Ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή έλαβε η υπηρεσιακή κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας, που θα οδηγήσει τη χώρα μέχρι τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές, στις 12 Απρίλη. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, 100 ημέρες πριν από τις εκλογές σχηματίζεται υπηρεσιακή κυβέρνηση, με βασική αρμοδιότητα τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών. Η υπηρεσιακή κυβέρνηση, της οποίας ηγείται ο μέχρι σήμερα υπουργός Εσωτερικών Σπάσοφσκι ψηφίστηκε σχεδόν ομόφωνα από τους παρόντες βουλευτές.
Ο 43χρονος Σπάσοφσκι, στενός συνεργάτης του Ζάεφ, είναι αντιπρόεδρος του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Ο Ζάεφ παραμένει αρχηγός του SDSM και θα ηγηθεί της προεκλογικής εκστρατείας του κόμματος, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι θα επικρατήσει στις εκλογές του Απρίλη και θα επανέλθει στον πρωθυπουργικό θώκο.
Στην υπηρεσιακή κυβέρνηση συμμετέχουν και δύο υπουργοί από το κόμμα της αντιπολίτευσης VMRO-DPMNE. Συγκεκριμένα, η αντιπολίτευση ανέλαβε στην υπηρεσιακή κυβέρνηση το υπουργείο Εσωτερικών και το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ο Ζάεφ αποφάσισε τη διεξαγωγή πρόωρων βουλευτικών εκλογών, μετά την άρνηση της Ε.Ε. με γαλλική επιμονή, τον περασμένο Οκτώβρη, να χορηγήσει στη Βόρεια Μακεδονία ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων, κάτι που προκάλεσε πολιτικές αναταράξεις στη χώρα και αποδυνάμωσε σημαντικά τη δυτικόστροφη κυβέρνηση της χώρας.
Αδιόρθωτος υπηρέτης της Δύσης ο Ζάεφ, μιλώντας στη «Ντόιτσε Βέλε», δηλώνει ότι «η Συμφωνία των Πρεσπών παραμένει μία ιστορική συμφωνία ανάμεσα στις δύο χώρες. Το ανοιχτό ζήτημα με την Ελλάδα για την ονομασία αποτελούσε ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ενσωμάτωση στις ευρω-ατλαντικές δομές». Και στην ερώτηση αν η συμφωνία θα παραμείνει σε ισχύ σε περίπτωση που ο ίδιος χάσει τις βουλευτικές εκλογές ο Ζάεφ απαντά: «αυτό που έχει εξαγγείλει η αντιπολίτευση είναι μία απειλή ότι η Συμφωνία των Πρεσπών θα ακυρωθεί, κάτι που σημαίνει ότι η χώρα θα αναγκαστεί να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ. Αλλά ένα πράγμα είναι σίγουρο: οι πολίτες που, με ισχυρή πλειοψηφία, στήριξαν την ενσωμάτωση στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, δεν θα επιτρέψουν την εκτροπή της χώρας από έναν δρόμο, για τον οποίον πολλές γενιές έχουν αγωνιστεί».
Ο επανεκλεγείς στην ηγεσία του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, του εθνικιστικού VMRO – DPMNE, Χρίστιαν Μίτσκοσκι, έχει εκφράσει την αντίθεσή του στη Συμφωνία των Πρεσπών και στις συνταγματικές αλλαγές που προνοεί, όχι γιατί διαφωνεί στην ένταξη σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, αλλά από άποψη τακτικής -διδασκόμενος και από την προεκλογική τακτική της ΝΔ- και προβαλλόμενος ως πιο αυθεντικός εκφραστής τους. Δηλώνει έτσι ότι σε περίπτωση που το κόμμα του εξασφαλίσει στις εκλογές τα 2/3 των εδρών της Βουλής θα επιδιώξει να ανατρέψει τα μέχρι τώρα εφαρμοσθέντα από τη Συμφωνία των Πρεσπών, κύρια στο ονοματολογικό.