Τη γνώριμη τακτική των χωριστών διαδηλώσεων ακολουθεί και πάλι η ηγεσία του ΠΑΜΕ μπροστά στη γενική πανεργατική απεργία στις 6 Απρίλη. Για μια ακόμα φορά το ΠΑΜΕ και τα σωματεία που ελέγχει επιλέγουν να χωρίσουν τους εργαζόμενους και το ενιαίο απεργιακό μέτωπο, που είναι αναγκαίο όσο ποτέ, καλώντας σε διαφορετική συγκέντρωση στην πλ. Συντάγματος την ώρα που το σύνολο των συνδικάτων, των Ομοσπονδιών και των πρωτοβάθμιων σωματείων απευθύνουν κάλεσμα στη συγκέντρωση της πλατείας Κλαυθμώνος.

Αναμασούν τα ίδια επιχειρήματα περί της «ξεπουλημένης ΓΣΕΕ» για να δικαιολογήσουν τη διασπαστική γραμμή που έχουν χαράξει εδώ και πολλά χρόνια στο εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα. Μόνο που εδώ και πάνω από δύο χρόνια, ιδιαίτερα μέσα στην περίοδο της πανδημίας και του συνδικαλιστικού lockdown, δεν υπήρξε ούτε μια στιγμή που οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ να μην ταυτίστηκαν πλήρως και να μην ευθυγραμμίστηκαν πίσω από τις -κατά τα άλλα- ξεπουλημένες ηγεσίες του Παναγόπουλου (ΓΣΕΕ) και της συμβιβασμένης ΑΔΕΔΥ.

Όσο κι αν σήμερα το ΠΑΜΕ παραποιώντας προκλητικά την πραγματικότητα με ταξικές ιαχές επιχειρεί να αυτοπροβληθεί ως «η μοναδική δύναμη» που -τάχα- αγωνιζόταν ενάντια στα απανωτά αντιλαϊκά μέτρα της κυβέρνησης, τις απαγορεύσεις κλπ, η ίδια η πραγματικότητα τους διαψεύδει κατηγορηματικά. Χέρι-χέρι το ΠΑΜΕ με τις δυνάμεις του νυν και πρώην κυβερνητικού συνδικαλισμού, τις παρατάξεις της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, κήρυξαν εδώ και δυόμισι χρόνια γενικό σιωπητήριο των συνδικάτων, εξαφανίστηκαν από προσώπου γης, την ώρα που η κυβέρνηση της Δεξιάς με την πολιτική της πυγμής επέβαλε το πιο αντιδραστικό- αντιδημοκρατικό καθεστώς από τη μεταπολίτευση και έπειτα. Δύο απανωτοί αντιλαϊκοί-αντικοινωνικοί προϋπολογισμοί επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση της ΝΔ και οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, μαζί με τον κυβερνητικό συνδικαλισμό, κήρυξαν σιγή ασυρμάτου στην ΑΔΕΔΥ, στη ΓΣΕΕ, σε όλες τις Ομοσπονδίες και τα Εργατικά Κέντρα. Όσο κι αν σήμερα το ΠΑΜΕ καταγγέλλει και κατακεραυνώνει τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες ως συμβιβασμένες και ξεπουλημένες, εδώ και πάνω από δύο χρόνια καλλιέργησε μια γραμμή συμφιλιωτισμού και συναίνεσης όμοια με αυτή που είχε το ΚΚΕ απέναντι στην κυβερνητική πολιτική της ΝΔ σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας.

Ποια όμως ήταν η στάση του ΠΑΜΕ στο κεφαλαιώδες μέτωπο του αντεργατικού-αντισυνδικαλιστικού νόμου «Χατζηδάκη»; Είχαν μήπως οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ μέτωπο αντιπαράθεσης και σύγκρουσης με τη διακηρυγμένη γραμμή του συμβιβασμού που πρόβαλλε η ανυπόληπτη ηγεσία της ΓΣΕΕ; Μήπως κατήγγειλαν τη ηττοπαθή πολιτική των ηγεσιών των δύο μεγάλων συνομοσπονδιών ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και του ΕΚΑ, του μεγαλύτερου Εργατικού Κέντρου της χώρας, οι οποίες (ηγεσίες) σαν έτοιμες από καιρό μεθόδευαν τη συνθηκολόγηση και την παράδοση του εργατικού-συνδικαλιστικού κινήματος και μάλιστα άνευ όρων; Ούτε βέβαια αντιπαρατέθηκαν ποτέ με τη γραμμή του συμβιβασμού, ούτε αποκάλυψαν στους εργαζόμενους το πραγματικό ηττοπαθές περιεχόμενο της πολιτικής αυτών των ηγεσιών.

Όλο το διάστημα ως και την ψήφιση του ν. «Χατζηδάκη» (Ιούνιος 2021), οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ κουνούσαν αυστηρά το δάχτυλο στην κυβέρνηση «να μην τολμήσει να φέρει το αντεργατικό έκτρωμα» και καλούσαν τα συνδικάτα σε παρατεταμένη, πολύμηνη «προετοιμασία» για απεργία που την παρουσίαζαν λίγο-πολύ ως τη μητέρα των μαχών. Όμως η κυβέρνηση της ΝΔ ποτέ δεν έκρυβε τους στόχους της και τη διακηρυγμένη πρόθεσή της να εξαπολύσει ολομέτωπη επίθεση στα συνδικάτα και στα θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα. Απέναντι στην αντεργατική πολιτική της κυβέρνησης το ΠΑΜΕ στην πράξη σύρθηκε πίσω από την ηγεσία της ΓΣΕΕ, αυτούς που σήμερα καταγγέλλει ως ξεπουλημένους και με τους οποίους δεν ανέχεται να βρεθεί ούτε στην ίδια πλατεία. Από κοινού το ΠΑΜΕ, με τις συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ ακύρωσαν – ξεπούλησαν την 24ωρη απεργία των ΑΔΕΔΥ- ΕΚΑ στις 3 Ιούνη και, για να μην διασπαστεί -τάχα- το απεργιακό μέτωπο, σύρθηκαν στην απεργία στις 10 Ιούνη και πίσω από την απαράδεκτη και υπονομευτική στάση της ηγεσίας της ΓΣΕΕ.

Αλλά μέχρι και σήμερα οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, που κατά τα άλλα εξαπολύουν μύδρους ενάντια στις «συμβιβασμένες ηγεσίες», εδώ και μήνες κρύβονται πίσω από τη ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ, το ΕΚΑ στο θέμα του ν. «Χατζηδάκη». Το σύνθημα του ΠΑΜΕ «να μην τολμήσει η κυβέρνηση να φέρει το ν/σχ» μετατράπηκε στο «τα συνδικάτα δεν θα εφαρμόσουν το αντεργατικό έκτρωμα». Αλλά και αυτό φαίνεται πως έμεινε στα χαρτιά! Πού είναι άραγε τα εκατοντάδες εργατικά κέντρα, τα πρωτοβάθμια σωματεία και οι Ομοσπονδίες που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ όλο αυτό το διάστημα; Ποια μάχη έδωσαν για να μην εφαρμοστεί στην πράξη ο ν. «Χατζηδάκη» πέρα από τις άσφαιρες συσκέψεις στο γήπεδο του Σπόρτινγκ, στις οποίες -σημειωτέο- ορισμένοι «νεοαριστεροί» με τη συμμετοχή τους εθελοτυφλούν πως έτσι θα επηρεάσουν το ΠΑΜΕ; Καμία μάχη δεν έδωσε και καμία πρωτοβουλία δεν ανέλαβε το λεγόμενο «ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα» του ΠΑΜΕ, ώστε να ασκήσει -έστω- πολιτική πίεση στις ηγεσίες της ΓΣΕΕ, της ΑΔΕΔΥ και των Εργατικών Κέντρων. Ακόμα και εκεί που έχει τον απόλυτο έλεγχο τηρεί προκλητικά μια στάση σιωπής και αναμονής. Την ίδια ώρα στην ΑΔΕΔΥ, στο πρόσφατο Γενικό Συμβούλιο (28/2), το ΠΑΜΕ σε πρωτοφανή συμπαιγνία με τις κυρίαρχες συνδικαλιστικές δυνάμεις (της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ) οδήγησαν σε νέα -τρίτη κατά σειρά- αναβολή της απόφασης για την συνολική απόρριψη του ν. «Χατζηδάκη» με το αιτιολογικό πως «χρειάζεται χρόνος»! Στην πράξη το εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα οδηγείται στην πλήρη υποταγή στο ν. «Χατζηδάκη» και το ΠΑΜΕ φέρει πολύ μεγάλη ευθύνη για αυτή την εξέλιξη.

Η επιλογή της ηγεσίας του ΠΑΜΕ να προχωρήσει σε χωριστή συγκέντρωση και να διασπάσει την ενότητα τον εργαζομένων και του απεργιακού μετώπου δεν αφορά στην αντιπαράθεσή του με τις ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Σε όλες τις κρίσιμες στιγμές της τελευταίας περιόδου οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ σύρθηκαν και ευθυγραμμίστηκαν με την πολιτική αυτών των συμβιβασμένων και ξεπουλημένων ηγεσιών, χρησιμοποιώντας μάλιστα το επιχείρημα της «ενότητας του εργατικού κινήματος»! Στην πραγματικότητα, πίσω από αυτή τη διασπαστική τακτική το ΠΑΜΕ προσπαθεί να κρύψει την έλλειψη εμπιστοσύνης στη δύναμη του μαζικού πανεργατικού εξωκοινοβουλευτικού αγώνα με όχημα τα συνδικάτα για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης.

Η πανεργατική απεργία στις 6 Απρίλη πρέπει να αποκτήσει τα πιο πλατιά πανεργατικά χαρακτηριστικά, με τη μαζική συμμετοχή των εργαζομένων και των σωματείων τους στη συγκέντρωση των συνδικάτων, που θα βάλει στο περιθώριο και θα αποδοκιμάσει στο δρόμο τη λογική της διάσπασης και της περιχαράκωσης. Παράλληλα θα γίνει αφετηρία πανεργατικού ξεσηκωμού ενάντια στην πολιτική της φτώχειας, της ακρίβειας και της εξάρτησης.