Την 1η Οκτώβρη 1949 ο πρόεδρος Μάο από τον εξώστη της Πύλης της Ουράνιας Γαλήνης, ανάγγειλε την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, που έβαζε τέλος όχι μόνον στον απελευθερωτικό αγώνα κατά του γιαπωνέζικου ιμπεριαλισμού, αλλά και της σαρωτικής νίκης των κομμουνιστών ενάντια  στους αντιδραστικούς εθνικιστές του Κουόμιταγκ, και παράλληλα στα προνόμια  των ξένων αποικιοκρατών που για αιώνες απομυζούσαν τον ιδρώτα του κινέζικου λαού. 

Οι εθνικιστές του Τσάνγκ Καϊ Σέκ κατέφυγαν στην Ταϊβάν, η οποία αποτελεί ουσιαστικά έδαφος (επαρχία) της Λ.Δ.Κίνας, ενώ από το ειδικό καθεστώς της Ταϊβάν προβάλλεται όχι μόνον η ανεξαρτησία της (αναγνωρίζεται μόνον από 15 χώρες), αλλά και η ενσωμάτωση μιας σειράς νησιωτικών συμπλεγμάτων όπως το Αρχιπέλαγος Σπράτλυ και τα Νησιά Παρασέλ.

Το 1972 οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν σε επίσημη διπλωματική αναγνώριση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας επεκτεινόμενης και στην επαρχία της Ταϊβάν, προσφέροντας ταυτόχρονα στην Ταϊβάν μία σχέση συνεργασίας στην τεχνολογία, στο εμπόριο, στην αγροτική παραγωγή, στην εκπαίδευση κ.λπ., και θέτοντας στη διάθεσή της την «αποτρεπτική» τους ισχύ. Η Λ.Δ.Κίνας αναγνώρισε αυτή τη σχέση συνεργασίας υπό τον όρο ότι η Ταϊβάν αποτελεί κινεζικό έδαφος. Ωστόσο, από τότε δεν έπαψαν οι προκλήσεις του αμερικανικού ιμπεριαλισμού κατά της Κίνας και οι συνεχείς επιδείξεις δύναμης στα Στενά της Ταϊβάν και στη Νότια και την Ανατολική Σινική Θάλασσα. Θυμίζουμε ότι επί προεδρίας Τζ.Μπους επιχειρήθηκε να συναινέσει η Λ.Δ.Κίνας στη  διάδοση και εξάπλωση του προγράμματος της «αντιπυραυλικής ασπίδας» κατά της Ρωσίας, το οποίο απέρριψε ασυζητητί ο κινέζος πρόεδρος Ουέν Τζιαμπάο.  Μάλιστα η εφημερίδα «Λαϊκή Ημερησία», όργανο του ΚΚ της Κίνας αποκάλυψε ότι στόχος των ΗΠΑ ήταν η ενσωμάτωση της Ταϊβάν στην ασιατική παραλλαγή του αμυντικού συστήματος, που επονομάζεται «Θέατρο Πυραυλικής Αμυνας» (TMD), για τους πυραύλους μικρού βεληνεκούς. Το χάσμα που επικρατεί στις απόψεις μεταξύ των δύο πλευρών των Ειρηνικού, δηλαδή μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών, όχι μόνο δε γεφυρώθηκε αλλά βαθμιαία –και με τη ραγδαία καπιταλιστική ανάπτυξη της Κίνας- διευρύνθηκε παίρνοντας διαστάσεις πολεμικής για να φθάσει στη σημερινή σύναψη τόσο της τριμερούς αγγλοσαξονικής συμφωνίας  (AUKUS) με την Αυστραλία και Βρετανία, όσο και της τετραμερούς με τη Ιαπωνία και Ινδία (Quad). Πρόκειται για περικύκλωση της Κίνας, την ίδια στιγμή, που οι ΗΠΑ (Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί) υπό την προεδρία Μπάιντεν, ετοιμάζουν νομοθετική ρύθμιση που θα προβλέπει την περαιτέρω ενίσχυση της Ταϊβάν, της οποίας οι ΗΠΑ είναι ο πιο ισχυρός σύμμαχος, έστω και αν δεν την έχουν αναγνωρίσει ως ανεξάρτητο κράτος και, τυπικά, δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις με την «κυβέρνηση» της Ταϊπέι. Για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό  «η άνοδος της Κίνας μετατοπίζει ριζικά την ισορροπία ισχύος». Σε πρόσφατη ανακοίνωσή του το υπουργείο Άμυνας της Ιαπωνίας ανακοίνωσε ότι το αμερικανικό αεροπλανοφόρο «USS Ronald Reagan», μπήκε στη Νότια Κινεζική Θάλασσα στα τέλη Σεπτέμβρη, μαζί με το επίσης αμερικανικό αεροπλανοφόρο «USS Carl Vinson», πραγματοποιώντας «πολυεθνικές ναυτικές ασκήσεις» νοτιοδυτικά της Οκινάουα (όπου εδρεύει μεγάλη στρατιωτική βάση των ΗΠΑ), μαζί με πολεμικά πλοία από Ιαπωνία, Βρετανία, Ολλανδία, Καναδά και Νέα Ζηλανδία.

Οι ασκήσεις αυτές προκάλεσαν την κινέζικη αντίδραση με πτήσεις εκατοντάδων μαχητικών αεροσκαφών στην περιοχή που αποτελούσαν προσομοίωση επίθεσης σε αυτό τον στόλο των ΗΠΑ και των συμμάχων τους.

Λίγες μέρες μετά, η Ταϊβάν κατήγγειλε ότι 148 κινέζικα αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας εισέβαλαν στο νότιο και νοτιοδυτικό τμήμα της ζώνης αεροπορικής άμυνας για τέσσερις μέρες, ξεκινώντας την Παρασκευή 1η Οκτώβρη, 72η εθνική επέτειο της ίδρυσης της Λ.Δ.Κίνας. Οι σχέσεις Κίνας-Ταιβάν οξύνονται επικίνδυνα, πυροδοτούμενες από τις ΗΠΑ, προκειμένου να οδηγήσουν την Κίνα στην εγκατάλειψη των γιγαντιαίων επενδυτικών τους σχεδίων και την ανάπτυξη των εξοπλιστικών τους προγραμμάτων.  Κι ενώ η πολεμική αρμάδα με το  «συμμαχικό στόλο» των ΗΠΑ εξακολουθεί να πλέει στα νερά της κινεζικής θάλασσας, το Στέητ Ντιπάρτμεντ δήλωσε προκλητικά ότι: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησυχούν πολύ για την προκλητική στρατιωτική δραστηριότητα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας κοντά στην Ταϊβάν, η οποία είναι αποσταθεροποιητική, κινδυνεύει με λανθασμένους υπολογισμούς και υπονομεύει την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή»!

Από την πλευρά του ο Μπάιντεν δήλωσε προχθες (5/10) ότι σε τηλεφωνική του επικοινωνία με τον πρόεδρο της Κίνας Σι Τζινπίνγκ συμφώνησαν να τηρήσουν τη διμερή διευθέτηση για την Ταϊβάν. Κι ενώ αναφέρθηκε στη μακροχρόνια πολιτική της Ουάσινγκτον, σύμφωνα με την οποία αναγνωρίζει επίσημα το Πεκίνο και όχι την Ταϊπέι, και τη συμφωνία για τις σχέσεις της Ταϊβάν, εκφράζοντας την προσδοκία ότι το μέλλον της Ταϊβάν θα καθοριστεί με ειρηνικά μέσα, την ίδια στιγμή μιλώντας στην αρμόδια επιτροπή του Κογκρέσου, δήλωσε πως: «Οι Κινέζοι φιλοδοξούν ολοένα περισσότερο να υποκαταστήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον ηγετικό μας ρόλο στη διεθνή τάξη πραγμάτων που βασίζεται σε κανόνες, ως το 2050 (…) Η Ταϊβάν αποτελεί ξεκάθαρα έναν από τους στόχους τους προτού φτάσουμε εκεί. Και πιστεύω ότι υφίσταται απειλή να κάνουν επίδειξη δύναμης εντός της τρέχουσας δεκαετίας, πρακτικά δε μέσα στα επόμενα έξι χρόνια (…) Έχουμε διαρκές ενδιαφέρον για την ειρήνη και σταθερότητα στα Στενά της Ταϊβάν. Θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε την Ταϊβάν ώστε να διατηρεί μια επαρκή ικανότητα αυτοάμυνας. Η δέσμευση των ΗΠΑ για την Ταϊβάν είναι στέρεη σαν βράχος και συμβάλλει στη διατήρηση της ειρήνης και σταθερότητας στα Στενά και όλη την περιοχή. Θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε μαζί με φίλους και συμμάχους ώστε να αναπτύξουμε την κοινή μας ευημερία, ασφάλεια και αξίες, αλλά και να βαθαίνουμε τους δεσμούς μας με τη δημοκρατική Ταϊβάν».

Με τη σειρά του ο κινέζικος ιμπεριαλισμός κατηγόρησε τις ΗΠΑ για τις αυξανόμενες εντάσεις γύρω από την Ταϊβάν που βλάπτουν την περιφερειακή ειρήνη, με τις πωλήσεις όπλων στην Ταϊπέι και τις τακτικές διελεύσεις αμερικανικών πολεμικών πλοίων από τα Στενά. Το ΥΠΕΞ του Πεκίνου προειδοποίησε ότι: «…Η συμμετοχή σε σχέδια για ανεξαρτησία της Ταϊβάν είναι αδιέξοδη. Η Κίνα θα λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα και θα συντρίψει κάθε τέτοιο σχέδιο, ενώ οι ΗΠΑ θα πρέπει να σταματήσουν να υποστηρίζουν και να ενισχύουν αυτονομιστικές δυνάμεις της Ταϊβάν…» .

Χθες (6/10) ο υπουργός Άμυνας της Ταϊβάν, Κουοτσένγκ, έκανε λόγο για τη χειρότερη κρίση των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, κάνοντας λόγο για πιθανή ανάφλεξη αν κάτι πάει στραβά στα Στενά της Ταϊβάν. Γίνονται πλέον φανερές οι προθέσεις του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και τι σημαίνει στην πράξη η πρόσφατη συμφωνία AUKUS, μεταξύ ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας, που έχει -μεταξύ άλλων- σαν στόχο τον περιορισμό των κινήσεων της Κίνας στην ευρύτερη περιοχή του νότιου Ειρηνικού, την εγκατάλειψη του προγράμματος «Μία ζώνη, ένας δρόμος» και πιέζοντας ασφυκτικά το Πεκίνο να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Ταϊβάν, δίνοντας έτσι ένα ασφαλές ορμητήριο για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της στα επεκτατικά του σχέδια.