Η αναταραχή στο κεφάλαιο Κράτος – Εκκλησία καλά κρατάει. Ύστερα από την αποκάλυψη της συμφωνίας των 15 σημείων ανάμεσα στον Τσίπρα και τον Ιερώνυμο ήρθε ο …κατακλυσμός.

Κύριο τμήμα των αντιδράσεων είναι η μετακίνηση των 10.000 ιερέων από το κράτος (δημόσιοι υπάλληλοι) στις μητροπόλεις. Για την ιστορία σημειώνουμε ότι το σύνολο των μισθοδοτούμενων ιερέων – νεωκόρων – διοικητικών αγγίζει τις 10.000 άτομα, οι λειτουργούσες εκκλησίες είναι 6.500 και τα μοναστήρια (πλην του Αγίου Όρους) 500. Ο Σύνδεσμος Κληρικών (ΙΣΚΕ), δηλαδή το σωματείο του κατώτερου κλήρου, είναι φανερό ότι προτιμάει το κράτος από τους μητροπολίτες και τη σιγουριά του μηνιάτικου από τη φιλευσπλαχνία της εκκλησιαστικής ελίτ (μητροπολίτες).

Αυτός ο τρίτος παράγοντας, δηλαδή ο κατώτερος κλήρος, απ’ ό,τι φάνηκε δεν υπήρχε στις πολύμηνες και κρυφές συνεννοήσεις ΣΥΡΙΖΑ – Ιεραρχίας και αξιοποιήθηκε δεόντως από τη ΝΔ και τα υπόλοιπα κόμματα αναγκάζοντας την κυβέρνηση ν’ αναδιπλωθεί και ν’ αρχίσει τα «ήξεις-αφήξεις». Έτσι ο σχεδιασμένος «ιστορικός συμβιβασμός» (όπως και η συμφωνία των Πρεσπών) παραπέμπεται σε νέες συνομιλίες και διαβουλεύσεις – ένα αγαπημένο άθλημα της κυβέρνησης.

Για όσους σκέφτονται με τις μεθόδους και τα υλικά της αριστεράς το πράγμα είναι απλούστερο και δεν σχετίζεται με τακτικισμούς.

Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει – από τη σύσταση του ελληνικού κράτους – έναν σφιχτό εναγκαλισμό με το πολιτικό κράτος. Δεν είναι μόνο το Σύνταγμα στο οποίο αποτυπώνεται η δεσπόζουσα θέση της Εκκλησίας που φτάνει στο σημείο ν’ απαιτεί ο «πρόεδρος της Δημοκρατίας» να είναι ορθόδοξος. Η Εκκλησία βάζει το χνάρι της στο σύνολο των ηθών – εθίμων της χώρας (γιορτές, γάμοι, κηδείες, σχολικές προσευχές, εικόνες σε δημόσια κτίρια, αργίες κ.α.) έτσι ώστε η δράση της να επεκτείνεται πέραν από τις σχέσεις της με το πολιτικό κράτος και πάντως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά από τα δυτικά αστικά κράτη που έχουν πετύχει, άλλο περισσότερο άλλο λιγότερο, τον αποχωρισμό κράτους – εκκλησίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Αποτελεί παράδοξο σχήμα στην Αττική με χιλιάδες μουσουλμάνους να μην υπάρχει ένας λατρευτικός χώρος ή να χρειάζεται η Εκκλησία νάχει λόγο για το ζήτημα. (Αφήνουμε κατά μέρος το γεγονός ότι το Ισλάμ, απαγορεύει στις γυναίκες να πηγαίνουν στα τζαμιά).

Η αριστερά δεν έχει σχέση με τις μεταφυσικές αγωνίες και έχει λύσει προ πολλού το ζήτημα του θεού και των κανονιστικών όρων λατρείας του. Ωστόσο σέβεται τις εσωτερικές ανησυχίες όσων πιστεύουν, αποδέχεται να είναι η πίστη ατομική υπόθεση του καθενός και παλεύει ώστε το κράτος να διαχωριστεί από τις θρησκείες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επιπρόσθετα απαιτεί η εκκλησιαστική περιουσία (γη, ακίνητα) να αποδοθεί στην κοινωνία και σε καμία περίπτωση να φτιαχτεί ένα νέο ταμείο (σαν το ΤΑΥΠΕΔ) για να χωρίζει 50/50 τα έσοδά του ανάμεσα στην κυβέρνηση και την Εκκλησία.

Όταν οι φτωχοί και οι άστεγοι περισσεύουν, τα παιδιά δεν έχουν παιδικούς σταθμούς και σχολεία, οι άρρωστοι δεν έχουν νοσοκομεία, αποτελεί πρόκληση η συμφωνία κορυφής Τσίπρα – Ιερώνυμου. Έχουμε κατά νου το ιστορικό προηγούμενο, στη δεκαετία του 1980, όταν οι λεονταρισμοί του Α. Παπανδρέου κατέληξαν στο προσκύνημα της Παναγίας Σουμελά και δεν φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται να κόψει τον εκκλησιαστικό γόρδιο δεσμό.

Μπορεί οι προεκλογικοί σχεδιασμοί, το πολιτικό κόστος, η πίεση της «δεξιάς του κυρίου», τα ακροδεξιά κηρύγματα να οδηγούν την κυβέρνηση σε μία νέα «ισοπαλία» με την Εκκλησία.

Δεν σημαίνει όμως ότι η μαχόμενη και σκεπτόμενη αριστερά καθώς και η επιστήμη έχουν λόγους να υποστείλουν τις σημαίες τους και να γονατίσουν στα νέα απολυτίκια.

Να χωριστεί άμεσα το Κράτος από την Εκκλησία!