Οι πρόσφατες εξαγγελίες της νέας φορολογικής λεηλασίας που εξαγγέλθηκαν από τον ίδιο τον Μητσοτάκη στο υπουργικό συμβούλιο της Τρίτης 31 Οκτωβρίου και εξειδικεύτηκαν από τους υπουργούς Χατζηδάκη και Θεοχάρη αργότερα έρχονται να «κουμπώσουν» με τις δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ, προέδρου της ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), που βρέθηκε στην Αθήνα πριν μερικές μέρες.

Μόνο που η φορολεηλασία, σ΄ αυτή τουλάχιστον τη φάση, αφορά καταρχάς τους αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες και γενικά όσους έχουν ατομικές επιχειρήσεις χωρίς να εξαιρούνται από την εντολή της Λαγκάρντ πως «απαιτείται συνετή πειθαρχία στα δημοσιονομικά» και «συνέχιση των μεταρρυθμίσεων», διατυπώσεις που προετοιμάζουν για συνέχιση των σκληρών αντιλαϊκών μέτρων σε όλο το φάσμα των κοινωνικών δραστηριοτήτων.

Η επενδυτική βαθμίδα και τα προαπαιτούμενά της

Η συνεδρίαση της ΕΚΤ, για την οποία βρέθηκε στη χώρα μας η Λαγκάρντ, συνέπεσε με την «ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας» από τον οίκο Standard and Poor’s.

Και σύμφωνα με την Standard and Poor’s που σε κείμενο συμπερασμάτων για την επενδυτική βαθμίδα αναφέρεται πως «το αποτέλεσμα των εκλογών φαίνεται σε γενικές γραμμές να είναι μία εντολή για συνέχεια στις πολιτικές και αναμένουμε ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα της, που περιλαμβάνει την περαιτέρω αντιμετώπιση του ακόμη μεγάλου δημόσιου χρέους (π.χ. με το κλείσιμο περαιτέρω του κενού ΦΠΑ), την κατοχύρωση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στα συστήματα απονομής δικαιοσύνης και υγειονομικής περίθαλψης, μεταξύ άλλων προσπαθειών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας».

Εκτιμά δηλαδή ο οίκος αυτός και πιέζει για τη συνέχιση των «μεταρρυθμίσεων» σε μια σειρά τομείς, όπως σταθερότητα των τραπεζών – διαβάζουμε αμείωτη συνέχιση πλειστηριασμών – παραπέρα εμπορευματοποίηση του συστήματος υγείας, επιτάχυνση δικαιοσύνης κ.α., απειλώντας πως ανάλογα με την πρόοδο στους τομείς αυτούς θα εξαρτηθεί μια ενδεχόμενη νέα αναβάθμιση της επενδυτικής βαθμίδας.

Βέβαια την ίδια στιγμή που απονέμεται στην χώρα μας η επενδυτική βαθμίδα, οι ίδιοι της Standard and Poor’s λένε πως «η Ελλάδα παραμένει εκτεθειμένη στις αλλαγές των ανέμων στην παγκόσμια οικονομία, περιλαμβανομένων των κινδύνων από μία πιθανή οικονομική επιβράδυνση που θα επηρέαζε τους σημαντικούς εξωστρεφείς τομείς του τουρισμού ή της ναυτιλίας, ή από μία νέα ξαφνική εκτίναξη των τιμών Ενέργειας. Οι εξελίξεις αυτές θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τη βελτιωμένη δυναμική των πιστοληπτικών δεικτών της Ελλάδας. Οι αξιολογήσεις μας εξακολουθούν να περιορίζονται από το υψηλό δημόσιο χρέος και την αδύναμη εξωτερική θέση».

Την ίδια περίοδο και παρά τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης, η γερμανική «Handellsblat» έγραφε πως «παρά την ταχεία ανάπτυξη των τελευταίων ετών, η οικονομική ισχύς της Ελλάδας απέχει ακόμη πολύ από το επίπεδο που βρισκόταν πριν από την κρίση δημόσιου χρέους. Σύμφωνα και με μελέτη της Eurobank, εάν η χώρα διατηρήσει έναν μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 2,2%, θα χρειαστεί περίπου μια δεκαετία ακόμη για να φτάσει στα επίπεδα του 2007…», εάν δεν προκληθούν νέες δαπάνες για τον «πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό, καθώς και οι εξοπλισμοί κατά της Ρωσίας προκαλούν νέα χρέη».

Και όλα αυτά χωρίς να συνυπολογιστούν οι συνέπειες από τις εξελίξεις στον πόλεμο που σοβεί στην γειτονιά μας, στην Μέση Ανατολή, που συνιστούν μεγάλα ζόρια για την ελληνική πλουτοκρατία, αλλά ακόμα περισσότερο για τον λαό που είναι το σύνηθες θύμα αυτών των αναταράξεων της καπιταλιστικής οικονομίας και του ιμπεριαλισμού.

Φοροεπιδρομή στους μικρομεσαίους και μικρομικρούς…

Αντίστοιχα, όπως γράψαμε εισαγωγικά, η φοροεπιδρομή σε ατομικές επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους θεσπίστηκε και μάλιστα αναδρομικά για το 2023, (στις φορολογικές δηλώσεις του 2024 θα το δούμε), βάζοντας ένα τεκμαρκτό πλαφόν ύψους 10.920 ευρώ, που θα είναι ψηλότερο ανάλογα με τα χρόνια λειτουργίας, και χαμηλότερο για τα 5 πρώτα χρόνια έναρξης της δραστηριότητας.

Το 10.920 προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του κατώτερου μικτού μισθού ενός εργαζόμενου που σήμερα είναι 780 ευρώ επί 14 μισθούς που ισχύουν στον ιδιωτικό τομέα.

Μερικές παρατηρήσεις όπως μπορούμε να καταγράψουμε τώρα μέχρι να οριστικοποιηθούν από το Υπουργείο Οικονομικών και την ΑΑΔΕ οι τελικές ρυθμίσεις.

Στοχοποιείται στο σύνολό της μια κοινωνική ομάδα επαγγελματιών που για διάφορους λόγους δραστηριοποιείται επαγγελματικά χωρίς να μετέχει σε κάποιο εταιρικό σχήμα, ενίοτε και λόγω υποχρέωσης (δικηγόροι, μηχανικοί, λοιποί επαγγελματίες κλπ) ως συλλήβδην φοροφυγάδες.

Η κυβέρνηση, το ΥπΟικ. και η ΑΑΔΕ ομολογούν την αποτυχία της πολυδιαφημισμένης ψηφιακής μετάβασης (ηλεκτρονική τιμολόγηση, mydata, e-send και ταμειακές μηχανές, pos κλπ) που υποτίθεται θα εμπόδιζαν την φοροαποφυγή και θα έπιαναν τους «πονηρούς».

Χωρίς να λέγεται, ομολογείται η ανεπάρκεια και η αποτυχία των διαλυμένων ελεγκτικών μηχανισμών και μάλιστα ζητούνται, μέσω πλατφόρμας και αμοιβής επώνυμα ή ανώνυμα, καταγγελίες για φοροδιαφυγή ή «φοροδιαφυγή», θέτοντας το πρότυπο ενός γενικευμένου χαφιεδισμού.

Αυτή η αποτυχία και η αδυναμία ελέγχων καλύπτεται με την επιστροφή σε μεθόδους 30 χρόνων πίσω, όταν η φορολόγηση γίνονταν με τα λεγόμενα «αντικειμενικά» κριτήρια που μετρούσαν τα τετραγωνικά μέτρα της επαγγελματικής στέγης, τον όροφο και την περιοχή που ασκούνταν η δραστηριότητα.

Είναι δε και τόσο ανίδεοι σε σχέση με τα πραγματικά δεδομένα που υπολογίζουν τον μικτό μισθό (780 ευρώ) παραβλέποντας α. τις ασφαλιστικές κρατήσεις του εργαζόμενου, β. τις υποχρεωτικές εισφορές ενός επαγγελματία, γ. το χαράτσι του τέλους επιτηδεύματος και για να μην αναφέρουμε περισσότερα όπως τις δαπάνες ενοικίων, σύνδεσης στο internet, ηλεκτρικού ρεύματος κ.α.

Έτσι με έναν πρόχειρο υπολογισμό ακριβώς στη βάση της ισοτιμίας μεταξύ εργαζομένων και αυτοαπασχολουμένων, όπως διατείνονται οι κυβερνητικοί ιθύνοντες, το τεκμήριο θα έπρεπε να βρίσκεται στα 7.400 ευρώ περίπου και όχι στα 10.920 που αυθαίρετα το θέσανε.

Είναι ηλίου φαεινότερο πως βρισκόμαστε σε μια διαδικασία εξαΰλωσης των ατομικών επιχειρήσεων, των αυτοαπασχολουμένων και των ελευθέρων επαγγελματιών, διαδικασία που δεν ξεκίνησε τώρα φυσικά, αλλά αρκετά νωρίτερα.

Όπως δήλωσε και ο ντόπιος γκουρού του νεοφιλελευθερισμού διοικητής της Τράπεζας Ελλάδας, Στουρνάρας, σε πρόσφατο φόρουμ, «η εκτεταμένη παρουσία μονοπρόσωπων και πολύ μικρών επιχειρήσεων αποτελεί κυρίαρχο και προβληματικό χαρακτηριστικό, καθώς η παραγωγικότητα στις επιχειρήσεις αυτές είναι γενικά χαμηλή και υπολείπεται του ευρωπαϊκού μέσου όρου».

Κατά τα άλλα, οι φορολογικές αρχές αδυνατούν να συλλάβουν το λαθρεμπόριο καυσίμων, τα ποσά που κρύβονται στις υπεράκτιες εταιρείες, στις ενδοομιλικές συναλλαγές, στις διάφορες λίστες (Λαγκάρντ, Μπόργιανς κλπ) με την απόφαση του ΣΤΕ (1738/17) που όσα κατάφεραν να εισπράξουν επεστράφησαν έντοκα σε όσους φοροφυγάδες είχαν φυγαδεύσει ποσά στο εξωτερικό, ενώ οι κυβερνήσεις προσπαθούν να εντοπίσουν υπερκέρδη για έκτακτη φορολογία στις εταιρείες ενέργειας.

Όμως ο εύκολος στόχος είναι οι μισθοσυντήρητοι, οι απόμαχοι της δουλειάς και οι αυτοαπασχολούμενοι.