Με μια σύντομη και άκρως προκλητική ανακοίνωση το ΥΠΑΙΘ ενημέρωσε το Σάββατο 7 Νοέμβρη για την “ολοκλήρωση με επιτυχία της ηλεκτρονικής διαδικασίας των εκλογών” (για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια). Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δημοσιεύει το ΥΠΑΙΘ στην ανακοίνωση, ψήφισαν 13.168 εκπαιδευτικοί και των δύο βαθμίδων. Επίσης στην ίδια ανακοίνωση το ΥΠΑΙΘ σημειώνει με έμφαση πως “η απρόσκοπτη διενέργεια των εκλογών κατέστη εφικτή(…) Και αυτό, παρά τα συνεχή προσκόμματα, την εκστρατεία παραπληροφόρησης και παρακίνησης σε αποχή, τις απειλές για διαγραφή και τις εκφοβιστικές τακτικές όσων αντιτίθενται συστηματικά σε κάθε αλλαγή”. Και αφού το ΥΠΑΙΘ ευχαρίστησε θερμά όσους συμμετείχαν είτε ως υποψήφιοι ή ως ψηφοφόροι, κατέληξε με την σημείωση πως “το πρώτο βήμα έγινε. Έχουμε ακόμα πολλά μπροστά μας(…)”.

Αν κάποιος διαβάσει καλοπροαίρετα την ανακοίνωση του ΥΠΑΙΘ, είναι αρκετά πιθανό να θεωρήσει ότι οι εκπαιδευτικοί συμμετείχαν τελικά μαζικά στην “εκλογική” διαδικασία υπό τη σκιά μάλιστα πιέσεων, εκβιασμών και απειλών. Η αδιαμφισβήτητη αλήθεια όμως είναι πως η εκλογική διαδικασία της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στις 7/11, πρώτη μέρα του νέου lockdown, αποδείχθηκε ένα φιάσκο ολκής για το ΥΠΑΙΘ, μια συντριπτική ήττα, κανονικό Βατερλώ για την πολιτική ηγεσία. Ο αριθμός των 13.168 εκπαιδευτικών αντιστοιχεί στην ελάχιστη μειοψηφία του 6% περίπου σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Με άλλα λόγια, το 94% των 170.000 δασκάλων και καθηγητών το Σάββατο 7/11 γύρισε την πλάτη του, απορρίπτοντας την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Η αδιαμφισβήτητη επίσης αλήθεια είναι πως οι δεκάδες χιλιάδες δάσκαλοι και καθηγητές δέχθηκαν πολύ ισχυρές πιέσεις, εκβιασμούς και “εντέλλεσθε”. Όχι όμως από τα εκπαιδευτικά συνδικάτα, όπως αφήνει με αιχμές το ΥΠΑΙΘ να εννοηθεί, αλλά από την ίδια την πολιτική ηγεσία. Τις προηγούμενες ημέρες οι εκπαιδευτικοί ήρθαν αντιμέτωποι με απανωτές αυταρχικές και αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις, εκλογικά πραξικοπήματα, καταιγισμό μηνυμάτων από τη Διοίκηση με στόχο να ευθυγραμμιστούν και να συμμετάσχουν υπάκουα στην ηλεκτρονική φιέστα της κυβέρνησης.

Ο κλάδος όμως των εκπαιδευτικών δεν έσκυψε το κεφάλι ούτε υποτάχθηκε στα κυβερνητικά κελεύσματα. Αντίθετα ανταποκρίθηκε σχεδόν σύσσωμος στο κάλεσμα των πρωτοβάθμιων εκπαιδευτικών σωματείων (ΕΛΜΕ – ΣΕΠΕ), των Ομοσπονδιών (ΟΛΜΕ – ΔΟΕ) αλλά και του συνόλου σχεδόν των συνδικαλιστικών δυνάμεων για αποχή από την φαρσοκωμωδία των ηλεκτρονικών “εκλογών”. Έστειλε έτσι ένα πολύ ισχυρό μήνυμα αποδοκιμασίας όχι μόνο ενάντια στην ηλεκτρονική ψηφοφορία αλλά και αντίστασης στον ορυμαγδό των αντιεκπαιδευτικών και αντιλαϊκών μέτρων που επιβάλλει η κυβέρνηση της ΝΔ εκμεταλλευόμενη την πανδημία.

Ήταν σαφές από την πρώτη στιγμή ότι η κυβέρνηση της ΝΔ θα ήθελε να αξιοποιήσει την ηλεκτρονική ψηφοφορία ως προπομπό για το σκληρό και σαρωτικό χτύπημα που μεθοδεύει στα συνδικάτα. Παρά την κυβερνητική κάλυψη και στήριξη που δέχεται η Κεραμέως τις τελευταίες ημέρες, τα συντριπτικά αποτελέσματα και η πρωτοφανής σε μαζικότητα αποχή των εκπαιδευτικών δημιουργούν τριγμούς στην κυρίαρχη πολιτική και σίγουρα γεννούν δεύτερες σκέψεις στο κυβερνητικό μπλοκ. Επισφραγίζουν τη θέληση των εκπαιδευτικών να μην αφήσουν να περάσουν τα κυβερνητικά σχέδια για την άλωση των σωματείων και των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων τους. Αποτελούν ακόμα επιβεβαίωση πως όταν ένας κλάδος είναι ενωμένος, συσπειρωμένος αγωνιστικά γύρω από ένα αίτημα και αποφασισμένος, τότε η κυβερνητική πολιτική δεν είναι ανίκητη. Η 7/11 αποτελεί μια σπουδαία νίκη για το εκπαιδευτικό κίνημα μια σημαντική παρακαταθήκη για το επόμενο διάστημα.

Πώς φτάσαμε ως εδώ

Όταν στα τέλη του Σεπτέμβρη η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ έφερε στη Βουλή την τροπολογία που θεσμοθετεί την ηλεκτρονική ψηφοφορία, ο Εκπαιδευτικός Όμιλος υπογράμμιζε πως οι εκλογές στα Υπηρεσιακά Συμβούλια θα χρησιμοποιηθούν ως όχημα για να γενικευτεί η κυβερνητική επίθεση στα συνδικάτα, αφού ο διακηρυγμένος στόχος της κυβέρνησης και αντιπολίτευσης είναι να παρέμβει ακόμα πιο βαθιά στα εσωτερικά τους, στις μαζικές και δημοκρατικές τους διαδικασίες, να καταργήσει τις Γενικές Συνελεύσεις, να αποκόψει τους εργαζόμενους απ’ την ίδια τους τη δράση, για να επιβάλει ένα καθεστώς απόλυτης χειραγώγησης, πειθήνιας προσαρμογής στην κυρίαρχη πολιτική. Το σύνθημα της ΑΠΟΧΗΣ που έριξαν οι Αγωνιστικές Παρεμβάσεις, με την καταλυτική συμβολή του Εκπαιδευτικού Ομίλου στη διαμόρφωση αυτής της γραμμής, αποτέλεσε τη θρυαλλίδα των μετέπειτα εξελίξεων.

Όλες οι παρατάξεις, η μια μετά την άλλη, από το ΠΑΜΕ (ΚΚΕ) και τις ΣΥΝΕΚ(ΣΥΡΙΖΑ) ως την ΠΕΚ-ΔΗΣΥ(ΚΙΝΑΛ) και τη φιλοκυβερνητική ΔΑΚΕ, υιοθέτησαν τη γραμμή της αποχής από τις εκλογές αποσύροντας τους υποψηφίους και τα ψηφοδέλτιά τους σε όλη τη χώρα, συγκροτώντας στην πράξη ένα πολύ μαζικό ενιαίο μέτωπο ενάντια στην ηλεκτρονική ψηφοφορία. Μπροστά στις εξελίξεις αυτές η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ κατέφυγε σε πρωτόγνωρες αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις. Με απανωτές υπουργικές αποφάσεις, εγκυκλίους και τροπολογίες εκχωρούσε στην Κεραμέως -ως υπουργό Παιδείας- να ενεργεί αυτόβουλα και αυθαίρετα, καταπατώντας ακόμα και το θεσμικό πλαίσιο των εκλογών για τα Υ/Σ. Αποκορύφωμα της αντιδημοκρατικής και αυταρχικής στάσης του ΥΠΑΙΘ -δείγμα γραφής της ακροδεξιάς πολιτικής της κυβέρνησης- ήταν το πρωτοφανές εκλογικό πραξικόπημα στο οποίο προέβη, αρνούμενη να αποδεχθεί την απόσυρση των υποψηφιοτήτων.

Από τη μεριά τους το σύνολο των εκπαιδευτικών σωματείων (ΕΛΜΕ – ΣΕΠΕ, ΟΛΜΕ – ΔΟΕ) με συνεχείς ανακοινώσεις, καμπάνιες ενημέρωσης των συναδέλφων στα σχολεία αλλά και έκτακτες Γενικές Συνελεύσεις καλούσαν τους εκπαιδευτικούς σε αποχή. Καθολικά αρνήθηκαν να δηλώσουν εκπροσώπους στις εφορευτικές επιτροπές, όπως προβλεπόταν, οδηγώντας σε νέα αδιέξοδα την ηγεσία του ΥΠΑΙΘ και στο τελικό αυταρχικό “εντέλλεσθε” λίγες ώρες πριν από την έναρξη της ψηφοφορίας.

Για τη στάση των
συνδικαλιστικών δυνάμεων

Η επίτευξη μιας τόσο μεγάλης πολιτικο-συνδικαλιστικής ενότητας και συσπείρωσης με αιχμή την ηλεκτρονική ψηφοφορία δεν θα πρέπει να θεωρείται μια εύκολη υπόθεση. Η φιλοκυβερνητική ΔΑΚΕ βρέθηκε από την πρώτη στιγμή με την πλάτη στον τοίχο, αντιμέτωπη με πολλαπλές και ισχυρές πιέσεις και εκβιασμούς από τον κομματικό μηχανισμό της ΝΔ και από δεκάδες κεντρικά συνδικαλιστικά στελέχη της που ευθυγραμμίστηκαν στην κυβερνητική γραμμή. Διχάστηκε βαθιά, ενώ κάποια στελέχη της που επέλεξαν να συμμετέχουν στο φιάσκο, σήμερα βρίσκονται αντιμέτωπα με διαγραφές από την ίδια τη ΔΑΚΕ!

Η παράταξη της ΠΕΚ/ΔΗΣΥ υποχρεώθηκε σε μεταστροφή της θέσης της. Ενώ αρχικά δήλωνε πως δεν συμφωνεί με την αποχή, κάτω από την πίεση υποχρεώθηκε να κάνει στροφή και να παρουσιαστεί υποκριτικά ως “σημαιοφόρος” της. Το μέγεθος της υποκρισίας της φαίνεται και από την ανακοίνωση-λίβελο που εξέδωσε, στην οποία αναφέρει χαρακτηριστικά πως “εκλογές με μια μόνο παράταξη γίνονταν μόνο στους ανύπαρκτους παραδείσους…” και πως “από τη στιγμή που το μέτωπο της ανεπίγνωστης άρνησης δεν μπόρεσε να διαρραγεί, η μη συμμετοχή στη διαδικασία (…) είναι μονόδρομος”.

Οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ για μέρες μετρούσαν τα κουκιά τους, το κόστος από την απώλεια των αιρετών και φυσικά το ρουσφετολογικό μηχανισμό που με κόπο έχτισαν. Την ίδια ώρα κεντρικά ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφιζε “παρών” στην τροπολογία για την ηλεκτρονική ψηφοφορία στη Βουλή, ενώ στο άκουσμα της πρότασης για αποχή από τις εκλογές διαμήνυαν στα συνδικαλιστικά τους στελέχη πως “το κόμμα δεν έχει θέση υπέρ της αποχής”.

Τέλος το ΠΑΜΕ, που εδώ και χρόνια έχει υιοθετήσει μια γραμμή σεχταριστική και διασπαστική μέσα στο σ/κ, το τελευταίο διάστημα επιδόθηκε σε επιθέσεις “ενότητας”. Εναγωνίως καλούσε σε “συντεταγμένη αποχώρηση όλων των δυνάμεων” ενώ ήταν εμφανής ο δισταγμός του να προτάξει καθαρά τη θέση της αποχής, ως αποτέλεσμα της βαθιάς και χρόνιας οξείδωσης από τις λεγκαλιστικές και εκλογικές αυταπάτες. Δεν είναι τυχαίο πως το ΠΑΜΕ έβγαλε ανακοίνωση καλώντας σε αποχή μόλις μια εβδομάδα πριν την ηλεκτρονική ψηφοφορία.
Επί της ουσίας λοιπόν όλες οι συνδικαλιστικές δυνάμεις υποχρεώθηκαν -ώς και σύρθηκαν- στη γραμμή της αποχής. Στην πραγματικότητα η πολιτικοσυνδικαλιστική γραμ­μή της αποχής -που πρόβαλλε με επιμονή το ταξικό ρεύμα των Παρεμβάσεων, με την καθοριστική συμβολή του Εκπαιδευτικού Ομίλου- και η οποία κυριάρχησε, ανάγκασε τις υπόλοιπες δυνάμεις να ακολουθήσουν.

Συμπεράσματα
και επισημάνσεις
από μια πολύ σπουδαία νίκη

Το αποτέλεσμα έχει πολλούς αποδέκτες μέσα και έξω απ’ το χώρο της εκπαίδευσης. Αποτελεί μία σημαντική απάντηση ότι η κυβέρνηση δεν έχει ούτε πρόκειται να έχει στο διηνεκές την κοινωνική ανοχή, ιδιαίτερα όσο η βάρβαρη και αντιλαϊκή πολιτική συνεχίζεται και κλιμακώνεται, όσο ο λαός υποχρεώνεται να πληρώνει τα “σπασμένα” τους.

Το αποτέλεσμα της 7/11 αποτελεί μια ηχηρή επισήμανση απέναντι σ’ εκείνες τις δυνάμεις που αναφέρονται μάλιστα στην Αριστερά. Δυνάμεις οι οποίες με μια ευκολία διαπιστώνουν ότι τα συνδικάτα έχουν “ξοφλήσει” ή πως “είναι ξεπουλημένα”, ψάχνοντας διεξόδους σε θνησιγενή σχήματα “κοινής δράσης” ή “συντονισμών”, μετατρέποντας τη δική τους αδυναμία σε ιδεολογία και παράλληλα ενισχύουν την απονεύρωση του κινήματος. Η μάχη των εκπαιδευτικών μέσα από τα σωματεία τους κατέδειξε ότι αυτά είναι ζωντανά και πως μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο για τους εργαζόμενους και την υπεράσπιση των ζωτικών τους συμφερόντων. Αρκεί φυσικά να υπάρχουν εκείνες οι δυνάμεις που έχουν την πρόθεση να τα βάλουν σε κίνηση σε μια ταξική αγωνιστική κατεύθυνση και δεν τα αδρανοποιούν ή δεν τα μετατρέπουν σε απλά εξαρτήματα για τις κομματικές τους παρελάσεις.

Η πολιτικοσυνδικαλιστική γραμμή που κυριαρχεί σε κάθε κινητοποίηση παίζει καθοριστικό ρόλο. Οφείλουμε να τονίσουμε ξανά ότι ο ρόλος των Αγωνιστικών Παρεμβάσεων με τη γραμμή της αποχής που πρότεινε ήταν καθοριστικός αφού ανάγκασε όλες τις άλλες συνδικαλιστικές δυνάμεις να ακολουθήσουν. Οφείλουμε επίσης να τονίσουμε ξανά ότι στη διαμόρφωση αυτής της γραμμής καταλυτικό ρόλο έπαιξε ο Εκπαιδευτικός Όμιλος, που απ’ τη πρώτη στιγμή πρόβαλλε με αποφασιστικότητα τη γραμμή που τελικά κυριάρχησε, χωρίς ταλαντεύσεις. Με έμφαση και ένταση είπε ότι απέναντι στην πολιτική της σιδηράς πυγμής της κυβέρνησης δεν χωρούν τακτικοί ελιγμοί αλλά κατά μέτωπο αντιπαράθεση. Η μάχη αυτή που δόθηκε και κερδήθηκε προσφέρει πολύτιμα συμπεράσματα και διδάγματα στο εκπαιδευτικό κίνημα και πολύ περισσότερο για το ρεύμα των Παρεμβάσεων που πρέπει να αξιοποιηθούν για το αμέσως επόμενο διάστημα.

Πέρα απ’ τη σημαντική σημερινή επιτυχία του συνδικαλιστικού κινήματος των εκπαιδευτικών, οφείλουμε να τονίσουμε ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι έχουν αλλάξει οι συσχετισμοί ή ότι έχει μπει φραγμός στην αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική. Η σημερινή εξέλιξη δεν αποτελεί παρά μία μικρή χαραμάδα αισιοδοξίας. Είναι ακόμα επιβεβαίωση πως οι ενιαίοι, μαζικοί και αποφασιστικοί αγώνες με όχημα τα συνδικάτα μπορούν να φέρουν μικρές ή μεγάλες νίκες και κατακτήσεις. Για να αλλάξουν όμως τα πράγματα χρειάζεται ακόμα πολύς δρόμος.