Συμπληρώνονται φέτος 45 χρόνια από την εισβολή των τούρκικων στρατευμάτων στην Κύπρο: Στις 20 Ιούλη του 1974 ξεκινούσε, με έρεισμα το οργανωμένο από τη στρατιωτικοφασιστική χούντα της Αθήνας πραξικόπημα της 15ης Ιούλη 1974, που ανέτρεψε τον Πρόεδρο της Κύπρου Μακάριο, η πρώτη φάση της τούρκικης στρατιωτικής εισβολής στην Κύπρο, ο «Αττίλας 1», η οποία θα ολοκληρωθεί με τη δεύτερη φάση της, τον «Αττίλα 2», που άρχισε στις 14 Αυγούστου 1974.
Η τούρκικη στρατιωτική εισβολή άφησε πίσω της 5.000 νεκρούς, 220.000 πρόσφυγες και 1.619 αγνοούμενους, ενώ συνοδεύτηκε και από άλλες παρανομίες και εγκλήματα, όπως η μονομερής ανακήρυξη τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους στη Βόρεια Κύπρο το 1975 και ο εποικισμός (έγκλημα πολέμου σύμφωνα με τον ΟΗΕ ), που έχει φτάσει σήμερα στο σημείο ο αριθμός των Τούρκων εποίκων στο βόρειο μέρος της Κύπρου να είναι σχεδόν ισάριθμος του τουρκοκυπριακού πληθυσμού.
Όλα αυτά τα χρόνια, το 37% της Κυπριακής Μεγαλονήσου παραμένει υπό τούρκικη στρατιωτική κατοχή και η ντε φάκτο διχοτόμησή της διαιωνίζεται. Όλες οι πολιτικές κινήσεις και «πρωτοβουλίες» που προωθήθηκαν ή και αναπτύσσονται, με την επικεφαλίδα των «σχεδίων επίλυσης του Κυπριακού», όχι μόνο δεν αποτέλεσαν σχέδια για την αποχώρηση των τούρκικων στρατευμάτων, την παύση της τούρκικης στρατιωτικής κατοχής και της αποκατάστασης της Κύπρου σαν ένα ενιαίο, κυρίαρχο και ανεξάρτητο κράτος, αλλά αντίθετα, ήταν όλα βγαλμένα από τα ιμπεριαλιστικά μαγειρεία του αμερικάνικου και βρετανικού ιμπεριαλισμού, ώθησαν και ωθούν στην παγιοποίηση και νομιμοποίηση της διαίρεσης της Κύπρου, με την «ομοσπονδοποίησή» της και, ταυτόχρονα, τη διατήρησή της κάτω από τον έλεγχο των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Το τραγικό είναι ότι με ευθύνη των κυβερνήσεων της Κύπρου και της Ελλάδας και παρά τις αντιστάσεις που εκδηλώνει ο λαός της Κύπρου στα διχοτομικά ιμπεριαλιστικά σχέδια, όπως όταν καταψήφισε με συντριπτικό ποσοστό το διχοτομικό – νεοαποικιακό σχέδιο Ανάν, η υπόθεση της Κύπρου, μέσα από την πολιτική των «τετελεσμένων», που ακολουθεί η Τουρκία με την ιμπεριαλιστική ανοχή, κάλυψη ή και ενθάρρυνση, εγκλωβίζεται σε όλο και δυσχερέστερους όρους.

Ποιος έχει δημιουργήσει και διαιωνίζει το
Κυπριακό πρόβλημα;

Το χουντικό πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, που άνοιξε την Κυπριακή τραγωδία, και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο αποτέλεσαν ένα «ενιαίο πακέτο» μέσα στην αμερικάνικη ιμπεριαλιστική πολιτική, που υλοποιούσε ο υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ, Χ. Κίσινγκερ. Παρ’ όλο που ο «φάκελος της Κύπρου», δεκαετίες τώρα στην ελληνική και στην κυπριακή Βουλή παρέμεινε στα σκοτεινά, με προφανή σκοπιμότητα να συγκαλυφθούν οι υπεύθυνοι, πολλά στοιχεία και μαρτυρίες τις δεκαετίες που πέρασαν αποκάλυψαν τον καθοδηγητικό ρόλο που έπαιξε ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός στην πρόκληση της τραγωδίας της Κύπρου: Από τη μια, ενθαρρύνοντας τη στρατιωτική χούντα της Ελλάδας να προχωρήσει στην πραξικοπηματική ανατροπή του «ενοχλητικού» Προέδρου της Κύπρου, που κινούνταν στο πλαίσιο της πολιτικής του τότε διεθνούς «κινήματος των αδεσμεύτων». Από την άλλη, δίνοντας πράσινο φως στην Άγκυρα για να εισβάλουν τα τούρκικα στρατεύματα στην Κύπρο. Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση της Ουάσιγκτον επιδίωξε να βάλει πιο γερό πόδι στην Κύπρο, που η στρατηγική γεωπολιτική της θέση από χρόνια ήταν στόχος της αμερικανικής πολιτικής, τόσο για τις επιχειρήσεις της στη Μέση Ανατολή και στις πετρελαιοπαραγωγές αραβικές χώρες και τον έλεγχο των διαδρόμων της ανατολικής Μεσογείου προς τη Μαύρη Θάλασσα και το Σουέζ, όσο και για τον ανταγωνισμό της με τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, την τότε δεύτερη υπερδύναμη, τη ρεβιζιονιστική Σοβιετική Ένωση, αλλά και τον βρετανικό ιμπεριαλισμό, που είχε ήδη βάσεις στην Κύπρο.
Οι βλέψεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για την Κύπρο και οι συνακόλουθες επεμβατικές δραστηριότητες ήταν και είναι η κύρια πηγή του Κυπριακού προβλήματος, στο πλαίσιο των οποίων εκδηλώθηκαν και εκδηλώνονται και οι αντιδραστικές πολιτικές και παρεμβάσεις των αστικών τάξεων της Τουρκίας και της Ελλάδας στην Κύπρο και πιο έντονα η επεκτατική πολιτική της Τουρκίας.
Οι διαφορές των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων ποτέ δεν υπήρξαν γενεσιουργός αιτία του Κυπριακού προβλήματος. Άλλωστε, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι για χρόνια συμβίωναν ειρηνικά. Οι αντιθέσεις που υποδαυλίσθηκαν για να γίνουν συγκρούσεις «μεταξύ δύο κοινοτήτων» ήταν δάκτυλος των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, του βρετανικού ιμπεριαλισμού κατ’ αρχήν αλλά και του εισερχόμενου -μεταπολεμικά- στη διεκδίκηση της Κύπρου αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, οι οποίες, αξιοποιώντας αντιδραστικές-εθνικιστικές δυνάμεις σε Κύπρο, Ελλάδα, Τουρκία, προσπάθησαν να αποδυναμώσουν τον αντιιμπεριαλιστικό-αντιαποικιακό κυπριακό αγώνα, με στόχο να αποτρέψουν την Κύπρο να γίνει πραγματικά ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος και να διατηρήσουν τον έλεγχο, τη δυνατότητα επέμβασής τους σ’ αυτήν και την πρόσδεσή της στο ιμπεριαλιστικό άρμα τους.
Έτσι, η δημιουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας, αν και καρπός του αντιαποικιακού αγώνα του κυπριακού λαού, πραγματοποιήθηκε με ένα περιεχόμενο συμφωνιών (Ζυρίχης-Λονδίνου), που αντιστοιχούσε σε μια τυπική και όχι πραγματική ανεξαρτησία της Κύπρου (βρετανικές βάσεις στο κυπριακό έδαφος, «εγγυήτριες δυνάμεις» η Βρετανία, η Τουρκία, και η Ελλάδα με στρατιωτικές δυνάμεις στην Κύπρο κ.α.) και πρόβλεπε κρατική διάρθρωση και λειτουργία, που σύντομα φάνηκε «δυσλειτουργική» και αποδείχθηκε λαβή για τη συνέχιση των ξένων επεμβάσεων στην Κύπρο και την υποκίνηση οξυμμένων αντιπαραθέσεων στο εσωτερικό της. Πάνω σ’ αυτό το έδαφος που έστρωσαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με τη συνεργασία των κυβερνήσεων Ελλάδας και Τουρκίας, θα εξακολουθήσουν να χώνουν τα χέρια τους στην Κυπριακή Δημοκρατία και να την εκβιάζουν, με τις ΗΠΑ να επιδιώκουν την «καντονοποίησή» της, τη ΝΑΤΟποίησή της (αμερικάνικο σχέδιο Άτσεσον κλπ.). Κλιμάκωση αυτής της πολιτικής βαθύτερης υπόσκαψης της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου υπήρξε το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου και η τούρκικη εισβολή.

★★★

Στο πλαίσιο αυτό, ένα πολύπλευρο παζάρι επικίνδυνων εκβιασμών και απατηλών υποσχέσεων στήνεται ανάμεσα στην Τουρκία από τη μια μεριά και την ΕΕ, τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, από την άλλη, με αφορμή τις προκλητικές ερευνητικές γεωτρήσεις που ξεκίνησε η Άγκυρα στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) ,σε συνδυασμό και με την παράλληλη παραλαβή του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400.
Οι «πολυαναμενόμενες» από Αθήνα και Λευκωσία Ευρωπαϊκές «κυρώσεις» σε βάρος της Άγκυρας, που αποφάσισε το Συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών Υποθέσεων (ΣΕΥ) της ΕΕ, όχι μόνο δεν ανάσχεσαν, αλλά αντίθετα προκάλεσαν την κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας.
«Πολύ ενθαρρυντική» χαρακτηρίστηκε από την Αθήνα η «ομόφωνη και άμεση αντίδραση των Ευρωπαίων εταίρων στην τουρκική προκλητικότητα», με τα μέτρα που ανακοινώθηκαν μετά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ.
Τα μέτρα που εγκρίθηκαν από τους «28» ΥΠΕΞ αποτελούν μέτρα – ευχολόγια, χωρίς κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα για «προστασία» των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου, ενώ αποτυπώνουν τις πάγιες θέσεις των κυρίαρχων ευρωπαϊκών κέντρων για την Τουρκία, με τον Τούρκο ΥΠΕΞ να δηλώνει ότι «δεν υπάρχει λόγος να λάβουμε σοβαρά» τέτοιες αποφάσεις, στέλνοντας μήνυμα ότι η Άγκυρα θα αυξήσει τις δραστηριότητές της στην Ανατολική Μεσόγειο. Απαξιώνοντας την απόφαση της ΕΕ υποστήριξε ότι «η ΕΕ γνωρίζει ότι οι αποφάσεις της εναντίον της Τουρκίας είναι αδύνατο να εφαρμοστούν». Την ίδια ώρα και τέταρτο τουρκικό πλοίο, το «Ουρούκ Ρέις», στέλνεται για έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ.
Χαρακτηριστική ήταν και η ομιλία του Ερντογάν για τη συμπλήρωση τριών χρόνων από την απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης του ΑΚΡ, το 2016. «Εκείνοι που ήθελαν να βυθίσουν την Τουρκία στο σκοτάδι απέτυχαν», είπε, προσθέτοντας ότι «αυτοί που βρίσκουν δίκιο στην απέναντι πλευρά για τα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου, της Κύπρου και του Αιγαίου έχουν ξεγελαστεί».
Σε πείσμα όσων εμφανίζουν ΗΠΑ και ΕΕ ως υπερασπιστές των κυριαρχικών δικαιωμάτων Ελλάδας και Κύπρου, η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρκέστηκε να δηλώσει ότι «η Ουάσιγκτον συμμερίζεται» τις ευρωπαϊκές ανησυχίες για τις παράνομες τουρκικές γεωτρήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ, τηρώντας έτσι έμμεση θέση και αποστάσεις από την τουρκική προκλητική στάση.
Αντίστοιχα, ο Υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, Χαντ, αν και στα λόγια … αντιλαμβάνεται τις θέσεις της Κύπρου, επισήμανε ότι η Τουρκία είναι και μέλος του ΝΑΤΟ, δημιουργώντας την εντύπωση ότι η ιδιότητά της αυτή της επιτρέπει να εκτοξεύει απειλές και να εισβάλλει στην ΑΟΖ κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επιδιώκοντας πιο ενεργό «μεσολαβητικό» ρόλο της Μόσχας, τόσο ο Ρώσος Υφυπουργός Εξωτερικών, Γκρούσκο, όσο και Πρέσβης της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο, έκφρασαν τη ρωσική αντίθεση στην επιβολή των λεγόμενων κυρώσεων της ΕΕ, που παρακάμπτουν το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ενώ η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ, Μ. Ζαχάροβα, αποσιωπώντας τις πειρατικές μεθόδους της Άγκυρας σε βάρος της Κύπρου, ύψωσε επιλεκτικά «κλάδο ελαίας», υποστηρίζοντας ότι οι «πιέσεις μέσω κυρώσεων, αν και, δυστυχώς, συνιστούν ήδη παράγοντα των σημερινών διεθνών σχέσεων, δεν προέρχονται σαφώς από το οπλοστάσιο της διπλωματίας», λες και οι Τουρκικές φρεγάτες που καταπατούν τη θαλάσσια κυριαρχία της Κύπρου και ο 45χρονος Αττίλας που τη διχάζει περιορίζονται στα πλαίσια της διπλωματίας.
Και ενώ εντείνονται οι διεργασίες για την επανέναρξη νέου γύρου συνομιλιών για το Κυπριακό, σε μια προσπάθεια των δυτικών ιμπεριαλιστών για εξομάλυνση της έντασης, διευκόλυνση των επιχειρηματικών τους σχεδίων και κύρια αποκατάστασης του Νατοϊκού ρήγματος στην περιοχή, την ίδια δήθεν ουδετερότητα σιγοντάρει και η έκθεση του ΓΓ του ΟΗΕ για την ανανέωση της θητείας των κυανοκράνων στο νησί. Ο Γκουτέρες αποφεύγει κάθε αναφορά στις τουρκικές παραβιάσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, επισημαίνοντας μόνο ότι συνεχίζει να παρακολουθεί «από κοντά και με ανησυχία» τις εξελίξεις που σχετίζονται με τους υδρογονάνθρακες, τονίζοντας συγκεκριμένα: «Υπογράμμισα επανειλημμένα ότι οι φυσικοί πόροι που βρίσκονται εντός και γύρω από την Κύπρο πρέπει να ωφελήσουν και τις δύο κοινότητες και αποτελούν ισχυρό κίνητρο προς όλα τα μέρη να βρουν μια αμοιβαία αποδεκτή και διαρκή λύση στο κυπριακό πρόβλημα. Λαμβάνοντας υπόψη ότι όλα τα μέρη έχουν εκφράσει τη δέσμευσή τους για τον στόχο αυτό, επαναλαμβάνω την έκκλησή μου για σοβαρές προσπάθειες προς αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης και για την εξουδετέρωση των εντάσεων».
Την αναζωπύρωση των σύνθετων παζαριών για την κυπριακή ΑΟΖ και για το κυπριακό, σηματοδοτεί η πρόταση που υπέβαλε καθ’ υπόδειξη της Άγκυρας ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων, Ακιντζί, για συνεκμετάλλευση του φυσικού αερίου, υπό το σημερινό κατοχικό καθεστώς. Η πρόταση αυτή που η Άγκυρα χαρακτήρισε σαν «σημαντική ευκαιρία για μια λύση» και την απέρριψε η Λευκωσία, επανέρχεται υπό την απειλή των Τουρκικών κανονιοφόρων, αποσκοπώντας στην παραπέρα νομιμοποίηση του διχοτομικού καθεστώτος του νησιού.
Η τουρκική διπλωματική «πρωτοβουλία» πραγματοποιείται ταυτόχρονα με την αποστολή γεωτρύπανων στην ΑΟΖ της Κύπρου, την αδιάλλακτη κατοχή του 37% του νησιού, τις διακηρύξεις για τη «Γαλάζια Πατρίδα», που επεκτείνεται μέχρι την ανακήρυξη ΑΟΖ με τη Λιβύη, παραβλέποντας ακόμα και την ύπαρξη της Κρήτης, θέτει ως προϋπόθεση για την επανέναρξη των συνομιλιών για τη διχοτομική λύση του Κυπριακού τη μοιρασιά του ενεργειακού πλούτου. Δηλαδή, προκειμένου να κατοχυρώσει τα συμφέροντά της στην περιοχή επιδιώκει τη νομιμοποίηση των κεκτημένων επεμβατικών της «δικαιωμάτων».