Μακριά από τα αστεία κυβερνητικά αφηγήματα για τις επιτυχίες της πολυσυζητημένης επίσκεψης, ο Μητσοτάκης σε ρόλο παρακατιανού λακέ, το μόνο που πραγματικά «πέτυχε» στις ΗΠΑ, ήταν να δεσμευτεί για νέα –αιματηρά πάντα για τον λαό- εξοπλιστικά προγράμματα. Τα εικοσιτέσσερα F35, των οποίων η απόκτηση προβλέπεται να ξεκινήσει μετά το 2028 (!), σύμφωνα με τις αρχικές προβλέψεις θα στοιχίσουν πάνω από 3 δις ευρώ. Οι διαπραγματεύσεις για τη νέα αγορά του αιώνα θα ξεκινήσουν άμεσα. Παράλληλα, μέχρι το 2024, ο ελληνικός προϋπολογισμός, θα επιβαρύνεται με το κόστος (1,6 δις) αναβάθμισης των F16 που «πέτυχε» ο Τσίπρας σε προηγούμενη αντίστοιχου περιεχομένου επίσκεψη.

Αεροπλάνα, άρματα, φρεγάτες, πυραυλικά συστήματα και πολλά ακόμη περιλαμβάνει η εκρηκτική κούρσα εξοπλισμών που βρίσκεται σε εξέλιξη, η οποία αγκαλιάζεται και εξωραΐζεται από την αντιδραστική συγχορδία των κυρίαρχων ΜΜΕ, τη σύμπνοια των αστικών δυνάμεων, αλλά και την ομερτά αυτών που παρουσιάζονται ως αντισυστημικές. Σε καθημερινή βάση στρατιωτικοί και γεωστρατηγικοί «αναλυτές», ενημερώνουν για τις δυνατότητες των οπλικών συστημάτων και προκρίνουν το ένα ή το άλλο όπλο «που θα κλειδώσει το Αιγαίο», ή που θα «απαντήσει στην υπεροπλία της Τουρκίας». Η τούρκικη επιθετικότητα αξιοποιείται για την εκτίναξη μιας εξοπλιστικής κούρσας, που ούτως ή άλλως, οι ΗΠΑ και οι άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με τους ντόπιους κομπραδόρους, συντηρούν εδώ και δεκαετίες. Σε κάθε περίπτωση οι εξελίξεις και οι αρνητικοί πολιτικοί συσχετισμοί ευνοούν τη δημιουργία ενός μιλιταριστικού κλίματος.

Από την άλλη, δυνάμεις της αριστεράς προβάλλουν ως απάντηση στην εξοπλιστική υστερία, την άρνηση-αγνόηση της υπαρκτής επιθετικότητας που παρουσιάζει ειδικά το τελευταίο διάστημα η τούρκικη πλευρά. Μάλιστα πολλές φορές διαβάσαμε ότι «όποιος αναγνωρίζει την τούρκικη επιθετικότητα, είναι σαν να δικαιολογεί την ανάγκη των εξοπλισμών και τις συνέπειες τους». Πρόκειται για αντιστροφή της λογικής και για αυθαίρετα συμπεράσματα. Η αναγνώριση της πραγματικότητας δεν μπορεί να υπακούει στη βούλησή μας ή σε αυτό που βολεύει τις εκάστοτε αναλύσεις και θέσεις. Και αποτελεί λογικό άλμα να ισχυριστεί κανείς ότι η αναγνώριση της πραγματικότητας επιβάλλει τη συνέχεια της πολιτικής θέσης και ότι αυτή είναι «…εξοπλισμοί». Αλλιώς, καμία απάντηση δεν μπορεί να υπάρξει στη βάση της άρνησης αυτής της πραγματικότητας. Και η αλήθεια είναι ότι το ζήτημα της απάντησης στην κούρσα των εξοπλισμών δεν προέκυψε τώρα που εκδηλώνεται με αυτό τον τρόπο η τούρκικη επιθετικότητα, αλλά αποτελεί ένα διαχρονικό πρόβλημα για τις δυνάμεις της πραγματικής αριστεράς, η οποία οφείλει ειδικά στις παρούσες συνθήκες να προβάλει με καθαρό τρόπο τις πάγιες θέσεις της.

Κανένα όπλο δεν μπορεί να αποτελεί «απάντηση».

Το κυρίαρχο αφήγημα ότι η «απάντηση», στην αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας βρίσκεται σε κάποιο εξελιγμένο οπλικό σύστημα είναι κάλπικο. Την εθνική ανεξαρτησία και τα κυριαρχικά δικαιώματα δεν τα υπερασπίζονται γενικώς και αορίστως τα «καλά» όπλα. Προηγείται και καθορίζει τα ζητήματα αυτά η πολιτική. Και όσο υπάρχει η πολιτική της εξάρτησης και της υποτέλειας (την οποία οι περισσότεροι δεν αγγίζουν) κάθε όπλο και εξοπλισμός από την μεριά της αστικής τάξης, υποτάσσεται σε αλλότρια συμφέροντα για τον λαό και τον τόπο. Και αυτή η πολιτική είναι που παρά τους αμέτρητους εξοπλισμούς της, έχει οδηγήσει στην κατοχή της Κύπρου, στο γκριζάρισμα του Αιγαίου και την ευθεία αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάνης.

Οι περισπούδαστοι στρατιωτικοί αναλυτές, που αλωνίζουν τα ΜΜΕ σερβίροντας νέα όπλα, θέλουν να ξεχνούν το φιάσκο των S-300. Ένα πυραυλικό σύστημα που όταν αγοράστηκε αποτελούσε ένα υπερσύγχρονο όπλο, το οποίο τελικά -κάτω και από τις αμερικάνικες πιέσεις- αποθηκεύτηκε… στην Κρήτη. Έτσι ένα ακριβοπληρωμένο «υπερόπλο» αχρηστεύτηκε την επόμενη της αγοράς του αφού βρέθηκε εκτός επιχειρησιακής ακτίνας. Πρόκειται για μια αποκαλυπτική απόδειξη της αλήθειας, ότι «η πολιτική προηγείται των όπλων». Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα όπλα που αγοράζει η Ελλάδα, τα αναβαθμισμένα F16 και τα F35, όταν αποκτηθούν, θα αποτελούν ήδη παρωχημένη τεχνολογία. Και όπως συμβαίνει πάντα, την επομένη, θα ξεκινήσει η κούρσα για την αγορά των «αναγκαίων» επόμενων σύγχρονων οπλικών συστημάτων.

Τα όπλα τους μπορούν να εγγυηθούν και να υπηρετήσουν μόνο την πολιτική της εξάρτησης, της υποτέλειας και του ενδοτισμού.

Όσο και αν οι ντόπιοι λακέδες θέλουν να παρουσιάζουν τις συμφωνίες για την αγορά όπλων ως κατόρθωμά τους, η πραγματικότητα είναι… κυνική. Ο Μητσοτάκης, όπως και οι προηγούμενοι από αυτόν, δεν είναι τίποτε παραπάνω από πελάτες… με το ζόρι. Είναι οι έμποροι όπλων και οι ιμπεριαλιστές, αυτοί που επιβάλλουν τις κερδοφόρες για αυτούς παραγγελίες και όχι βέβαια οι υποτελείς τους, όπως προσπαθεί να πείσει η κυρίαρχη προπαγάνδα. Κάθε αγορά όπλων σε αυτές τις συνθήκες αποτελεί πρώτα και κύρια ένα ακόμα μνημόνιο αφαίμαξης του πολύπαθου ελληνικού λαού, που για την αποπληρωμή και αυτού καλείται να θυσιάσει την υγεία, την παιδεία, την πρόνοια, τους μισθούς και τις συντάξεις και να υποστεί το ξεπούλημα του τόπου του.

Με την θυσία δεκάδων δισεκατομμυρίων στο βωμό των συμφερόντων των πανίσχυρων μονοπωλίων της βιομηχανίας όπλων, δεν εξασφαλίζονται οι ανάγκες της υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας, αλλά τα πολεμικά σχέδια των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, στις επιχειρήσεις και τη χρηματοδότηση του οποίου απαιτείται όλο και περισσότερο η συμμετοχή της χώρας και του στρατού της. Η κατ όνομα «αμυντική συμφωνία» που υπέγραψε τον περασμένο Νοέμβρη η κυβέρνηση, για την επέκταση των βάσεων και την ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή της χώρας στους νατοϊκούς σχεδιασμούς προβλέπει ακριβώς αυτό. Αυτούς τους σκοπούς υπηρετούν και τα οπλικά συστήματα που αγοράζονται και καμία σχέση δεν έχουν με τις ανάγκες της υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας. Την εθνική κυριαρχία, δεν μπορούν να την υπερασπιστούν οι θιασώτες της πολιτικής της εξάρτησης και της υποτέλειας, γιατί πολύ απλά είναι εχθροί της.

Το τεράστιο ζήτημα της υπεράσπισης της πατρίδας και της εθνικής ανεξαρτησίας είναι υπόθεση του ελληνικού λαού και των αγώνων του. Αυτών των αγώνων που έδωσε και στο παρελθόν, αποδεικνύοντας πολλές φορές ότι με το δίκιο του και την πίστη στη δύναμή του μπόρεσε να αναμετρηθεί με πανίσχυρους και πάνοπλους στρατούς.
Το αντιιμπεριαλιστικό-αντιπολεμικό κίνημα πρέπει μαζί με τα συνθήματα της ειρήνης και της εθνικής ανεξαρτησίας, μαζί με τα αιτήματα της εξόδου από ΝΑΤΟ και ΕΕ να ορθώσει ένα μεγάλο όχι στη νέα κούρσα των εξοπλισμών.