Με την επιβολή ενός εκτεταμένου κλίματος αστυνομοκρατίας και απαγορεύσεων συγκεντρώσεων από την κυβέρνηση, κατέφθασε η Γερμανίδα καγκελάριος στην Αθήνα, στις 10 Ιανουαρίου. Παρά την απαγόρευση από την κυβέρνηση, πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση στα Προπύλαια και πορεία, που διοργάνωσαν Αριστερές Οργανώσεις και Συλλογικότητες, μετά από πρωτοβουλία της Λαϊκής Αντίστασης – Αριστερής Αντιιμπεριαλιστικής Συνεργασίας, που όμως ανακόπηκε με φράγμα από κλούβες και ΜΑΤ στην οδό Σταδίου και Κολοκοτρώνη και κατόπιν δέχθηκε επίθεση με γκλοπ και δακρυγόνα από την αστυνομία. Με κεντρικό σύνθημα «Μέρκελ ανεπιθύμητη, αυτή η πολιτική είναι αντιλαϊκή» οι διαδηλωτές διαμαρτυρήθηκαν για την επίσκεψη της Γερμανίδας καγκελαρίου, τονίζοντας ότι «η Μέρκελ έρχεται στη χώρα μας, με σκοπό να προωθήσει τα ιδιαίτερα συμφέροντα της γερμανικής πολιτικής στα Βαλκάνια και την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου». Η πριν τέσσερα χρόνια “ανεπιθύμητη” για τον ΣΥΡΙΖΑ, Μέρκελ, έγινε αυτήν τη φορά από την κυβέρνησή του αποδεκτή με “εγκαρδιότητα” και χαμόγελα που ήλθαν να υπογραμμίσουν τον βαθμό εναρμόνισης της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ με τον “μερκελισμό”, που άλλοτε κατάγγειλε βαρύγδουπα ο Τσίπρας, ως βασικό υπεύθυνο των μνημονιακών δεινών του ελληνικού λαού. Η χρονική στιγμή της επίσκεψης της Μέρκελ στην Ελλάδα, παραμονές της ψήφισης του νέου Συντάγματος της πΓΔΜ και της ψηφοφορίας για την επικύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών στην ελληνική Βουλή, που θα δώσει το πράσινο φως για την ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ, δείχνει και ποιος ήταν ένας από τους βασικούς στόχους της επίσκεψής της: Η άσκηση πίεσης και επιρροής για την έγκριση από την Ελλάδα της συμφωνίας των Πρεσπών, ώστε να κλείσει η υπόθεση της ένταξης της πΓΔΜ στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, για την οποία έχει το δικό του ενδιαφέρον και συμφέρον ο γερμανικός ιμπεριαλισμός.

Σ’ αυτό αναφέρθηκε ευθέως η Μέρκελ στην κοινή συνέντευξή της με τον Έλληνα πρωθυπουργό, όπου δήλωσε πως “η λύση του ονοματολογικού θα είναι προς όφελος της Ελλάδας, της Β. Μακεδονίας και της Ευρώπης” και ότι “είναι ευγνώμων για τον Αλέξη Τσίπρα ότι ανέλαβε πρωτοβουλία”. Άφησε, μάλιστα, και αιχμή κατά της αντιπολιτευτικής κριτικής (περί “ανταλλαγής “της συμφωνίας των Πρεσπών με τη μη περικοπή των συντάξεων) του “αδελφού” της κόμματος στην Ελλάδα, της ΝΔ, λέγοντας “δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ της συμφωνίας για το ονοματολογικό και των οικονομικών μεταρρυθμίσεων”.

Η ατζέντα της Γερμανίδας καγκελαρίου συμπεριέλαβε και τις “συστάσεις” για τήρηση του προγράμματος που έχει επιβληθεί στην οικονομία της Ελλάδας, λέγοντας, μάλιστα, προκλητικά ότι “οι Έλληνες έπρεπε να υποστούν επώδυνες μεταρρυθμίσεις” και υπογραμμίζοντας πως “δεν είναι το τέλος μιας μεταρρυθμιστικής περιόδου η νέα κατάσταση”. Εννοώντας, προφανώς, πως τα αντιλαϊκά μέτρα θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ και να συνεχισθούν. Στις συζητήσεις της με την ελληνική κυβέρνηση, η Μέρκελ έφερε και το ζήτημα της στήριξης της αντιμεταναστευτικής συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας, αλλά και το θέμα των γερμανικών επενδύσεων και των βλέψεων των γερμανικών μονοπωλίων για την ελληνική οικονομία.

Από την πλευρά της, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε σε έναν εξωραϊσμό της πολιτικής Μέρκελ, ο Τσίπρας έφτασε ως το σημείο να παρουσιάσει (σε συνέντευξή του στο OPEN) και ως επίτευγμα και της κ. Μέρκελ την έξοδο από τα μνημόνια(!) και ακόμη ότι υπάρχουν και σημεία “που τον ενώνουν” με τη Μέρκελ, όπως το “όχι στις φυγόκεντρες δυνάμεις που προτάσσουν στο ρατσισμό και στον εθνικισμό”(!), ενώ συμφώνησε με τη Μέρκελ στη στήριξη της αντιμεταναστευτικής συμφωνίας και δήλωσε πρόθυμος η Ελλάδα να παίξει ρόλο για την διεύρυνση της ΕΕ στα Βαλκάνια, δίνοντας συνέχεια στην “ατζέντα Θεσσαλονίκη 2003”. Αντίθετα, ένα ψέλλισμα έβγαλε μόνο για το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων στην Ελλάδα, για τις οποίες η γερμανική κυβέρνηση, πριν φτάσει η Μέρκελ στην Αθήνα, δήλωσε ορθά-κοφτά πως “τα θέματα των γερμανικών αποζημιώσεων έχουν νομικά και πολιτικά οριστικά διευθετηθεί”…

Μέσα από τις διαχυτικές προς τη Μέρκελ δηλώσεις του Τσίπρα μπορεί να δει κανείς και σκοπιμότητες για απόσπαση της γερμανικής εύνοιας ενόψει των εκλογών και προεκλογικών “πόντων” σε βάρος της ΝΔ (π.χ. στο θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών). Σε κάθε περίπτωση ο ελληνικός λαός μπορεί να διακρίνει την ευθυγράμμιση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τις αντιλαϊκές υπαγορεύσεις της ΕΕ, και πρώτα απ’ όλα της Γερμανίας, που καταδυναστεύουν τον ελληνικό λαό.