Οι «εξειδικευμένες δράσεις».

Το «πόρισμα» περιλαμβάνει μεταξύ των άλλων και ένα σύνολο «εξειδικευμένων δράσεων» που αφορά σε επιμέρους τομείς και κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπως: μείωση του κόστους παραγωγής στη μεταποίηση, υψηλότερη εξαγωγική δραστηριότητα, εφαρμογή προγραμμάτων ενίσχυσης μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενίσχυση της ποιότητας των υπηρεσιών στον τουρισμό, ενίσχυση της βασικής Έρευνας μέσω άρσης αγκυλώσεων για πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, ενίσχυση της καινοτομίας με κίνητρα για Έρευνα στις επιχειρήσεις σε μεταποίηση, αγροδιατροφή και αλλού, μεγέθυνση και εκσυγχρονισμό των εκμεταλλεύσεων στον αγροδιατροφικό τομέα, κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού, ενίσχυση της συμβολής της τεχνολογίας και της Έρευνας, και αύξηση της προστιθέμενης αξίας των προϊόντων.

Η κατάρρευση της αγροτικής οικονομίας.

Σε αυτό το τελευταίο θα αναφερθούμε συγκεκριμένα, μιας και πρόκειται για μία καθοριστική παράμετρο της οικονομίας: τον πρωτογενή (αγροτικό) τομέα της Γεωργίας-Κτηνοτροφίας-Αλιείας που σήμερα έχει κατρακυλήσει στο 3,65% του ΑΕΠ (ΑΕΠ 2019= 187.456 €, ΕΛΣΤΑΤ: Η Ελλάδα με αριθμούς, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2020). Φυσικά, η επίδειξη των «συγκριτικών πλεονεκτημάτων» και «διαρθρωτικών αδυναμιών» της αγροτικής οικονομίας έχουν επισημανθεί εδώ και πολλές δεκαετίες σε πάμπολλες Εκθέσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και των ελληνικών κυβερνήσεων, του υπουργείου Γεωργίας και των ιδιωτικών φορέων, των Πανεπιστημίων και του ΕΘΙΑΓΕ, των διδακτορικών μελετών και των δημοσιογραφικών πονημάτων. Δεν πρόκειται για κάποια αποκάλυψη. Ακόμα και η έωλη, επαναλαμβανόμενη επωδός στην «ανταγωνιστικότητα», υποκρύπτει το διακαή πόθο της μεγαλοαστικής τάξης να ανταγωνιστεί δήθεν «στα ίσα» τα ξένα αγροδιατροφικά μονοπώλια, ή ακόμα και τον ευρωπαϊκό πρωτογενή τομέα.

Οι προτάσεις Πισσαρίδη, για πάσαν νόσον…

Οι προτάσεις του «πορίσματος Πισσαρίδη», δίνουν δήθεν τη λύση στο διαχρονικό ερώτημα της «ανταγωνιστικότητας», μέσω του ξέφρενου ξεπουλήματος των δημοσίων δομών, της γης, της θάλασσας, του αέρα και του υπεδάφους που ήδη συντελείται της χώρας μας. Αυτές τις ημέρες βρίσκεται στη Βουλή για ψήφιση το Ν/σ για τον «Εκσυγχρονισμό της Χωροταξικής και Πολεοδομικής Νομοθεσίας», που εμπορευματοποιεί τα δάση, τις παραλίες, τους γιαλούς, τις λίμνες και τις θάλασσες προστατευόμενων περιοχών, απαλλοτριώνοντας τη γη από τους μικροϊδιοκτήτες και προχωρώντας σε μία πρωτοφανή συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της γης. Θυμίζουμε ότι το ξεπούλημα της ΑΤΕ από την κυβέρνηση Σαμαρά, πρόσφερε στην Τράπεζα Πειραιώς, έναντι πινακίου φακής, το υποθηκευμένο έγγειο κεφάλαιο της χώρας που ξεπερνά το 40%, και ουσιαστικά τον έλεγχο της αγροτικής παραγωγής, όπως συμφέρει στους επενδυτές της τράπεζας. Ήδη, ξένα funds βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις για την αγορά σε χαμηλή τιμή χιλιάδων δανείων (από 5 έως 50% της αξίας τους) ή υποθηκών ακινήτων και γης, με στόχο την είσπραξη του 100% της αξίας ή την κατάσχεση.

H «λύση» του προβλήματος.

Η προτεινόμενη λύση είναι η, έμμεσα ή άμεσα, συγκεντροποίηση της γης (δηλ. υπέρβαση του μικρού πολυτεμαχισμένου κλήρου των χιλιάδων μικροκαλλιεργητών, που αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος του αγροτικού πληθυσμού), στην κατεύθυνση εξαγοράς μεγάλων αγροτεμαχίων από γεωργικές (ντόπιες και ξένες) εταιρείες, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών και στη συνέχεια της συμβολαιακής Γεωργίας που εξασφαλίζει τη ροή της πώλησης σε αγροδιατροφικές αλυσίδες. Θα υπάρχει παράλληλη συνεργασία με πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, «νεοφυείς» επιχειρήσεις, δημιουργία των λεγόμενων brand names, ακόμα και σύνδεση με τον τουρισμό!
Εναλλακτικά προτείνεται η παροχή κινήτρων -μέσω κονδυλίων της ΚΑΠ- προκειμένου να δημιουργηθούν νέοι συνεταιρισμοί και ομάδες παραγωγών, ώστε να ενισχυθούν τόσο η ενοποίηση της γης, όσο και η «ανταγωνιστικότητα, με στόχο τη «γενική ευημερία». Μάλιστα, για του λόγου το αληθές, το «πόρισμα» αναφέρει και κάποια «μικρά» κράτη-μέλη της ΕΕ. που έχουν θαυματουργήσει στον αγροτικό τομέα. Ξεχνά σκόπιμα πως αυτά τα «μικρά» κράτη (αναφέρεται σε Ολλανδία, Βέλγιο) αποτέλεσαν στην εποχή της αποικιοκρατίας πανίσχυρες εκμεταλλεύτριες δυνάμεις, με σωρό αποικιών απ’ όπου έρρεε ο πλούτος προς τη μητρόπολη. Ακόμα και σήμερα κατέχουν μονοπώλια πολλαπλασιατικού υλικού φυτών και φυλών ζώων, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και κτηνιατρικών σκευασμάτων, θερμοκηπίων, μηχανημάτων και εξοπλισμού, κλπ., υπάρχει αιώνων παράδοση στη διακίνηση και εμπορία και πάνω απ’ όλα συγκροτημένη αγροτική Έρευνα και Τεχνολογία. Εξάλλου, η σοβαρή ανάπτυξη αυτών των χωρών, δεν σημαίνει ότι κι εκεί δεν υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί αγρότες, και μάλιστα στην εποχή της καπιταλιστικής κρίσης οι τελευταίοι αυξάνονται.
Σαν συμπέρασμα, είναι απολύτως ανέφικτο να καλύψεις στην πράξη, 2-3 αιώνων καπιταλιστικής προπορείας και να ανταγωνιστείς τα ξένα μονοπώλια, επειδή και καλά θα πιάσεις το νήμα της Τεχνολογίας από σήμερα και εφεξής. Εκτός και αν έχεις κατά νου (μέσω της δήθεν σοβαροφάνειας του «πορίσματος») είτε να μοιράσεις όπως όπως τα κονδύλια του «Ταμείου» στην ολιγαρχία, είτε να φέρεις τα ξένα αγροτοδιατροφικά μονοπώλια μέσα στη χώρα, πουλώντας τους τη γη των δικών σου αγροτών. Με λίγα λόγια, για τη φτωχομεσαία αγροτιά, όλ’ αυτά αποτελούν το προοίμιο του ξεριζωμού από τη γη τους, στην οποία πιθανόν να δουλεύουν όχι σαν ιδιοκτήτες, αλλά σαν δουλοπάροικοι.

Η παγκόσμια Γεωργία στα νύχια του ιμπεριαλισμού.

Και δεν είναι μόνο η ελληνική αγροτιά που δέχεται την πίεση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού που οδήγησε σε μία τεράστια συγκέντρωση, με αποτέλεσμα τον τριπλασιασμό του παγκοσμίου εμπορίου σε τρόφιμα. Το ίδιο το χρη­μα­τιστικό κεφάλαιο οδηγεί αναπόφευκτα σε νέες συγκεντροποιήσεις και συγκεντρώσεις όλων των τομέων που εμπλέκονται σε όλα τα στάδια (παραγωγή, διανομή, κατανάλωση) της αγροτικής παραγωγής. Και όλοι αυτοί οι τομείς της τροφικής αλυσίδας ελέγχονται απόλυτα από μία χούφτα πλανητικών μεγαθηρίων. Αρκεί να πούμε ότι 30 μονοπώλια ελέγχουν το 33% των επεξερ­γασμένων τροφίμων (Nestlé, PepsiCo, Coca-Cola, Unilever, Danone, General Mills, Kellogg’s, Mars, Associated British Foods, Mondelez, κ.ά.), 5 ελέγχουν το 75% του παγκόσμιου εμπορίου σιτηρών (Continetal Grain, Dreyfous, Garnac, Cargill, Bunge), 6 διευθύνουν το 75% της παγκόσμιας αγοράς φυτοφαρμάκων (Syngenta, Bayer, Dupont, Basf, Montsanto, Dow) 2 ελέγχουν τις μισές πωλήσεις της παγκόσμιας παραγωγής μπανανών (Delmonte, Chiquita) και 3 εμπορεύονται το 85% της παγκόσμιας παραγωγής τσαγιού (Lipton, Twining tea, Honest tea), ενώ η Bayer-Monsanto από μόνη της ελέγχει το 91% της παγκόσμιας αγοράς μεταλλαγμένων σπόρων. Γενικά, η «απελευθέρωση» των αγορών οδήγησε σε μια τεράστια συγκέντρωση όπου οι τιμές (στον αγρότη) βασικών προϊόντων που εμπορεύονται οι πολυεθνικές (καφές, ζάχαρης κ.ά.) έχουν μειωθεί πάνω από 50% τα τελευταία 20 χρόνια. Παράλληλα, παρότι παράγονται τρεις φορές περισσότερα τρόφιμα από τις παγκόσμιες ανάγκες, η πείνα στον Κόσμο εξακολουθεί να αυξάνεται εν μέσω αφθονίας! Στις ίδιες τις ΗΠΑ, το γεγονός ότι παράγονται 40% περισσότερα τρόφιμα απ’ όσα χρειάζεται ο πληθυσμός, δεν εμποδίζει 26 εκατ. Αμερικανούς να επιβιώνουν μόνο από τα υποτυπώδη δημόσια συσσίτια και τα φιλανθρωπικά βοηθήματα.

Σε κάθετη πτώση το αγροτικό εισόδημα.

Προς το παρόν, η συντριπτική πλειοψηφία της φτωχομεσαίας αγροτιάς δέχεται την ασφυκτική πίεση της οικονομικής κρίσης και τα εντεινόμενα μέτρα που επιβάλλει το καθεστώς της ξένης εξάρτησης και υλοποιούν οι υποτελείς ελληνικές κυβερνήσεις. Έτσι, το αγροτικό εισόδημα συνεχώς μειώνεται, τα αγροτικά εφόδια συνεχώς αυξάνονται, οι συνεταιρισμοί μετατρέπονται σε ΑΕ, οι καλλιέργειες γίνονται ολοένα και πιο ασύμφορες, τα χρέη πνίγουν τα φτωχά αγροτικά νοικοκυριά, οι υποθήκες χωραφιών αυξάνονται, η αγροτιά «γερνάει», τα χωριά βουλιάζουν και σιγά-σιγά εγκαταλείπονται. Οι τιμές των αγροτικών εφοδίων (σπόροι, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, εργαλεία και μηχανήματα, ζωοτροφές, κτηνιατρικά σκευάσματα, καθαρές σειρές ζώων, κλπ.) που ελέγχονται από ντόπια και ξένα μονοπώλια, συνεχώς ανεβαίνουν, ανατρέποντας προς το χειρότερο τα κοστολόγια των αγροτικών προϊόντων. Ιδιαίτερα αυξημένες είναι οι τιμές των ζωοτροφών, οι οποίες καλύπτουν το 37-40% του κόστους παραγωγής της κτηνοτροφίας, ενώ εξ ίσου υψηλές είναι και οι τιμές στα καύσιμα, την ηλεκτρική ενέργεια, που καλύπτουν άλλο ένα 25-30% του κόστους παραγωγής σε γεωργία και κτηνοτροφία, και τέλος οι τιμές των φυτοφαρμάκων και κτηνιατρικών σκευασμάτων. Τέλος σε ό,τι αφορά τις επιδοτήσεις, ήδη από την εφαρμογή της τελευταίας ΚΑΠ, έχουν περιοριστεί δραστικά καθώς έχουν στο μεγαλύτερο μέρος αποσυνδεθεί από την παραγωγή. Οι άμεσες ενισχύσεις από την ΕΕ, που κατά μέσο όρο κυμαίνονται μεταξύ 35%-40% του συνολικού αγροτικού εισοδήματος, μειώνονται με τις ετήσιες περικοπές που έχουν προβλεφθεί στο πλαίσιο της ΚΑΠ, ενώ σε πολλά προϊόντα η επιδότηση έχει εντελώς αποδεσμευτεί από την παραγωγή, χώρια που ένα μεγάλο μέρος των επιδοτήσεων που δίνονται μέσω τραπεζών κατακρατούν οι ίδιες οι τράπεζες, έναντι χρεών. Αυτή η εικόνα επικρατεί σήμερα στην ελληνική ύπαιθρο, την ώρα που οι εκάστοτε κυβερνήσεις, προσυπογράφουν με την ΕΕ αντιαγροτικές συμφωνίες για την εφαρμογή της όλο και πιο καταστροφικής ΚΑΠ.
Αλλά και πέρα από τις συνέπειες της ΚΑΠ, η λεγόμενη υγειονομική κρίση, τα αντιλαϊκά μέτρα των τριών Μνημονίων και τα αλλεπάλληλα χαράτσια που εφαρμόζονται με αγριότητα, χτυπούν ανελέητα την αγροτιά, δημιουργώντας πολλαπλές αρνητικές καταστάσεις.

Η αντιαγροτική πολιτική της ΕΟΚ/Ε.Ε.

Σηκώνοντας τη σημαία της «ανταγωνιστικότητας» η ΕΟΚ/ΕΕ λεηλάτησε την ελληνική ύπαιθρο, είτε πουλώντας, αθρόα, τεχνολογία (τρακτέρ, θερμοκήπια, λιπάσματα, σπόρους, υβρίδια, μηχανήματα, εργαλεία, κ.ά.), είτε συνάπτοντας συμφωνίες με χώρες (κυρίως από πρώην αποικίες) για εισαγωγές ομοειδών με τα ελληνικά προϊόντα, είτε «σηκώνοντας» τις τεχνικές και διαιτητικές προδιαγραφές των αγροτικών προϊόντων (τις οποίες όμως η ίδια καταπάτησε -βλέπε διοξίνες, τοξικά, εγκεφαλοπάθειες, ορυκτέλαια, κλπ., κλπ.), είτε κόβοντας επιλεκτικά τις επιδοτήσεις μεσογειακών κυρίως προϊόντων, είτε επιβάλλοντας περιορισμούς και πρόστιμα στην παραγωγή, είτε διαμορφώνοντας τιμές -μέσω της «ελευθερίας της αγοράς»- απολύτως ασύμφορες για την πλειοψηφία της ελληνικής αγροτιάς του μικρού πολυτεμαχισμένου κλήρου, των μικρών ποιμνίων και ψαροκάικων, της χαμηλής παραγωγικότητας γενικά. Το κόστος παραγωγής για τη φτωχομεσαία αγροτιά εκτοξεύτηκε στα ύψη, ενώ παράλληλα ξεκίνησαν οι αθρόες εισαγωγές.
Παράλληλα, η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) έθετε συνεχή όρια για τη φυτική και ζωική παραγωγή, για τη μείωση εκτάσεων και αγροκαλλιεργειών, όχι μόνο για πλεονασματικά, αλλά ακόμη και για ελλειμματικά προϊόντα όπως ο καπνός και το βαμβάκι. Έτσι, το ύπουλο όπλο των επιδοτήσεων σε συνδυασμό με τον άνισο ανταγωνισμό από τις ισχυρές -και άρα ανταγωνι­στικότερες ευρωπαϊκές μονάδες- οδήγησαν την αγροτιά μας να ξεριζώσει δεκάδες χιλιάδες σταφιδάμπελα στη Κρήτη και τη Πελοπόννησο, να συρρικνώσει έως να μηδενίσει τη παραγωγή και ποσότητα εξαγωγών καπνού, να μειώσει τη παραγωγή σκληρού σταριού, να εξαφανίσει την τευτλοκαλλιέργεια, να διαλύσει τα θερμοκήπια, να παράγει φρούτα και οπωροκηπευτικά για τις «χωματερές» κλπ. Αυτή η καταστροφή της Γεωργίας μας από τη στιγμή που μπήκαμε στην ΕΟΚ αποτυπώνεται στο αγροτικό ισοζύγιο (εξαγωγές μείον εισαγωγές), το οποίο παρουσιάζει δραματική επιδείνωση σε ολόκληρη την περίοδο μετά την ένταξή μας στην ΕΟΚ/ΕΕ. Το έλλειμμα του αγροτικού ισοζυγίου έχει σχεδόν οκταπλασιαστεί μετά την ένταξη στην ΕΟΚ/ΕΕ. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι στη Γεωργία μας απασχολείται πολλαπλάσιο ποσοστό του ενεργού πληθυσμού σε σχέση με τις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, που όμως έχουν συνήθως πλεόνασμα στο αγροτικό τους ισοζύγιο, προφανώς λόγω έμμεσων επιδοτήσεων στις βιομηχανίες, σπόρων, λιπασμάτων, μηχανημάτων, κλπ.

Συνεχείς οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.

Κάτω από αυτές τις παγκόσμιες εξελίξεις, με την κυριαρχία των πολυεθνικών και μέσα στις συμπληγάδες της ΚΑΠ, της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, της πανδημίας και της αθροιστικής μνημονιακής πολιτικής, η φτωχομεσαία αγροτιά της χώρας μας κυριολεκτικά αφανίζεται. Είναι λοιπόν αυτονόητο το συμπέρασμα για το ποιος ευθύνεται για την καταστροφή της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Είναι το καθεστώς της εξάρτησης από το ιμπεριαλιστικό μόρφωμα της ΕΕ, το οποίο εξακολουθούν να διακονούν όλες οι κυβερνήσεις της μεγαλοαστικής τάξης, συμπεριλαμβανομένου και του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με την αδηφάγα κερδοσκοπική λογική της ντόπιας ολιγαρχίας.

Η πεμπτουσία των προτάσεων Πισσαρίδη.

Αυτό που διαφαίνεται πίσω από τις γραμμές του «πορίσματος», είναι το ξεπέταγμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς και των ψαράδων από το παραδοσιακό επάγγελμά τους, το ξεπούλημα και η συγκέντρωση της αγροτικής γης στους επιχειρηματίες αγρότες, ενώ παράλληλα το δυνάμωμα των παροχών, ενισχύσεων και επιδοτήσεων στις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις, η πριμοδότηση της δημιουργίας Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Ομάδων Παραγωγών που θα διασφαλίζουν τα συμφέροντα των μεγαλοαγροτών, η παράδοση του αλιευτικού πλούτου σε ντόπια και ξένα μονοπωλιακά συγκροτήματα, η ελεύθερη είσοδος των ξένων τραπεζών στη χρηματοδότηση των αγροτικών επιχειρήσεων, η συμβολαιακή Γεωργία, κ.ά. Εξάλλου, η νέα ΚΑΠ στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας» και της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και με το πρόσχημα της άρσης των ανισοτήτων μεταξύ των παλιών και των νέων κρατών-μελών, αίρει κάθε καθεστώς προστασίας, «απελευθερώνει» τις αγορές αγροτικών προϊόντων και τις παραδίδει βορά στα αγροδιατροφικά μονοπώλια.