Ανάγκη έγκαιρης πανεργατικής κινητοποίησης
για την απόκρουση του αντισυνδικαλιστικού νομοσχεδίου της κυβέρνησης

Αναλαμβάνοντας το υπουργείο Εργασίας, ο νέος υπουργός Εργασίας Κ. Χατζηδάκης έσπευσε να διακηρύξει πως πρωταρχικό μέλημά του είναι η “βασική μεταρρύθμιση” που θα φέρει “ο νέος νόμος για την αγορά εργασίας”.

Πρόκειται για το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο που ετοιμάσθηκε από τον πρώην υπουργό Εργασίας, Γ. Βρούτση, και βρίσκεται καθ’ οδόν για να το ψηφίσει η κυβέρνηση στη Βουλή.

Δυο είναι οι βασικοί στόχοι αυτού του νέου νομοσχεδίου:

Ο πρώτος αποβλέπει στην διεύρυνση της εργοδοτικής εκμετάλλευσης των εργαζομένων με την επέκταση της υπερωριακής εργασίας και της ευέλικτης απασχόλησής τους. Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση επιδιώκει να νομοθετήσει την αύξηση των επιτρεπόμενων ωρών υπερωρίας στο βιομηχανικό και βιοτεχνικό κλάδο από 96 σε 120 ώρες ανά έτος (έως 2 ώρες ημερησίως), καθώς επίσης και την πιο εκτεταμένη σε χρόνο εφαρμογή της λεγόμενης ευελιξίας στο εργατικό ωράριο. Με λίγα λόγια οι εργαζόμενοι θα μπορούν να δουλεύουν 10ωρα χωρίς να πληρώνονται για υπερωρίες, καθώς αυτές θα μπορούν να συμψηφιστούν με ρεπό ή να υπάρχει μειωμένο ωράριο άλλη μέρα ή να δοθούν σαν πρόσθετη άδεια. Φυσικά ακόμα και αυτά θα μένουν στην ευχέρεια του εργοδότη!

Ο δεύτερος και και πιο καίριος στόχος της κυβέρνησης είναι ο ακόμα μεγαλύτερος περιορισμός της συνδικαλιστικής λειτουργίας και του απεργιακού δικαιώματος. Με το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο η κυβέρνηση θέλει να επιβάλει την ηλεκτρονική ψηφοφορία για την πραγματοποίηση απεργίας, να περιορίσει τα όρια προστασίας των συνδικαλιστών από την απόλυσή τους, να περιορίσει το δικαίωμα απεργίας στις επιχειρήσεις του δημοσίου και κοινής ωφέλειας, αυξάνοντας το προσωπικό ασφαλείας σε μέρες απεργίας, να αποζημιώνει τον εργοδότη για τις απεργίες που κρίνονται δικαστικά παράνομες και καταχρηστικές και τέλος να επιβάλει ποινές για την μη τήρηση των προϋποθέσεων και των όρων λειτουργίας των συνδικάτων.

Και όλα αυτά σε συνδυασμό με την επέκταση της τηλεργασίας και μετά το τέλος της πανδημίας, θέλοντας από τη μια, να απομονώσει ακόμη περισσότερο τους εργαζόμενους και να τους απομακρύνει από τις συλλογικές διαδικασίες και από την άλλη, να αυξήσει την εκμετάλλευση και να καταστρατηγήσει τα εργασιακά τους δικαιώματα.

Η εργασιακή πολιτική της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας έχει ως μόνη στόχευση την κατάργηση του οχταώρου, του πενθήμερου, της κυριακάτικης αργίας, των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, της προστασίας από απολύσεις. Τη νομοθέτηση, δηλαδή, ενός συνόλου όρων εργασίας που θα μεγιστοποιήσουν την εργατική εκμετάλλευση και τα κέρδη των εργοδοτών.

Για να την επιτύχει, ωστόσο, και για να θέσει σε εφαρμογή τους αντεργατικούς όρους της, γνωρίζει πως θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις των εργαζόμενων. Γι’ αυτό και στο επίκεντρο του νομοθετικού στόχαστρού της θέτει διατάξεις με τις οποίες να μπορέσει να περιορίσει και να εξουδετερώσει την αντίσταση των εργαζόμενων.

Επιδιώκει να βάλει “στον γύψο” θεμελιώδη εργατικά συνδικαλιστικά δικαιώματα. Προσπαθεί λυσσαλέα να διαλύσει κάθε συλλογική διαδικασία των εργαζομένων. Να θέσει κάτω από τον κρατικό έλεγχο τα σωματεία τους και να υπονομεύσει την λειτουργία τους. Να υψώσει νέους φραγμούς στην πραγματοποίηση εργατικών απεργιών.

Απέναντι σε αυτή την επίθεση που εξαπολύει η κυβέρνηση, οι εργαζόμενοι πρέπει να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Η μόνη απάντηση που μπορεί να δοθεί είναι αυτή της μαζικής αντίστασης και του μαζικού αγώνα για την απόκρουση του αντεργατικού-αντισυνδικαλιστικού νομοσχεδίου.

Ξεπερνώντας την πολιτική της αδράνειας και της σιωπής που ακολουθούν οι ανώτερες συνδικαλιστικές ηγεσίες, μπροστά σε ένα τόσο κρίσιμο αντεργατικό πλήγμα που επιχειρεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη οφείλουμε να οργανώσουμε ένα πανεργατικό μαζικό μέτωπο κινητοποίησης και πάλης που να δώσει την απαιτούμενη απάντηση στο κυβερνητικό νομοσχέδιο.

Το θέμα αυτό πρέπει έγκαιρα να μπει στην πρώτη γραμμή της ημερήσιας διάταξης της εργατικής συζήτησης και πάλης στους χώρους δουλειάς και στα συνδικάτα.

Άμεσα το επόμενο διάστημα πρέπει να υπάρξουν πρωτοβουλίες ενημέρωσης των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς και να συζητηθούν τα μέτρα που φέρνει το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο.

Η ΕΡΓ.Α.Σ. στους χώρους και στα σωματεία που βρίσκεται και παλεύει απευθύνει κάλεσμα για γενικές συνελεύσεις και συνεδριάσεις των συνδικαλιστικών οργάνων που θα καταπιαστούν με τον έγκαιρο και αποτελεσματικό προγραμματισμό κινητοποιήσεων και απεργιακών αγώνων ενάντια στο επερχόμενο κυβερνητικό νομοσχέδιο.

Η ΕΡΓ.Α.Σ. καλεί όλες τις αγωνιστικές δυνάμεις, όλους τους εργαζόμενους να συσπειρωθούν αγωνιστικά ενάντια στο νέο νομοσχέδιο, να ασκήσουν την πίεσή τους στα ανώτερα συνδικάτα για να ενεργοποιηθούν σε αυτήν την κατεύθυνση, να συμβάλουν στη λήψη αποφάσεων στα σωματεία για να υπάρξει η όσο το δυνατόν πιο μαζική, συντονισμένη και αγωνιστική απάντηση στο αντεργατικό νομοσχέδιο, αντιπαλεύοντας αυτούς που υπονομεύουν την πραγματική δύναμη του συνδικαλιστικού κινήματος.