Να μαθαίνεις γράμματα, χωρίς παπούτσια, σημαίνει πως έχεις κιόλας λύσει τα μυστήρια των λέξεων. Πως κατάλαβες, όχι μόνο τα δικά σου δύσκολα νοήματα, μα και το νόημα της ζωής όλων των άλλων. Μπορεί κιόλας να ξέρεις πιο πολλά γράμματα κι απ’ το δάσκαλο, που νόμιζε πως μόνο τα φαντάσματα και τ’ αγριοπερίστερα περπατούν με γυμνή την πατούσα τους στο χιόνι.

Το να δείχνεις σε όλους τα γυμνά σου δάχτυλα, και μάλιστα με τα νύχια γεμάτα λάσπη, έχει κάτι τόσο πεισματάρικο απέναντι στη φτώχεια, που είναι σα να της βγάζεις αυθάδικα τη γλώσσα. Το να δείχνεις στο κρύο τα γυμνά σου πόδια, έχει κάτι από πόλεμο. Μια σκληρή αναμέτρηση. Η μάχη των ποδιών δε μαίνεται τις ώρες του σχολείου. Εκεί, τα γυμνά πόδια πλαγιάζουν στα χαρακώματα. Μαλακώνει λίγο η σκληρή πέτσα στο πάτωμα και ζεσταίνονται τα ξεπαγιασμένα δάχτυλα.

Το να παίζεις στην αυλή του σχολείου, χωρίς παπούτσια, είναι σα να έγινε μια μικρή ανακωχή, για να ξαναγίνουν τα δάχτυλα ετοιμοπόλεμα. Όταν τ’ ακουμπάς στα γυμνά πόδια του διπλανού, τότε υπογράφεται μια συμμαχία. Η αδελφοποίηση των ξεπαγιασμένων ποδιών. Ο κρυφός όρκος του ξυπόλητου τάγματος. Οι μάχες των γυμνών ποδιών δίνονται στο δρόμο. Πάνω στη μυτερή πέτρα, στο αγκαθωτό κλαδί του πουρναριού, στα παγωμένα λασπόνερα και την ώρα που γλιστράς. Το παραπάτημα πάνω στη χαλικούρα. Η ήττα των μαχόμενων ποδιών. Η σκληρή πέτσα σκίζεται και τα δάχτυλα ματώνουν. Τότε προχωράς κουτσαίνοντας, σα χτυπημένος τυφεκιοφόρος. Και μόνο ένα πνιχτό “αχ”. Ούτε δάκρυ, ούτε κλάμα.

Τα ξυπόλητα τάγματα δεν είχαν ποτέ την πολυτέλεια του παράπονου. Υπάρχουν και σήμερα ξυπόλητα τάγματα. Μπορεί να φοράνε παπούτσια αλλά είναι ξυπόλητα. Στις δυτικές συνοικίες της Αθήνας, στους προσφυγικούς καταυλισμούς, σε ορφανοτροφεία, σε ορεινά απομονωμένα χωριά. Αυτός ο χειμώνας θα είναι βαρύς και θα πληθύνουν τα ξυπόλητα τάγματα. Αν η μάσκα έγινε λόγος και αφορμή σκιαμαχιών ανάμεσα σε μασκομάχους θρησκόληπτους και μασκολάγνους φοβικούς, ένας “εμφύλιος” της πλάκας και κοινωνικός αυτοματισμός για γέλια και για κλάματα, ο χειμώνας θα είναι ακόμη πιο βαρύς ειδικά για τα ξυπόλητα τάγματα..

Νίνα Γεωργιάδου