι θέλει «εξάπλωση των εχθροπραξιών στο έδαφος του ΝΑΤΟ» και ότι, γι’ αυτό, το τελευταίο πρέπει να επέμβει. Δεν είναι τυχαίο ότι η ρίψη του πυραύλου επιλέχτηκε να γίνει τις ώρες που συνέρχονταν η σύνοδος G20 στην Ινδονησία με τον Ζελένσκυ να δηλώνει μέσω βιντεοδιάσκεψης στους ηγέτες της Ομάδας των 20 πως το πυραυλικό πλήγμα στην Πολωνία «δεν είναι τίποτα άλλο από ένα μήνυμα της Ρωσία προς τη σύνοδο της G20» και «ότι υπάρχει ένα τρομοκρατικό κράτος μεταξύ σας εναντίον του οποίου πρέπει να αμυνθούμε». Οι εκκλήσεις Ζελένσκυ παρέπεμπαν κατευθείαν σε μια μετατροπή του πολέμου στην Ουκρανία σε πολεμική σύγκρουση ΝΑΤΟ και Ρωσίας, αν και η Δύση έχει δείξει ότι δεν επιθυμεί να οδηγηθεί ως εκεί ο πόλεμος στην Ουκρανία με δεδομένο και ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε, ουσιαστικά, ξέσπασμα παγκόσμιου πολέμου.

Το Ουκρανικό πυραυλικό πλήγμα στην Πολωνία προκάλεσε διεθνή συναγερμό και άμεσες ολονύκτιες διαβουλεύσεις μεταξύ του Μπάιντεν και άλλων ηγετών κρατών του G7 -της ΕΕ και του ΝΑΤΟ- οι οποίες είχαν σαν κατάληξη ο πρόεδρος των ΗΠΑ να ενημερώσει πως «είναι απίθανο, με δεδομένη την τροχιά, να βλήθηκε από τη Ρωσία», ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ ότι «δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ήταν αποτέλεσμα εσκεμμένης επίθεσης, ούτε σημάδια ότι η Ρωσία σχεδίαζε να επιτεθεί σε χώρες του ΝΑΤΟ», ενώ και η Πολωνία -παρά το αντιρώσικο μένος τής πολιτικής της- είπε κι αυτή ότι ο πύραυλος εκτοξεύτηκε από ένα ουκρανικό σύστημα αεράμυνας.

Οι ενημερώσεις αυτές αποτέλεσαν τη Δυτική διάψευση των ισχυρισμών του Ζελένσκυ και, ταυτόχρονα, μια «σύσταση» των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ προς το Ουκρανικό καθεστώς να περιορίσει τις πολεμικές ενέργειες του στα όρια που υπαγορεύει η Δύση. Το μήνυμά τους στάλθηκε και μέσα από δημοσιεύματα μεγάλων δυτικών μέσων ενημέρωσης που έγραψαν πως ο Ζελένσκυ έδειξε πρόθεση «να κεφαλαιοποιήσει το επεισόδιο» και «αρχίζει να εξαντλεί την υπομονή ορισμένων δυτικών διπλωματών» που «φοβούνται ότι η κατά καιρούς μαξιμαλιστική γλώσσα και οι απαιτήσεις του Κιέβου κινδυνεύουν να προσθέσουν τη λεγόμενη «κόπωση της Ουκρανίας» μεταξύ των συμμάχων».

Ωστόσο, λίγες μέρες μετά επαναλήφθηκαν βομβαρδισμοί προς το πυρηνικό εργοστάσιο της Ζαπορίζια, που προκάλεσαν νέες ανησυχίες για πυρηνικό «δυστύχημα», και η Ουκρανία έσπευσε κι αυτούς να τους αποδώσει στη Ρωσία. Ισχυρισμός που ακούγεται παράδοξος όταν είναι γνωστό πως η περιοχή της Ζαπορίζια που βρίσκεται ο πυρηνικός σταθμός βρίσκεται υπό τον έλεγχο των ρώσικων στρατιωτικών δυνάμεων. Η Ρωσία τον διέψευσε, ανακοίνωσε πως οι Ουκρανικές δυνάμεις έκαναν τον βομβαρδισμό, καθώς έχουν κάνει τη Ζαπορίζια επίκεντρο της αντεπίθεσής τους, και άφησε να εννοηθεί πως η Ουκρανία επιδιώκει ένα πυρηνικό δυστύχημα για να εγκατασταθούν με μια τέτοια αφορμή δυτικές στρατιωτικές δυνάμεις στο έδαφος της Ουκρανίας και να εμπλακούν άμεσα τα δυτικά κράτη στον πόλεμο. Είναι, πάντως, αξιοσημείωτο πως ο επικεφαλής της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενεργείας (ΙΑΕΑ), αν και η υπηρεσία του έχει εγκατεστημένους επιθεωρητές της στο πυρηνικό εργοστάσιο της Ζαπορίζια, στη σχετική ανακοίνωσή του απέφυγε να πει ποιος βρίσκεται πίσω από τις τις εκρήξεις που σημειώθηκαν στο χώρο του μεγάλου πυρηνικού σταθμού…

Τα επικίνδυνα επεισόδια εκδηλώθηκαν μέσα σε ένα πλαίσιο όπου ο πόλεμος και η αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας συνεχίζεται, με ενέργειες και από τις δύο πλευρές που δυναμώνουν την έντασή της. Η πλευρά της Δύσης την τροφοδότησε κι άλλο τις τελευταίες εβδομάδες: με την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ να ζητήσει έγκριση άλλων 37,7 δισ. δολαρίων από το Κογκρέσο για να δοθούν ως στρατιωτική, οικονομική, πληροφοριακή και υγειονομική βοήθεια στο Κίεβο. Με την αποστολή πρόσθετου εξοπλισμού στην Ουκρανία και από άλλα δυτικά κράτη. Με το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ που καλεί τη Μόσχα να αποζημιώσει τις απώλειες που προκλήθηκαν στην Ουκρανία και η οποία σύμφωνα με το γραμματέα Τύπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ «έχει στόχο να ολοκληρώσουν τη λεηλασία των αποθεμάτων μας σε χρυσό και ξένο συνάλλαγμα». Με το ψήφισμα της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ που χαρακτηρίζει τη Ρωσία «κράτος τρομοκράτη» και ζητά τη σύσταση ειδικού Διεθνούς Δικαστηρίου για τη ρωσική επιθετικότητα. Με το ψήφισμα της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης που κηρύσσει τη Ρωσία «χώρα με καθεστώς τρομοκρατίας». Με παρόμοιο ψήφισμα που ετοιμάζει και το Ευρωκοινοβούλιο. Με το τελικό ανακοινωθέν της Συνόδου Κορυφής του G20 που αναφέρει ότι «τα περισσότερα μέλη καταδικάζουν έντονα τον πόλεμο στην Ουκρανία» και «ζητούν απόσυρση της Ρωσίας».

Απέναντι σε αυτές τις δυτικές πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές πιέσεις, η Ρωσία αντιπαρατάσσει την κλιμάκωση των πυραυλικών επιθέσεών της σε ενεργειακές και στρατηγικές δομές της Ουκρανίας που έχουν φέρει εκτεταμένες διακοπές ρεύματος και ύδρευσης στην Ουκρανία, καθώς -σύμφωνα με τις Ουκρανικές ανακοινώσεις- το 40% της ενεργειακής υποδομής της χώρας έχει πληγεί από τα ρώσικα χτυπήματα. Είναι προφανές ότι η Ρωσία με αυτή την τακτική, καθώς η Ουκρανία έχει ήδη μπει στον βαρύ χειμώνα, θέλει να μεγιστοποιήσει την πίεσή της προς την κυβέρνηση του Ζελένσκυ.

Παρά τις κραυγές του καθεστώτος Ζελένσκυ για την αντεπίθεση και τις «νίκες» των Ουκρανικών δυνάμεων, οι ενέργειές του -να εξαπολύσει πύραυλο στην Πολωνία και να βομβαρδίσει το πυρηνικό εργοστάσιο της Ζαπορίζια- δεν δείχνουν παρά ότι βρίσκεται πιεσμένο από τις ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις σε βαθμό που να καταφεύγει σε προβοκατόρικες ενέργειες για να εμπλέξει άμεσα τις δυτικές δυνάμεις στον πόλεμο.

Οι κίνδυνοι που εγκυμονούνται από τέτοιου είδους ενέργειες αλλά και οι επιπτώσεις που αθροίζονται από τη συνέχιση του πόλεμου και από τις κυρώσεις -δημιουργώντας ένα αυξανόμενο κλονισμό της παγκόσμιας οικονομίας, ο οποίος με τη σειρά του τροφοδοτεί κρατικές και πολιτικές αντιθέσεις αλλά και μια διευρυνόμενη κοινωνική αναστάτωση, σαν αυτή που εκδηλώνεται με μεγάλες διαδηλώσεις και απεργίες στην Ευρώπη- έχουν δρομολογήσει και νέους χειρισμούς στην όλη κατάσταση.

Σε πρώτο πλάνο φάνηκε η Δύση να παρεμβαίνει να «χαλιναγωγήσει» το Ουκρανικό καθεστώς για τις παρεκκλίσεις από τα όρια που έχει θέσει στη διεξαγωγή του πολέμου στην Ουκρανία, όρια μέσα στα οποία θέλει την έκταση της αντιπαράθεσής της με τη Ρωσία. Ωστόσο, πέρα από αυτό, διαφαίνεται να γίνονται και άλλες διεργασίες που προσπαθούν να διαχειριστούν τις αντιθέσεις και τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η πορεία του πολέμου στην Ουκρανία, στην προώθηση των βασικών επιδιώξεων των μεγάλων δυνάμεων που αντιπαρατίθενται.

Ενδεικτικές εκφράσεις τους είναι το ότι το τελικό ανακοινωθέν της G20 ομολογεί διαφωνίες στο εσωτερικό της για τη στάση απέναντι στη Ρωσία και διαφορές απόψεων για «τις εκτιμήσεις της κατάστασης και των κυρώσεων». Ότι ο πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου των ΗΠΑ, στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, προχώρησε σε δήλωση ότι «η πιθανότητα μιας ουκρανικής στρατιωτικής νίκης σύντομα -που ορίζεται ως εκδίωξη των Ρώσων από όλη την επικράτεια της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας- δεν είναι μεγάλη», και ότι «ίσως μπορέσει να υπάρξει μια πολιτική λύση» προσθέτοντας πως «μπορεί να είναι ο χειμώνας ευκαιρία για διπλωματική δέσμευση» και «όταν υπάρχει μια ευκαιρία για διαπραγμάτευση, όταν μπορεί να επιτευχθεί ειρήνη, αδράξτε την. Αδράξτε τη στιγμή».

Παράλληλα πραγματοποιήθηκαν συνομιλίες υψηλού επιπέδου μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ πριν λίγες μέρες στην Άγκυρα, ενώ Γαλλία και Ιταλία θέτουν ζήτημα αποκλιμάκωσης της πολεμικής σύγκρουσης, με το Μακρόν να προτείνει μεσολάβηση της Κίνας στη Ρωσία αλλά και να ανακοινώνει ότι θα συναντηθεί με τον Πούτιν.

Η Ρωσία σχολίασε αυτές τις δυτικές κινήσεις ως «κινήσεις δύο επίπεδα» που γίνονται «εδώ και βδομάδες», με συχνές δηλώσεις για ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία, πάντα όμως με το επικάλυμμα «όταν το θελήσει η Ουκρανία»…

Και ενώ σημειώνονται όλα αυτά, ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται καθώς όλοι γνωρίζουν ότι τα αποτελέσματα στο πολεμικό πεδίο είναι εκείνα που θα κρίνουν, τελικά, τι θα γίνει.