Αλλαγές στον τρόπο χρηματοδότησης των πανεπιστημίων με τη θεσμοθέτηση κριτηρίων επίδοσης πέραν των αντικειμενικών που ισχύουν σήμερα -όπως ο αριθμός φοιτητών και διδασκόντων κι η χωροταξική διασπορά- ψήφισε η Βουλή (νομοσχέδιο για την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης και τη σύνδεση της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων με την αξιολόγηση που έφερε το υπουργείο Παιδείας) τον Ιανουάριο που μας πέρασε.
Αξιολόγηση, σύνδεση με χρηματοδότηση, αυτονομία, επιχειρηματικοποίηση και ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης είναι ο κοινός τόπος των Εκθέσεων της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ και οι «οδηγίες» του ΣΕΒ όπως έχουν εκφραστεί τα τελευταία χρόνια και η υιοθέτηση των κατευθυντηρίων γραμμών των παραπάνω φορέων από την κυβέρνηση και την υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως, δεν προκαλεί καμιά έκπληξη καθώς αυτή είναι η κεντρική γραμμή ταχείας ιδιωτικοποίησης των ΑΕΙ της χώρας με βασικό εργαλείο την «εξάρτηση» της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων από την αξιολόγηση.
Να το ξεκαθαρίσουμε: Το βασικό εργαλείο για την αναμόρφωση των ΑΕΙ-ΤΕΙ στα πλαίσια του «Ευρωπαϊκού χώρου της Ανώτατης Εκπαίδευσης» είναι η αξιολόγηση και η σύνδεσή της με τη χρηματοδότηση. Από νομικής πλευράς, τα πανεπιστήμια παραμένουν δημόσια. Ωστόσο οι αποφάσεις για το τι διδάσκεται, πότε διδάσκεται, το περιεχόμενο των πτυχίων, την έρευνα κλπ, λαμβάνονται στο πλαίσιο της ζήτησης και της προσφοράς, οι οποίες μετρούνται στη βάση των λογιστικών μονάδων που συνδέονται με το σύστημα αξιολόγησης. Ακριβώς με όχημα το μηχανισμό της λεγόμενης αξιολόγησης και, βάσει αυτής, δια της στοχευμένης χρηματοδότησής τους τα Πανεπιστήμια εκβιάζονται να δημιουργήσουν πεδία ζήτησης των “υπηρεσιών” τους εργαλειοποιώντας πλήρως τη διδασκαλία και την έρευνα. Να προωθήσουν τις “πωλήσεις“ των υπηρεσιών αυτών, υποτασσόμενα στις εκάστοτε εκτιμήσεις για τις ανάγκες της αγοράς, να μετατοπίσουν τη μέριμνα των προγραμμάτων σπουδών προς τις απαιτήσεις της κατάρτισης και πολύ σύντομα να ορίσουν δίδακτρα.
Να το πούμε καθαρά: Εδώ «πριονίζονται ρίζες»!
Οφείλουμε να το επισημάνουμε: Με σημαία τις εύηχες λέξεις και φράσεις «αξιολόγηση – κοινωνική λογοδοσία», «αυτοτέλεια – αυτονομία», «σύνδεση με την οικονομία και την κοινωνία», η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, λίγο καιρό μετά την κατάργηση του Πανεπιστημιακού ασύλου, πιστή στη συνταγή Μακιαβέλι (όλα τα χτυπήματα μαζί για να ζαλιστεί ο αντίπαλος), είναι έτοιμη να υλοποιήσει το «συμβόλαιο θανάτου» της Ελληνικής Ανώτατης εκπαίδευσης, το οποίο έχει συνυπογράψει εδώ και αρκετά χρόνια.
Από την απορρύθμιση στη μετάλλαξη
Στο δια ταύτα: Ο νέος νόμος του Υπουργείου Παιδείας «πριονίζει τις ρίζες» των υπολειμμάτων τού δημόσιου Πανεπιστηµίου και πριµοδοτεί το Πανεπιστήμιο της υποχρηματοδότησης, της ιδιωτικοποίησης, της επιχειρηµατικότητας, της έντασης των ταξικών φραγμών και των διδάκτρων. Στα πλαίσια αυτά η ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκτός από τη δηµιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, περιλαμβάνει και την «επιχειρηματοποίηση» του δημόσιου πανεπιστημίου, το οποίο, σύμφωνα µε την κυρίαρχη ανάγνωση, προκειμένου να επιβιώσει στις νέες ανταγωνιστικές συνθήκες, θα πρέπει να λειτουργήσει µε όρους ιδιωτικής επιχείρησης διαφορετικά θα αντιμετωπίσει πρόβλημα επιβίωσης.
Ο πυρήνας των αλλαγών
«Μη δίνετε σημασία στο τι λένε, προσέξτε καλύτερα τι εννοούν»
Καθώς υπάρχει πλέον η συσσωρευμένη εμπειρία που βοηθάει να διαβάζουμε μπροστά και πίσω από τις λέξεις, καθώς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν έχει καμιά σημασία τι λέει το Υπουργείο Παιδείας αλλά αντίθετα σημασία έχει τι εννοεί, ας δούμε τον πυρήνα των αλλαγών που επιδιώκονται, αλλαγές που αλλάζουν το DNA των Πανεπιστημίων:
Επιχειρείται διαμόρφωση νέου χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς η νεοσύστατη Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) θα πιστοποιεί τα προγράμματα σπουδών πριν την έναρξη της λειτουργίας τους. Ένα μεγάλο τμήμα σχολών και τμημάτων θα συγχωνευθούν, άλλα θα καταργηθούν, ενώ όσα μείνουν σε τίποτε δεν θα θυμίζουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.
Τα Πανεπιστήμια καλούνται ευθέως να «βγάλουν το ψωμί τους» μόνα τους. Το Υπουργείο Παιδείας εξαναγκάζει τα τριτοβάθμια ιδρύματα «να συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις», δηλαδή να υιοθετήσουν τη συμπεριφορά ιδιωτικής επιχείρησης για να βρουν νέους πόρους κρατώντας από τη μια το δίσκο του εράνου και από την άλλη το λιβανιστήρι. Σύμφωνα με τα στρατηγικά και «επιχειρηματικά» σχέδια του Υπουργείου Παιδείας τα πανεπιστήμια θα αναγκαστούν να στραφούν στην αγορά σε αναζήτηση νέων πηγών εσόδων (δίδακτρα, σύνδεση με επιχειρήσεις, μετατροπή σε επιχειρήσεις πώλησης υπηρεσιών).
Όσες διαψεύσεις κι αν κάνει το Υπουργείο Παιδείας, μελλοντικά, αν ευοδωθούν οι παραπάνω σχεδιασμοί, το Ελληνικό Πανεπιστήμιο θα επιβάλει δίδακτρα. Ναι, ας μην υπάρχει καμιά αμφιβολία. Και αυτά τα δίδακτρα δεν θα επιβληθούν τυπικά από «πάνω», κεντρικά, αλλά από την κάθε σχολή ξεχωριστά, στα πλαίσια της «αυτοτέλειας», της «σύνδεσης με την κοινωνία και την οικονομία», της αλλαγής «χρηματοδοτικής κουλτούρας», της «απελευθέρωσης από τα δεσμά της δημόσιας χρηματοδότησης» και άλλων ζαχαρωμένων εκφράσεων που κάθε λίγο και λιγάκι «ξεφουρνίζει» το υπουργικό επιτελείο του Αμαρουσίου. Ουσιαστικά και τυπικά τα Πανεπιστήμια μετατρέπονται σε «επιχειρήσεις», με την πλήρη έννοια του όρου, οι οποίες για να επιβιώσουν κυνηγούν διεθνώς, ανταγωνιστικά και με όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα, «φοιτητές-πελάτες». Κύριοι στόχοι τους είναι η μεγιστοποίηση του οικονομικού οφέλους, από την επίτευξη του οποίου και μόνο κρίνονται και οι διοικήσεις τους. Οι «πελάτες-φοιτητές» οφείλουν να χρηματοδοτούν οι ίδιοι τις σπουδές τους είτε από τους οικογενειακούς τους πόρους, είτε δανειζόμενοι τα αναγκαία ποσά από τραπεζικά ή άλλα οικονομικά συγκροτήματα, τα οποία θα επενδύσουν επιλεκτικά στα διαφαινόμενα προσόντα τους, όπως ακριβώς επενδύουν και στις λεγόμενες καινοτόμες επιχειρήσεις.
Στις επιχειρούμενες αλλαγές περιλαμβάνεται και το τελικό συντριπτικό χτύπημα σε ότι είχε απομείνει από τους τρεις βασικούς πυλώνες του δημόσιου Πανεπιστημίου: Το δωρεάν σύγγραμμα, η σίτιση και η στέγαση των φοιτητών. Η κυρίαρχη πολιτική δεν έχει βγάλει από το μυαλό της την κατάργηση της δωρεάν διανομής των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων. Παράλληλα η έκταση της φοιτητικής μέριμνας θα πάψει να προσδιορίζεται ενιαία για το σύνολο των Ιδρυμάτων. Κάθε Ίδρυμα θα αποφασίζει χωριστά και αναλόγως με τις οικονομικές του δυνάμεις για τις προϋποθέσεις παροχής δωρεάν σίτισης στους φοιτητές του. Τι σημαίνει αυτό; Πολύ σύντομα και στη βάση της αδυναμίας των πανεπιστημίων να ανταπεξέλθουν σε δαπάνες αυτού του χαρακτήρα, θα εξαφανιστούν και τα τελευταία ίχνη της δωρεάν σίτισης, στέγασης και διανομής των συγγραμμάτων.
Μια διευκρίνιση: Σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζουμε ότι σήμερα στη χώρα μας η «δωρεάν» «δημόσια» εκπαίδευση είναι όντως «δωρεάν» και «δημόσια» ούτε ότι οι απόφοιτοι των Πανεπιστημίων βρίσκουν εργασία σε αυτό που έχουν σπουδάσει. Οι ιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα είναι ήδη υψηλές και αντανακλούν την αγωνία των οικογενειών να αποκτήσει το παιδί τους ένα πτυχίο που ελπίζουν να το βοηθήσει να έχει ένα καλύτερο μέλλον σε μια άκρως ανταγωνιστική αγορά εργασίας με υψηλή ανεργία, για την οποία δεν ευθύνονται τα Πανεπιστήμια και οι σπουδές. Ούτε υποστηρίζουμε ότι το ελληνικό Πανεπιστήμιο δεν έχει ανάγκη από μεταρρυθμίσεις. Όμως, η κυρίαρχη πολιτική δεν αποσκοπεί στην προστασία και ενίσχυση της δημόσιας εκπαίδευσης, στο να αλαφρύνει οικονομικά τα νοικοκυριά, να κάνει το εκπαιδευτικό σύστημα κοινωνικά δικαιότερο και να εξασφαλίσει μόνιμη και σταθερή εργασία στους πτυχιούχους. Έχει σκοπό να διαμορφώσει ένα ευνοϊκό πεδίο επένδυσης και κερδοφορίας και ταυτόχρονα να καταργήσει και τα τελευταία «ξέφτια» του κράτους πρόνοιας στο χώρο της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης που είναι η δωρεάν φοίτηση, η παροχή του δωρεάν συγγράμματος, η σίτιση και οι φοιτητικές εστίες.