Από το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης μέχρι σήμερα, έχουν προκύψει τουλάχιστον δύο βασικά συμπεράσματα. Το πρώτο αφορά στην ανάγκη για καθολική πρόσβαση σε ένα δημόσιο και δωρεάν σύστημα υγείας, με πλήρη ιατροφαρμακευτική κάλυψη και με μόνο κριτήριο τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Το δεύτερο συμπέρασμα αφορά στο ρόλο του ιδιωτικού τομέα υγείας, που δεν είναι άλλος από αυτόν μίας ιδωτικής επιχείρησης με μόνο σκοπό το κέρδος. Την ίδια περίοδο λοιπόν που τα δημόσια νοσοκομεία μετατράπηκαν σε «νοσοκομεία μίας νόσου», οι ιδιωτικές κλινικές, αρνούμενες να επωμιστούν οποιοδήποτε βάρος, κράτησαν τις δομές τους κλειστές στις όχι και τόσο κερδοφόρες νοσηλείες covid, αξιοποιώντας στο έπακρο και με όρους μάρκετινγκ το «αποστειρωμένο και covid free» περιβάλλον τους ώστε να καρπωθούν την υπόλοιπη «πίτα της αγοράς υγείας». Στην πραγματικότητα η όποια συμμετοχή των ιδιωτικών κλινικών ήρθε κατόπιν εκβιασμών και απαιτήσεων για υπέρογκες κρατικές αποζημιώσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο διπλασιασμός της αποζημίωσης από την πλευρά του κράτους προς τους ιδιώτες ως κίνητρο για την διάθεση κλινών ΜΕΘ!

Όλους αυτούς τους μήνες, και ενώ θα περίμενε κανείς (αφελώς) ότι η κυβέρνηση θα έπαιρνε τουλάχιστον κάποια έκτακτα μέτρα ενίσχυσης της δημόσιας υγείας, αυτή όχι απλά δεν έκανε απολύτως τίποτα αλλά αντιθέτως έμεινε συνεπής στην εξυπηρέτηση του ιδιωτικού κεφαλαίου. Εργαλειοποιώντας την απειλή του «αόρατου εχθρού», ενισχύει τα ιδιωτικά κεφάλαια που δραστηριοποιούνται στον τομέα της υγείας (και όχι μόνο) εις βάρος του δημόσιου συστήματος, με πρόσφατα παραδείγματα τις απολύσεις χιλιάδων υγειονομικών του δημοσίου τομέα και τη διενέργεια των υποχρεωτικών rapid test από ιδιώτες και μόνο (και μάλιστα στην τιμή των 10 ευρώ!). Σε συνέχεια αυτής της πολιτικής, και με τα νοσοκομεία να βρίσκονται για άλλη μια φορά στα όριά τους, οι δηλώσεις του νέου υπουργού υγείας, Θάνου Πλεύρη, μας προϊδεάζουν για τον τρόπο με τον οποίο οραματίζονται να παρέχεται στο εξής η ιατροφαρμακευτική φροντίδα στον πληθυσμό.

Στις 17/9/2021 σε ραδιοφωνική του συνέντευξη, ο Θάνος Πλεύρης παρουσίασε στον Πορτοσάλτε «τις ταμπέλες και τη γενική κατεύθυνση» του σχεδίου της κυβέρνησης για ένα καινούριο ΕΣΥ. Εκκινώντας από την αρχή ότι «το Εθνικό Σύστημα Υγείας συνολικά δεν είναι αναγκαστικά κρατικό σύστημα υγείας», έθεσε τους βασικούς πυλώνες της μεταρρύθμισης που θα προωθηθεί τους επόμενους μήνες:
«Ο ΕΟΠΠΥ πρέπει να αρχίσει να λειτουργεί με όρους -πλήρως- ασφαλιστικής εταιρείας… είναι μέσα στις προθέσεις μας να υπάρξουν ποιοτικοί δείκτες ώστε ο ασφαλισμένος να έχει την καλύτερη ποιοτική υπηρεσία».

Η εισαγωγή των ποιοτικών δεικτών θα αποτελέσει ουσιαστικά ένα σύστημα αξιολόγησης με στόχο τις μελλοντικές υποχρηματοδοτήσεις δημόσιων νοσοκομειακών μονάδων που σήμερα υπολειτουργούν με ευθύνη του ίδιου του κράτους και της κυβέρνησης.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η χρήση τέτοιων ποιοτικών δεικτών, στις ΗΠΑ, σε ένα σύστημα «πληρωμών με βάση την απόδοση», σύμφωνα με το οποίο η ποιότητα της νοσοκομειακής περίθαλψης των ασφαλισμένων θα βελτιωνόταν μέσω της παροχής οικονομικών κινήτρων στα νοσοκομεία. Το υπουργείο Υγείας με βάση τα δεδομένα από 34 ποιοτικούς δείκτες σχετικά με διάφορες κλινικές καταστάσεις (όπως έμφραγμα του μυοκαρδίου ή πνευμονία) αξιολογεί την απόδοση του κάθε νοσοκομείου. Τα νοσοκομεία με τις καλύτερες αποδόσεις παίρνουν bonus, ενώ όσα νοσοκομεία δεν πληρούν τα ελάχιστα όρια στις ποιοτικές μετρήσεις υποχρηματοδοτούνται.

Με άλλα λόγια, περιφερειακά για παράδειγμα νοσοκομεία που αυτή τη στιγμή είναι υποστελεχωμένα με τραγικές ελλείψεις σε εξοπλισμό και άρα δεν μπορούν να παρέχουν «ποιοτικές» υπηρεσίες υγείας με υπαιτιότητα του κράτους, όχι απλά δεν θα ενισχύονται αλλά θα υποχρηματοδοτούνται! Δίπλα σε αυτά τα διαρκώς υποχρηματοδοτούμενα δημόσια νοσοκομεία, αναπτύσσονται και γιγαντώνονται τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και κλινικές.

«Οι συμπράξεις δημοσίου-ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να αναπτυχθούν ώστε να καλυφθούν κενά του δημοσίου τομέα, τα οποία κενά μπορούν να εξυπηρετηθούν καλύτερα(!) από τον ιδιωτικό. Το κράτος στην ανάλυσή του μπορεί να δει ότι αυτή η παροχή (υπηρεσιών υγείας) το συμφέρει περισσότερο να δίνεται από έναν ιδιώτη (παρά να αγοραστεί από το ίδιο το κράτος)!»

Οι συμπράξεις Δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αποτελούν επί της ουσίας παραχώρηση χώρου και υπηρεσιών των δημόσιων δομών υγείας, σε ιδιώτες προς εκμετάλλευσή τους. Αυτές οι περιβόητες συμπράξεις σε αντίθεση με όσα ευαγγελίζονται οι υποστηρικτές τους, όχι απλά δεν προσφέρουν ποιοτικότερες υπηρεσίες αλλά επιπλέον καταλήγουν να έχουν πολύ υψηλότερο κόστος σε σχέση με τα προγράμματα δημόσιων επενδύσεων. Κάτι τέτοιο συνέβη με τις εν λόγω συμπράξεις για την κατασκευή νέων νοσοκομείων προς αντικατάσταση συγχωνευμένων δομών στην Μεγάλη Βρετανία, όπου το Εθνικό Σύστημα Υγείας κατέληξε να πληρώνει ενοίκιο για ακίνητα που μέχρι πρότινος αποτελούσαν περιουσιακό του στοιχείο!

«Η πρωτοβάθμια περίθαλψη θα πρέπει να είναι ένα σύμπλεγμα, όπου η ομπρέλα θα περιλαμβάνει όλες τις δομές υγείας, όχι μόνο τις δημόσιες αλλά και τις ιδιωτικές, ενώ παράλληλα θα πρέπει να εισαχθεί η νοοτροπία του οικογενειακού γιατρού ώστε πάντα να υπάρχει ένας γιατρός που θα εγκρίνει ή όχι την παραπομπή σε νοσοκομείο».

Το αίτημα για καθολική πρόσβαση σε πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας αντιστρέφεται στα χέρια της κυβέρνησης με στόχο αφενός την ενίσχυση των ιδιωτικών κεφαλαίων αφού η πρωτοβάθμια θα περιλαμβάνει όχι μόνο δημόσιες αλλά και ιδιωτικές δομές. Αφετέρου την εισαγωγή ενός «κόφτη» στην πρόσβαση σε δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια περίθαλψη, τον ρόλο του οποίου θα κληθεί να αναλάβει ο «οικογενειακός γιατρός».

Η κυβέρνηση έρχεται να προμοτάρει περαιτέρω την ιδιωτικοποίηση στο χώρο της υγείας και να επιβάλει νέους όρους αγοράς σε ένα αγαθό που μόνο κατ’ επίφαση αποκαλεί «δημόσιο αγαθό».

Η συζήτηση για την ιδιωτικοποίηση στα συστήματα υγείας δεν είναι ένα πρόβλημα που πρωτοεμφανίστηκε σήμερα. Πολλές δεκαετίες τώρα, έχει αναπτυχθεί μια νεοφιλελεύθερη ρητορική η οποία, με επιχειρήματα περί «έκρηξης των δαπανών για την υγεία» και ότι «το κράτος πρόνοιας είναι σπάταλο», διατύπωσε την άποψη ότι η χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής προστασίας πρέπει να μετακυλιστεί από το κράτος (πρόνοιας) στους πολίτες! Ιδεολογικά αυτή η πρόταση πλαισιώθηκε από θεωρήσεις, ότι «η υγεία αποτελεί μια προσωπική κατάσταση του ατόμου» αφαιρώντας της κάθε κοινωνική διάσταση (και επ’ ουδενί δεν είναι ένα δικαίωμα!). Άρα είναι ένα ζήτημα ατομικής ευθύνης, είναι δηλαδή μια κατάσταση για την οποία το άτομο έχει την ευθύνη της αποφυγής «επικίνδυνων συμπεριφορών» που μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του. Σε κάθε περίπτωση το κόστος μιας τέτοιας «ατομικής ανευθυνότητας», πρέπει να το αναλαμβάνει το ίδιο το άτομο και να μην περιμένει να το επωμιστεί το κράτος (δηλαδή ό,τι ακριβώς συμβαίνει στις μέρες μας με τους ανεμβολίαστους και τα rapid test τα οποία υποχρεώνονται να πληρώνουν από την τσέπη τους).

Σύμφωνα με τους θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού, η υγεία είναι ένα καταναλωτικό αγαθό που πρέπει να αφεθεί στους νόμους της ελεύθερης αγοράς χωρίς καμία παρέμβαση από πλευράς κράτους, ενώ η είσοδος των ιδιωτικών κεφαλαίων στο τομέα της υγείας θα έχει ως αποτέλεσμα «μία ελευθερία στην επιλογή για τον ασθενή-καταναλωτή ποιοτικότερων υπηρεσιών σε ανταγωνιστικές τιμές».

Στις ΗΠΑ όπου εφαρμόζεται αυτό το νεοφιλελεύθερο πρότυπο με τον τομέα υγείας όπως και το σύστημα ασφάλισης να είναι ουσιαστικά ιδιωτικοποιημένα, αυτή η «ελευθερία» αφήνει εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς ασφαλιστική κάλυψη υγείας και άρα χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Η επιλεκτική εγγραφή μόνο υγιών ασφαλισμένων (στις ΗΠΑ γνωστή και ως cherry picking), καθώς και ο αποκλεισμός από ασφαλιστική κάλυψη ατόμων με προϋπάρχουσες παθήσεις (πχ. σακχαρώδης διαβήτης ή AIDS) ή βαρέως πασχόντων είναι μερικές από τις πρακτικές των ασφαλιστικών εταιρειών ώστε να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους αποφεύγοντας οικονομικούς κινδύνους από ανθρώπους με υψηλές υγειονομικές απαιτήσεις.

Ένα φαινόμενο γνωστό ως αντίστροφη επιλογή: αντί ο ασφαλισμένος να επιλέγει την εταιρεία ασφάλισής του, είναι εκείνος που τελικά επιλέγεται απ’ αυτήν. Η ιδιωτική ασφάλιση προσομοιάζει με «περιστρεφόμενη πόρτα μέσω της οποίας οι υγιείς ασφαλισμένοι εισέρχονται και οι πάσχοντες εξέρχονται».

Αυτοί είναι οι όροι με τους οποίους λειτουργούν τα ιδιωτικά κεφάλαια στον τομέα της υγείας και της ασφάλισης.

Η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη εργαλειοποιώντας την πανδημία και με σημαία την ατομική ευθύνη στοχεύει στη διάλυση της κοινωνικής ασφάλισης και του δημόσιου συστήματος υγείας. Αυτό σηματοδότησε το αντασφαλιστικό νομοσχέδιο, αυτούς τους σχεδιασμούς προμηνύει ο νέος ακροδεξιός Υπουργός Υγείας με τις δηλώσεις του!