Μόνο καγχασμό μπορεί να προκαλέσουν οι δηλώσεις και οι προεκλογικοί διαξιφισμοί στελεχών των αστικών κομμάτων, ότι έχουν πιο φιλολαϊκή φορολογική πολιτική το ένα από το άλλο. Ιδιαίτερα οι δηλώσεις του εκπροσώπου της ΝΔ Σκέρτσου ότι «δεν υπάρχει καμία, μα καμία αύξηση φόρων, μόνο μειώσεις» και η προβολή ενός «πίνακα» συνεργάτη του, που «αποδεικνύει» πως η μείωση του ΦΠΑ ευνοεί τους πλούσιους, σε συνδυασμό με εκείνες του βουλευτή της ΝΔ Θεοχάρη ότι «οι εύποροι φορτώνονται τον ΦΠΑ στα τρόφιμα για να έχετε εσείς Market Pass»(!), ήταν τόσο προκλητικές, που αναγκάστηκε ο Μητσοτάκης, για να τις δικαιολογήσει, να διευκρινίσει ότι «η μείωση του ΦΠΑ ακόμη και αν γίνει δεν θα περάσει στις τελικές τιμές καταναλωτή»!

Το φορο-χαρτοπόλεμο ανάμεσα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ πυροδότησαν οι τοποθετήσεις βουλευτών του ΠΑΣΟΚ -Χρονοπούλου, Δουδωνή– ότι «θα αυξήσουμε τους φόρους που βλέπουμε ότι ουσιαστικά πλήττουν τη μεσαία τάξη», αλλά και του εκπροσώπου Τύπου του ΠΑΣΟΚ Δ. Μάντζου για «κλιμακωτή προοδευτική φορολόγηση» στα «διανεμόμενα μερίσματα από τα κέρδη των επιχειρήσεων, που σήμερα φορολογούνται οριζόντια με τον χαμηλότερο συντελεστή στην Ευρώπη, 5%».

ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, αφού έγδαραν -με τη φοροληστεία και τους μνημονιακούς νόμους που παραμένουν σε ισχύ- μισθωτούς, επαγγελματίες και συνταξιούχους, έχουν στήσει καβγά πάνω στα λεηλατημένα από τους φόρους λαϊκά στρώματα. Όμως «ο κόσμος το ’χει τούμπανο κι αυτοί κρυφό καμάρι». Ο λαός μας βιώνει μια απίστευτη φοροεπιδρομή από όλες τις μέχρι σήμερα κυβερνήσεις.
Η Ελλάδα είναι η χώρα όπου οι έμμεσοι φόροι αποτελούν τη βασική πηγή των φορολογικών εσόδων. Ο αριθμητής του κλάσματος έμμεσοι/άμεσοι φόροι αυξάνει διαρκώς και είναι γνωστό ποιοι πληρώνουν τους έμμεσους φόρους, που επί δύο χρόνια στη σειρά, έχουν κάνει «ρεκόρ». Μόνο για το 2023 προβλέπεται τα λαϊκά νοικοκυριά να πληρώσουν πάνω από 57 δισ. σε φόρους (δηλαδή, το 95% των συνολικών φορολογικών εσόδων που είναι περίπου 60 δισ.), ενώ το μεγάλο κεφάλαιο μόνο το 5%. Η κατάργηση του αφορολόγητου, η διεύρυνση και μονιμοποίηση των «αντικειμενικών κριτηρίων», η επιβολή του χαρατσιού του «τέλους επιτηδεύματος» έχουν πλήξει σκληρά και τη λεγόμενη «μεσαία τάξη», για την οποία προεκλογικά όλοι κόπτονται.

Από την άλλη πλευρά είχαμε φοροασυλία του τραπεζικού και εφοπλιστικού κεφαλαίου -μέσα από «ειδικούς αναπτυξιακούς» και άλλους νόμους- και φοροαπαλλαγές από τις κυβερνήσεις ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, που εφαρμόστηκαν εναλλάξ από όλους. Εκτίναξη των κερδών των σούπερ μάρκετ και των ενεργειακών ομίλων, αύξηση των κερδών των τραπεζικών ομίλων. Τα 3 δισ. κέρδη των τραπεζών δεν έπεσαν από τον ουρανό. Αυξήθηκαν και από τις κρατήσεις και τις προμήθειες που προέκυψαν από τη διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Το πρώτο τρίμηνο 2023 είχαμε 170% αύξηση κερδών των 30 εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, συνέχεια στο κερδοσκοπικό πάρτι του 2022 (300% αύξηση σε σχέση με το 2021).

Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, που κομπάζει για τα 37 δισ. «μαξιλάρι» που άφησε στην κυβέρνηση της ΝΔ, φορο-ληστεύοντας εργαζόμενους και μικροεπαγγελματίες. Είναι το ΠΑΣΟΚ, που έχει βάλει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στη φοροληστεία, με τρία μνημόνια που στήριξε, «πρωτοπορώντας» και σε χαράτσια, όπως ο ΕΝΦΙΑ, ο περίφημος μνημονιακός ΕΕΤΗΔΕ του Βενιζέλου, που θα ίσχυε μόνο για δυο χρόνια. Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ που πήγε την φορολογία των μερισμάτων από το 15% στο 10% και η ΝΔ από το 10% στο 5%. Ό ένας έκοβε κι ο άλλος έραβε.

Αποκορύφωμα σε όλη αυτή την κλωτσοπατινάδα ήταν η θλιβερή πρόταση Τσίπρα να πάνε μαζί με τον Μητσοτάκη στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για να κοστολογηθούν τα προγράμματα τους και για να διακριβωθεί εάν αυτά είναι εντός της δημοσιονομικής σταθερότητας της ΕΕ, με τον βουλευτή της ΝΔ Βορίδη να διευκρινίζει ότι «το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους δεν έχει τη νομική δυνατότητα να κοστολογήσει τα προγράμματα των κομμάτων».

Όσο και αν προσπαθούν να «αποκρύψουν» τα «κρυφά προγράμματά» τους, «κρυφή ατζέντα» φορολόγησης δεν υπάρχει, αφού, όποια κυβέρνηση κι αν προκύψει, η συνέχιση της φοροληστείας του λαού είναι δεδομένη. Η δαμόκλειος σπάθη της «δημοσιονομικής σταθερότητας» της ΕΕ, στο όνομα της οποίας όλοι ορκίζονται, οι όροι και οι δεσμεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, που όλοι υμνούν και υποτάσσονται, όπου γίνεται σαφής και ξεχωριστή αναφορά για την λεγόμενη «διεύρυνση της φορολογικής βάσης», οδηγούν μετά τις εκλογές σε ένα νέο αντιλαϊκό φοροληστρικό πρόγραμμα. Ας προετοιμαστούμε για νέους μαζικούς, ενωτικούς αγώνες και ας ενισχύσουμε στις εκλογές τις δυνάμεις της Πραγματικής Αριστεράς, που είναι σίγουρο ότι θα στηρίξουν και θα ενισχύσουν αυτή την κατεύθυνση στο κίνημα.

Εκτός από την συκοφάντηση της Αριστεράς,
ο ΣΥΡΙΖΑ απαξίωσε και την απλή αναλογική

Στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτικού συστήματος, η απλή αναλογική αποτελούσε και αποτελεί πάγιο δημοκρατικό αίτημα, όχι από τη σκοπιά των εκλογικών συνεργασιών, αλλά από την άποψη της γνήσιας και ανόθευτης έκφρασης της λαϊκής ψήφου, η οποία αλλοιώνεται με κάθε άλλο είδος ενισχυμένου και προνομιακού για τα κόμματα εξουσίας συστήματος. Είναι διαρκής και επαναλαμβανόμενη από εκλογές σε εκλογές η ψήφιση από το κόμμα που κυβερνάει ενός νέου εκλογικού νόμου «κομμένου και ραμμένου στα μέτρα του».

Βέβαια ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν ψήφιζε ένα «είδος» απλής αναλογικής, που δεν ήταν και τόσο αναλογική, δεν το έκανε από «δημοκρατικότητα», αλλά για να μπορέσει στις επόμενες εκλογές -με τη λογική φθορά που θα είχε- να καταφέρει με κυβερνήσεις συνεργασίας να συνεχίσει να έχει τη νομή της εξουσίας, λεηλατώντας και εκβιάζοντας τα μικρότερα κόμματα της Αριστεράς.

Η «κουτσουρεμένη» αυτή αναλογική θέτει το όριο του 3% για την εκλογή βουλευτών, προκειμένου να αποκλειστούν τα «μικρά» -αριστερά κυρίως κόμματα- και για να αποτραπεί η εκλογή αμιγούς ομάδας βουλευτών από μειονοτικά κόμματα. Έτσι αυτή η «απλή αναλογική» οδηγεί στον αποκλεισμό – κλοπή του 16% του εκλογικού σώματος (1.000.00 ψήφοι περίπου, για τις εκλογές του Μάη 2023) και στο σφετερισμό 48 βουλευτών, από τα «μεγάλα» κόμματα. Η ψήφος του ενός στους έξι πολίτες δεν οδηγεί σε εκλογή βουλευτών, γιατί αποφάσισαν τα ισχυρότερα κόμματα να την κλέψουν.

Έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από το «κουτσούρεμα», για να δικαιολογήσει την ήττα του, την απέδωσε στην «ήττα της στρατηγικής της απλής αναλογικής», κατηγορώντας τις «προοδευτικές δυνάμεις στις οποίες τείναμε το χέρι της συνεργασίας, καθ΄ όλη την προεκλογική περίοδο». Έτσι έδωσε ένα δεύτερο χτύπημα στην απλή αναλογική, δίνοντας ταυτόχρονα και το επιχείρημα στο Μητσοτάκη να την αναθεματίσει, γιατί οδηγεί δήθεν σε «ακυβερνησία», και να υμνήσει το καλπονοθευτικό, πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα της «ενισχυμένης αναλογικής». Έτσι έχουν περάσει σε πολύ κόσμο την αντίληψη ότι η απλή αναλογική δημιουργεί προβλήματα, απαξιώνοντάς την.

Βέβαια, με δεδομένη τη στρατηγική συμφωνία και τα κοινά προγράμματα των αστικών κομμάτων, θα μπορούσε να σχηματιστεί κυβέρνηση από αυτά και με τη Βουλή που προέκυψε, όπως έχει γίνει πολλές φορές, όταν το σύστημα είχε ανάγκη και έτσι δεν θα είχαμε «ακυβερνησία».

Σε αυτή την φάση όμως τα αστικά επιτελεία επιζητούν μια μεγαλύτερη σταθερότητα, με μια κυβέρνηση που θα έχει έναν επαρκή και ασφαλή αριθμό βουλευτών, για να ολοκληρώσει τις «μεγάλες μεταρρυθμίσεις», να συνεχίσει δηλαδή την μνημονιακή λαίλαπα.
Όμως, όπως σημειώνει η εκλογική διακήρυξη του Μ-Λ ΚΚΕ: «Καμιά «τάξη» και καμιά πολιτική σταθερότητα δεν μπορεί να στηριχθεί πάνω στην εξαθλίωση του λαού και την υποδούλωση της χώρας. Στο έδαφος αυτό, μόνο όξυνση των λαϊκών αντιδράσεων και της ταξικής πάλης μπορεί να σημειωθεί».