Καθημερινές ήταν την προηγούμενη περίοδο οι αντιπαραθέσεις και οι τραμπουκισμοί μεταξύ αναρχίας και τμημάτων των ΕΑΑΚ. Από τη μία, το αναρχικό/αντιεξουσιαστικό ρεύμα, εκμεταλλευόμενο την υπονομευτική στάση των ΠΚΣ και ΕΑΑΚ που βιάστηκαν να κλείσουν την υπόθεση του φοιτητικού κινήματος μετά την ψήφιση του νέου αντιεκπαιδευτικού νόμου, εμφανίστηκε στις γενικές συνελεύσεις -που μέχρι τότε διαρκώς λοιδορούσε- και πρόβαλε την τυχοδιωκτική και διαλυτική γραμμή του. Από την άλλη, τμήματα των ΕΑΑΚ, απέναντι σε αυτή την τυχοδιωκτική πολιτική, αναλαμβάνουν εργολαβικά να αντιπαρατεθούν με τραμπουκισμούς και με αυτό που οι ίδιοι ονομάζουν «οργανωτική αντιπαράθεση».
Αναλυτικότερα, είναι γνωστή η στάση της αναρχίας όχι μόνο στον τωρινό αγώνα του φοιτητικού κινήματος, αλλά διαχρονικά. Το αναρχικό ρεύμα πάντα στεκόταν εκτός ή και εχθρικά στις συλλογικές διαδικασίες του μαζικού κινήματος.

Η συμμετοχή του σε μεγάλες κινητοποιήσεις του λαϊκού κινήματος συνοδεύεται τις περισσότερες φορές από τυχοδιωκτισμούς και ψευτοσυγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις, δίνοντας τα προσχήματα για να ξεκινήσει η άγρια καταστολή και να εξαπολυθεί η πολιτική της κρατικής τρομοκρατίας. Οι φορείς βέβαια αυτών των πρακτικών, ύστερα από την τυχοδιωκτική τους δράση, αναζητούσαν επανειλημμένως την κάλυψη και την προστασία των οργανωμένων μπλοκ των σωματείων και των οργανώσεων, όλων αυτών δηλαδή που μέχρι εκείνη τη στιγμή λοιδορούσαν.

Τώρα, στον αγώνα του φοιτητικού κινήματος, η στάση του αναρχικού ρεύματος εκφυλίστηκε μέχρι το σημείο όπου οι τοποθετήσεις απέναντι στους συλλόγους και τις παρατάξεις δεν έχουν σε τίποτα να ζηλέψουν από τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, η οποία προετοιμάζει νέο νομοσχέδιο με το οποίο θέλει να καθιερώσει το ενιαίο ψηφοδέλτιο στις φοιτητικές εκλογές, καταργώντας ουσιαστικά τις φοιτητικές παρατάξεις.

Έτσι και το αναρχικό ρεύμα σε πολλές περιπτώσεις βγήκε στις συνελεύσεις συνθηματολογώντας ενάντια στις φοιτητικές παρατάξεις και ιδίως στις παρατάξεις που αναφέρονται στην αριστερά, ζητώντας την κατάργησή τους. Ακόμα περισσότερο υπάρχουν περιπτώσεις που εμπόδισε τη διεξαγωγή γενικών συνελεύσεων ή τη συμμετοχή σε αυτές φοιτητικών παρατάξεων, όπως έγινε πρόσφατα στο πανεπιστήμιο Πειραιά. Ταυτόχρονα, σε πολλές περιπτώσεις το αναρχικό/αντιεξουσιαστικό ρεύμα, όπου βρέθηκε στις γενικές συνελεύσεις, τις αξιοποίησε για να προωθήσει τη δική του πολιτική ηρωοποιώντας τη δολοφονική δράση της 17Ν, δυσφημώντας και υπονομεύοντας και αυτό από τη δική του σκοπιά τον αγώνα του φοιτητικού κινήματος.

Απέναντι στη μηδενιστική δράση του αντιεξουσιαστικού χώρου ανέλαβαν εργολαβικά στο όνομα του φοιτητικού κινήματος να αντιπαρατεθούν τμήματα των ΕΑΑΚ. Τα ΕΑΑΚ βέβαια ήταν αυτά που, με την τυχοδιωκτική πολιτική των ψευτοσυγκρούσεων με τις δυνάμεις καταστολής στις φοιτητικές κινητοποιήσεις, έστρωσαν επανειλημμένα το δρόμο στο αντιεξουσιαστικό ρεύμα να ξεδιπλώσει την ακόμα πιο τυχοδιωκτική και τυφλή του δράση. Τώρα τα ΕΑΑΚ θεωρούν ότι η αντιπαράθεση με την αναρχία μπορεί να γίνει με όρους πυγμαχίας και τραμπουκισμών. Πρόκειται για μια επικίνδυνη στάση, που αφενός αντιμετωπίζει το φοιτητικό κίνημα ως τσιφλίκι τους αναγορεύοντας τους ίδιους σε αυτόκλητους υπερασπιστές του. Αφετέρου, αυτή η πολιτική στάση συκοφαντεί τον αγώνα του φοιτητικού κινήματος και στο βαθμό που αυτού του είδους η «αντιπαράθεση» διεξάγεται μέσα στο χώρο των πανεπιστημίων προσφέρει απλόχερα τα προσχήματα στην κυβέρνηση να προωθήσει την πολιτική της και να εμφανιστεί δικαιωμένη για την εγκαθίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Αυτό δηλαδή που με τον αγώνα του το φοιτητικό κίνημα έβαλε προς το παρόν στον πάγο, κινδυνεύει να επανεμφανιστεί στο προσκήνιο εξαιτίας της τυφλής και μηδενιστικής δράσης του αναρχικού χώρου, αλλά και εξαιτίας της ιδιοκτησιακής λογικής που επιχειρούν να επιβάλουν τα ΕΑΑΚ στο φοιτητικό κίνημα.
Η αντιπαράθεση με το αναρχικό ρεύμα δεν αποτελεί υπόθεση αυτόκλητων υπερασπιστών του αγώνα του φοιτητικού κινήματος. Αποτελεί υπόθεση των ίδιων των φοιτητών, οι οποίοι μέσα από τις συλλογικές τους διαδικασίες και τις γενικές τους συνελεύσεις θα απομονώσουν την τυφλή και μηδενιστική του δράση. Ταυτόχρονα, το φοιτητικό κίνημα, στον αγώνα του ενάντια στην αντιεκπαιδευτική πολιτική, θα πρέπει να καταδικάσει τις ιδιοκτησιακές λογικές, όπως αυτές που χαρακτηρίζουν τμήματα των ΕΑΑΚ που αντιμετωπίζουν το φοιτητικό κίνημα ως τσιφλίκι τους.

Το σύνθημα που κατά τα άλλα τα ΕΑΑΚ χρησιμοποιούν συχνά δημαγωγώντας για να συγκαλύψουν την υπονομευτική τους στάση πρέπει οι φοιτητές να το κάνουν πράξη:

«Ο αγώνας στα χέρια των φοιτητών».