Η προσδοκία για αλλαγή πλεύσης όσον αφορά το ρόλο των ΗΠΑ στο διεθνές περιβάλλον, την εποχή της διοίκησης Μπάιντεν, διαψεύστηκε γρήγορα, από τις πρώτες επικοινωνίες με την Κίνα και τη Ρωσία. Με τις δημόσιες απειλές προς τις ανταγωνίστριες αυτές δυνάμεις, αλλά και την παραδοχή ότι ο Μπάιντεν ποτέ δε διαφώνησε με τον εμπορικό πόλεμο του Τραμπ με την Κίνα, παρά μόνο με την υλοποίησή του χωρίς πρότερη συνεννόηση με τους συμμάχους, έγινε καθαρό ότι ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός θα συνεχίσει ουσιαστικά από εκεί που άφησε τα πράγματα η διοίκηση Τραμπ. Το ίδιο φυσικά δείχνει και ο πρόσφατος βομβαρδισμός στη Συρία.

Η πολυδιαφημισμένη καθαίρεση του Τραμπ εξελίχθηκε επίσης σε μια εσωτερική κοκορομαχία – φιάσκο μεταξύ των Δημοκρατικών της Γερουσίας και της Βουλής, που τελικά οδήγησε στην αθώωση του πρώην προέδρου.
Αλλά και στο εσωτερικό μέτωπο τα πράγματα δεν πάνε διαφορετικά. Μετά τα παιχνίδια με το ύψος των έκτακτων επιταγών οικονομικής ενίσχυσης λόγω της πανδημίας, όπου τα 2000 δολάρια έγιναν 1400 και τα οποία δεν έχουν δοθεί ακόμη, τώρα ο πρόεδρος Μπάιντεν αθετεί και την υπόσχεσή του για αύξηση του κατώτερου ομοσπονδιακού ωρομίσθιου από 7.25 δολάρια την ώρα σε 15.

Το αίτημα αυτό βρέθηκε στο επίκεντρο πολλών λαϊκών κινητοποιήσεων τα αμέσως προηγούμενα χρόνια και ήταν και από τα πιο καυτά της προεκλογικής περιόδου. Το κατώτερο ωρομίσθιο παραμένει στα 7.25 δολάρια από το 2009, ενώ παράλληλα οι 400 πλουσιότεροι Αμερικάνοι είδαν τις περιουσίες τους να αθροίζονται από 1.27 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2009 σε 3.2 τρισεκατομμύρια το 2020.

Τί σκαρφίστηκε όμως αυτή τη φορά ο Μπάιντεν για να δικαιολογήσει την αθέτηση της υπόσχεσής του; Η αύξηση του ωρομισθίου ήταν να συμπεριληφθεί εντός του νομοσχεδίου για το νέο πακέτο στήριξης της οικονομίας λόγω πανδημίας ύψους 1.9 τρισεκατομμυρίων. Αυτό όμως έκρινε η κοινοβουλευτική σύμβουλος της Γερουσίας (parliamentarian), Ελίζαμπεθ Μακ Ντό­ναλντ, ότι δε συνάδει με τους νόμους του συντάγματος. Η διοίκηση Μπάιντεν κρύβεται πίσω από τη γνωμοδότηση ενός μη εκλεγμένου συμβουλευτικού αξιωματούχου, τον οποίο η αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Καμάλα Χάρις, που είναι και προεδρεύουσα της Γερουσίας, έχει την εξουσία και το δικαίωμα να αγνοήσει. Προκειμένου όμως να προδώσουν Αμερικάνους που τους στήριξαν, τους έπιασε τώρα ο σεβασμός τάχα για τους νόμους…

Έχει πάντως ενδιαφέρον, πως για το ωρομίσθιο η αντίθεση ενός μη εκλεγμένου συμβούλου είναι αρκετή για να το παγώσει, ενώ όταν πρόκειται για την εξαπόλυση ενός πολέμου, δεν υπάρχει εμπόδιο που να μην ξεπερνιέται με ευκολία.

Παραμένει ισχυρός ο Τραμπ

Όλος αυτός ο εμπαιγμός του αμερικάνικου λαού, στην πραγματικότητα επιβεβαιώνει και σε κάποιο βαθμό εξαγνίζει τα πεπραγμένα της διοίκησης Τραμπ. Ελάχιστους μήνες μετά την ανάληψη καθηκόντων από τον Μπάιντεν και η συζήτηση και η προσοχή στρέφονται πάλι προς την πλευρά του πρώην προέδρου και του ενδεχόμενου ρόλου που θα παίξει στις ενδιάμεσες εκλογές στις 8 Νοεμβρίου του 2022 για τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Ο ίδιος δείχνει σύμφωνα με αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις να απολαμβάνει πλατιά και επίμονη στήριξη από τους ψηφοφόρους του Ρεπουμπλικάνικου κόμματος. Σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση για το CNBC, αναδείχθηκε ότι 89 τοις εκατό όλων των ψηφοφόρων χωρίς πτυχίο αλλά και 75 τοις εκατό των ψηφοφόρων του κόμματος, επιθυμούν ο Τραμπ να παραμείνει παρών και ενεργός στην πολιτική ζωή της χώρας. Περίπου οι μισοί υποστηρικτές του κόμματος, θέλουν να συνεχίσει να ηγείται αυτού ο Τραμπ. Ένα διόλου ευκαταφρόνητο 11 τοις εκατό αυτών επιθυμεί τη δημιουργία τρίτου κόμματος από τον Τραμπ. Ο ίδιος έχει απορρίψει για την ώρα την ιδέα, αλλά όλα αυτά δείχνουν πως, αν και η ηγεσία του κόμματος θα ήθελε να ξεμπερδέψει μαζί του, μάλλον θα πρέπει να το ξεχάσει για την ώρα.

Επίσης φαίνεται ότι τόσο η προσπάθεια για καθαίρεσή του, ακόμη και μετά το πέρας της θητείας του, όσο και η φίμωσή του από μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Twitter και άλλα, μάλλον τον ενίσχυσαν στα μάτια των υποστηρικτών του παρά τον έβλαψαν. Άλλωστε, ένα 80 τοις εκατό περίπου των ψηφοφόρων του εξακολουθεί να πιστεύει τους ισχυρισμούς του περί εκλογικής απάτης στις περασμένες εκλογές, ισχυρισμοί που επίσης ενισχύονται από τους χειρισμούς αυτούς.