Μεθοδικά και συστηματικά ο Μητσοτάκης χτίζει επικοινωνιακά το προφίλ του νέου “εθνάρχη” έχοντας την ανοχή και στήριξη, φανερή και κρυφή, όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων, την ώρα που τα κυβερνητικά επιτελεία απεργάζονται σχέδια αντιλαϊκών και αντεργατικών μέτρων που ήδη επιβάλλουν από τώρα και θα δυναμώσουν την επόμενη μέρα. Σε μια προσπάθεια να ενισχύσει το επικοινωνιακό του προφίλ κάλεσε τους βουλευτές της ΝΔ να καταθέτουν το μισό μισθό τους στον ειδικό λογαριασμό για τον κορονοϊό για τους επόμενους δύο μήνες. Ο Μητσοτάκης επένδυσε τη δημόσια έκκλησή του με τις αναγκαίες δημαγωγικές φιοριτούρες περί αλληλεγγύης και ισότητας όλων των πολιτών απέναντι στην υγειονομική απειλή και πως τάχα η κυβέρνηση έχει λάβει όλα τα αναγκαία και τολμηρά μέτρα από την πρώτη στιγμή. Στην κατεύθυνση αυτή συστρατεύθηκαν ήδη η ΠτΔ Σακελλαροπούλου -η οποία ως πρόεδρος του ΣτΕ νομιμοποίησε την περικοπή των 13ου και 14ου μισθού των δημοσιών υπαλλήλων- και κεντρικά στελέχη της ΝΔ, όπως ο Μεϊμαράκης, με δημόσιες δηλώσεις τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ, πιστός στη γραμμή της “εθνικής ενότητας” υπερθεμάτισε την πρόταση του Μητσοτάκη καλώντας τον να θεσπίσει ως υποχρεωτική την περικοπή της βουλευτικής αποζημίωσης για το σύνολο του κοινοβουλίου αλλά και των ευρωβουλευτών. Ο Κεγκέρογλου από το ΚΙΝΑΛ στην ίδια κατεύθυνση έσπευσε να δηλώσει πως η ΚΟ έχει ήδη διαθέσει στο ΕΣΥ εξοπλισμό για πέντε κλίνες ΜΕΘ, “χωρίς λαϊκισμούς και τυμπανοκρουσίες”. Η ηγεσία του ΚΚΕ, πήρε αποστάσεις από την κυβέρνηση καταθέτοντας ένα κατεβατό συγκεκριμένων προτάσεων περικοπών που περιλαμβάνουν την μονιμοποίηση των περικοπών των μισθών των βουλευτών κατά 50% και την κατάργηση όλων των αποζημιώσεων.

Ξεχειλίζει από υποκρισία η δήλωση αυτή του Μητσοτάκη. Αυτοί που έχουν την αποκλειστική ευθύνη για το κατάντημα του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, που από κοινού με το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ αλλά και με τον ΣΥΡΙΖΑ ψήφισαν και επέβαλαν την πιο βάρβαρη πολιτική των μνημονίων συντρίβοντας λαϊκές και κοινωνικές κατακτήσεις, παρουσιάζονται σήμερα ως τιμητές και υπερασπιστές της. Θλιβερή όμως είναι και η στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ που, απέναντι στο κρεσέντο της κυβερνητικής υποκρισίας και μη μπορώντας να ξεφύγει από τον αθεράπευτο ρεφορμισμό του, θυμήθηκε τις “συγκεκριμένες προτάσεις” που συνιστούν εξωραϊσμό του αστικού κοινοβουλίου και προσαρμογή του σε μια πιο “φιλολαϊκή” κατεύθυνση, αλλά δεν βρήκε να πει ούτε μια κουβέντα για το μέγεθος του φαρισαϊσμού και του κυβερνητικού εμπαιγμού.

Τα μόνα πραγματικά μέτρα που έχει λάβει μέχρι τώρα η κυβέρνηση είναι αυτά των απαγορεύσεων και του υποχρεωτικού εγ­κλεισμού ολόκληρης της κοινωνίας. Οι ομοσπονδίες των γιατρών και νοσηλευτών καταγγέλλουν δημόσια πως ούτε διορισμοί και προσλήψεις έχουν προχωρήσει, ούτε πραγματική και ουσιαστική ενίσχυση των υποδομών των νοσοκομείων υπάρχει, αντίθετα με όσα ψευδώς δηλώνει ο Κικίλιας. Απέναντι στις κραυγές αγωνίας γιατρών και νοσηλευτών και στο δίκαιο αίτημα για την άμεση επίταξη των ιδιωτικών ΜΕΘ, η κυβέρνηση διπλασιάζει το κόστος ενοικίασης των κλινών στα ιδιωτικά νοσηλευτήρια ανεβάζοντάς το στα 1600€ ανά ημέρα! Στήνει ένα πλουσιοπάροχο φαγοπότι για τους μεγιστάνες της ιδιωτικής πρωτοβουλίας πάνω στα ερείπια της Δημόσιας Υγείας, αναγορεύοντάς τους μάλιστα σε “εθνικούς ευεργέτες” για τις ευγενικές χορηγίες και την εθελοντική προσφορά τους στην ενίσχυση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας. Ο Μητσοτάκης καλεί τάχα τους βουλευτές του να ενισχύσουν οικονομικά την “εθνική προσπάθεια” την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση ανάβει το πράσινο φως στους άρπαγες της ιδιωτικής υγείας να λυμαίνονται ελεύθερα τα δημόσια ταμεία. Παράλληλα παρέχει κάθε είδους διευκολύνσεις στην εργοδοσία και τους μεγαλοεπιχειρηματίες για να καταπατήσουν δικαιώματα και κατακτήσεις εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων καταδικάζοντάς τους στον οικονομικό αφανισμό και στην απειλή της απόλυσης.

Οι πραγματικές όμως επιδιώξεις της κίνησης αυτής κρύβονται στη φράση του Μητσοτάκη πως “ο καθένας οφείλει να προσφέρει ανάλογα με τις δυνάμεις του”. Εδώ και μέρες πληθαίνουν τα δημοσιογραφικά παπαγαλάκια που με ένα συντονισμένο τρόπο αναπαράγουν το σενάριο πως επίκεινται περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων.

Πολλά σενάρια, γύρω από τους μισθούς στο δημόσιο τομέα, εξυφαίνονται και βλέπουν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες και αυτό δεν είναι τυχαίο. Κοινός παρονομαστής όλων αυτών των σχεδίων είναι η πίεση που δέχονται τα δημοσιονομικά της χώρας και ο προϋπολογισμός λόγω του κορονοϊού. Οι ναυαρχίδες των αστικών δημοσιογραφικών επιτελείων θυμήθηκαν ξανά πως η ψαλίδα των μισθών ανάμεσα στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα είναι ήδη πολύ μεγάλη και θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο μετά την κρίση της επιδημίας σε βάρος των δεύτερων. Μεθοδεύουν έναν ύπουλο εκβιασμό απέναντι στους εργαζόμενους που έχει πολλές όψεις, ενεργοποιώντας και πάλι τον αντιδραστικό κοινωνικό αυτοματισμό. Από τη μια μεριά οι μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα παρουσιάζονται ως φυσικό φαινόμενο ή το λιγότερο ως λογική συνέπεια και οι εργαζόμενοι οφείλουν να βάλουν πλάτη, διότι διαφορετικά υπάρχει η απειλή και η δαμόκλειος σπάθη της απόλυσης. Μπροστά σ’ αυτό το δίπολο οι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα οφείλουν, σύμφωνα πάντα με την κυρίαρχη προπαγάνδα, να βάλουν πλάτη και να αποδεχθούν οριζόντιες μειώσεις στους μισθούς τους, που φτάνει ως και το 50%, ώστε να “διορθωθεί” το άνοιγμα της ψαλίδας των αποδοχών δημοσίου – ιδιωτικού τομέα. Στρέφουν τους ιδιωτικούς ενάντια στους δημόσιους υπαλλήλους, απαιτώντας μάλιστα από τους πρώτους να αποδεχθούν ως κανονικότητα τους λεηλατημένους μισθούς φτώχειας και εξαθλίωσης και τους εκβιασμούς της εργοδοσίας και των μεγαλοεπιχειρηματιών.

Κι αν τα σενάρια για οριζόντιες μειώσεις μισθών μοιάζουν “ακραία”, υπάρχει μια άλλη μερίδα του αστικού τύπου που κινείται στο ίδιο μήκος κύματος αλλά παρουσιάζει μια ελαφρώς διαφοροποιημένη εκδοχή της ίδιας κατεύθυνσης. Βάζει στο στόχαστρο ομάδες εργαζομένων στο Δημόσιο τομέα που σήμερα υποχρεωτικά δεν εργάζονται λόγω λουκέτου σε συγκεκριμένους τομείς (πχ εκπαιδευτικοί) ή εφαρμόζεται η εκ περιτροπής μερική εργασία. Για τις περιπτώσεις αυτές οι δημοσιογραφικοί λαγοί σπεύδουν να διαμορφώσουν ευνοϊκό κοινωνικό κλίμα για τα σχέδια που απεργάζονται τα αφεντικά τους, κάνοντας λόγο για άδικη μεταχείριση ανάμεσα στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, ώστε η επιβολή των μισθολογικών περικοπών σε αυτούς τους εργαζόμενους να προκύψει ως λογικό και δίκαιο μέτρο, στο πλαίσιο πάντα της “εθνικής ομοψυχίας” όπου όλοι οι καλούνται να βάλουν πλάτη και να αποδεχθούν πρόθυμα και υπάκουα τη νέα λεηλασία.

Η συζήτηση που εντείνεται αυτές τις μέρες καθόλου τυχαία δεν είναι. Μπορεί ο Σταϊκούρας καθώς και άλλα κυβερνητικά στελέχη να δηλώνουν πως δεν εξετάζουν αυτή τη στιγμή τέτοια μέτρα, σπεύδουν όμως να συμπληρώσουν με νόημα στην ίδια φράση πως για το μέλλον όλα τα σενάρια είναι ανοιχτά. Χρησιμοποιώντας ως προσχηματικό επιχείρημα την αβεβαιότητα που υπάρχει γύρω από το χρονικό ορίζοντα της κρίσης δεν αποκλείουν κανένα ενδεχόμενο περικοπής, οριζόντιας ή επιμέρους, για τους επόμενους μήνες. Τα σενάρια και η δημόσια συζήτηση, που αφήνει η κυβέρνηση να εξελίσσεται, δοκιμάζουν τις κοινωνικές αντιδράσεις αλλά και ταυτόχρονα τα αντανακλαστικά των εργαζομένων, ιδιαίτερα στο δημόσιο τομέα.

Τα δημοσιογραφικά επιτελεία που βρίσκονται στην υπηρεσία της κυβερνητικής προπαγάνδας προλειαίνουν το έδαφος, ενεργοποιούν τα συντηρητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας και με όχημα τον κοινωνικό αυτοματισμό εντοπίζουν και στοχοποιούν ως πρόβλημα τους δημοσίους υπαλλήλους, όπως άλλωστε έχει γίνει πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν. Μην ξεχνάμε πως αυτοί -όπως ο Μητσοτάκης και η Μαρέβα-, τα δημοσιογραφικά παραρτήματα της κυβέρνησης, που τώρα χειροκροτούν τους γιατρούς του Δημόσιου Συστήματος αναγορεύοντάς τους σε εθνικούς ήρωες, σε κάθε ευκαιρία έριχναν στις πλάτες τους τόνους λάσπης για να τους κατασυκοφαντήσουν ως αποκλειστικούς υπεύθυνους για το κατάντημα του ΕΣΥ. Οι συνθήκες που διαμορφώνονται για το σύνολο των εργαζομένων και τα λαϊκά στρώματα είναι εξαιρετικά δυσμενείς.

Για τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα δεν θα υπάρχει κανένας εφησυχασμός. Είναι βέβαιο πως θα βρεθούν και αυτοί στο μάτι του κυκλώνα και της αντιλαϊκής πολιτικής την επόμενη ημέρα.