Μέσα σε βαρύ κλίμα, εξαιτίας των χαμηλών οικονομικών επιδόσεων της ευρωπαϊκής οικονομίας και των διεθνών εξελίξεων, έγινε την περασμένη Τετάρτη (20/2) η καθιερωμένη συνεδρίαση του Eurogroup, αποφεύγοντας το φλέγον θέμα της «μεταρρύθμισης» στην Ευρωζώνη και ιδίως στο ζήτημα του Προϋπολογισμού, το οποίο θα απασχολήσει τους ηγέτες των 27 στη Σύνοδο Κορυφής του προσεχούς Ιούνη. Τα κορυφαία στελέχη Μ.Σεντένο και Π.Μοσκοβισί έκαναν ευρείες αναφορές στους πολιτικούς κινδύνους που απειλούν τις οικονομικές επιδόσεις της Ευρωζώνης, τον συνεχώς τροφοδοτούμενο εμπορικό πόλεμο, την οικονομική επιβράδυνση της ΕΕ, την άνοδο των ακραίων κομμάτων και τις ευθύνες των πολιτικών κομμάτων.

Σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση Τσίπρα, η Κομισιόν προχώρησε σε εξάμηνη ανανέωση του «πλαισίου ενισχυμένης εποπτείας», προκειμένου όπως ανακοινώνει «…να διασφαλιστεί η συνεχής στήριξη για την ολοκλήρωση, την υλοποίηση και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης της Ελλάδας, στη βάση των δεσμεύσεων των ελληνικών αρχών». Θυμίζουμε πως το «πλαίσιο» αυτό της επιτροπείας ενεργοποιήθηκε στις 21 Αυγούστου 2018 με προβλεπόμενη 4ετή διάρκεια και τρίμηνες «αξιολογήσεις». Κατά τη διάρκεια της 4ετίας θα υπάρχουν τακτές εκταμιεύσεις από τον Eυρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), που αφορούν επιστροφές κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από τα «ακούρευτα» ελληνικά κρατικά ομόλογα που διακρατεί η ΕΚΤ.

Στην πραγματικότητα πρόκειται για νέες πιέσεις ώστε να προχωρήσουν άμεσα οι «μεταρρυθμίσεις» (διάδοχο σχήμα του ν. Κατσέλη, «κόκκινα» δάνεια, ιδιωτικοποιήσεις, γενικοί γραμματείς υπουργείων, ληξιπρόθεσμες οφειλές Δημοσίου…), η εφαρμογή των οποίων καθυστερεί λόγω του προεκλογικού κλίματος. Παράλληλα, η Κομισιόν εκβιάζει την κυβέρνηση («…η θετική έκθεση ενισχυμένης εποπτείας των θεσμών είναι απαραίτητη για την επιστροφή στην Ελλάδα των κερδών…») με την αναστολή της εκταμίευσης της εξαμηνιαίας δόσης των περίπου 640 εκατ. € των κερδών της ΕΚΤ και κεντρικών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα. Η δεύτερη «Έκθεση αξιολόγησης» θα δημοσιοποιηθεί την ερχόμενη Τετάρτη (27/2) με βασικό στοιχείο τα «κόκκινα» δάνεια και τη συμφωνία κατάργησης της προστασίας της λαϊκής κατοικίας. Όλα τα παραπάνω θα αξιολογηθούν κατά την επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup στις 11 Μάρτη.

★★★

Την ίδια ημέρα θα κοινοποιηθεί και η ήδη διαρρεύσασα Έκθεση για το «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο», σύμφωνα με την οποία εκτιμώνται τα εσωτερικά και διεθνή δεδομένα σε σχέση με την οικονομική δυσπραγία της Ε.Ε. Επιτάσσονται άμεσες ρηξικέλευθες εφαρμογές από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών που θα έχουν σοβαρότατες επιπτώσεις στο συνεχώς μειούμενο εισόδημα των εργαζομένων και συνταξιούχων.

Έτσι, κάτω από τις περίτεχνες διατυπώσεις του κειμένου των συμπερασμάτων όπως: «ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, για την ελεύθερη κυκλοφορία των τεσσάρων ελευθεριών», «δημιουργία αγοράς εργασίας χωρίς αποκλεισμούς», «ένταξη περισσοτέρων Ευρωπαίων πολιτών στην απασχόληση μέσα από την παροχή κινήτρων», «τον εκμοντερνισμό των Συστημάτων Ασφάλισης», «τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος πιο ελκυστικού για τις επιχειρήσεις και επενδύσεις», «την τήρηση των συμφωνημένων χρονοδιαγραμμάτων στην απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και μεταφορών», κρύβονται όροι απαξιωτικοί για τις δυνάμεις της εργασίας, ελλοχεύουν τεράστιοι κίνδυνοι για τα λαϊκά δικαιώματα και κατακτήσεις, αναδύονται καινούργιες μέθοδοι για την εκμετάλλευση και του τελευταίου ίχνους της εργατικής δύναμης.

Γιατί, όπως και στα βυζαντινά παλίμψηστα, αν ξύσει κανείς το επίχρισμα των λέξεων, άλλες έννοιες εμφανίζονται από κάτω, όπως: το ανελέητο χτύπημα των ασφαλιστικών και εργασιακών σχέσεων, οι ιδιωτικοποιήσεις που συνοδεύονται από αθρόες απολύσεις, η παραπέρα συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του μεγάλου κεφαλαίου με εξαφάνιση των μικρομεσαίων επαγγελματοβιοτεχνών, τα νέα προνόμια, οι επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές προς τα μονοπώλια, η ένταξη και προσαρμογή της Παιδείας, Υγείας, Πρόνοιας στους νόμους της αγοράς και τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, η κατάργηση της μόνιμης οκτάωρης εργασίας και η αντικατάστασή της με τη γενικευμένη πλέον μερική απασχόληση, η ουσιαστική μείωση των μισθών και ημερομισθίων καθώς και των επιδομάτων ανεργίας, η μεταφορά πόρων από τους κατά χώρα ΟΑΕΔ για επιδότηση των εργοδοτών, η ανασφάλιστη εργασία των νέων, η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, η μείωση των συντάξεων με ταυτόχρονη υποαπασχόληση των ήδη συνταξιούχων, η εκχώρηση ακόμα μεγαλύτερου μέρους της δημόσιας ασφάλισης προς την ιδιωτική, η ακόμα μεγαλύτερη περικοπή της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, κ.α.

Παράλληλα, ορισμένες οικονομίες των κρατών-μελών (μέσα και η Ελλάδα), εντάσσονται σε «εμπεριστατωμένη επισκόπηση» για ζητήματα που αφορούν το δημόσιο και εξωτερικό χρέος, τα χαμηλά επίπεδα αποταμίευσης και το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, μέσα σε συνθήκες υψηλής ανεργίας, μικρής παραγωγικότητας και χαμηλής επενδυτικής δραστηριότητας.