Ακολουθώντας τις κατευθύνσεις της ΕΕ και ιδιαίτερα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, που συνοψίζονται στη λέξη «ανταγωνιστικότητα», τα δύο τελευταία εργοστάσια της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης έβαλαν «λουκέτο». Μία απολύτως βιώσιμη βιομηχανία που απασχολούσε εκατοντάδες ανθρώπους (τευτλοκαλλιεργητές, εργάτες, γεωτεχνικούς κ.ά.) της τοπικής κοινωνίας και επιπλέον όχι μόνο κάλυπτε τις ανάγκες της χώρας σε ένα βασικό διατροφικό προϊόν, αλλά έκανε και εξαγωγές, οδηγήθηκε στην πλήρη απαξίωση, κάτω από την ένοχη αδιαφορία των κυβερνήσεων. Κι ενώ η χώρα μας διέθετε τρία εργοστάσια παραγωγής ζάχαρης (Σέρρες, Πλατύ, Ορεστιάδα), καθώς και δύο ενεργές μονάδες στη Σερβία, σήμερα δεν παράγεται ούτε κόκκος ελληνικής ζάχαρης, οι δε υπάρχουσες μονάδες έχουν μετατραπεί σε συσκευαστήρια αθρόας εισαγόμενης ζάχαρης από το Σαλβαδόρ, τη Γερμανία ή τη Βουλγαρία, βάζοντας πλαστές ετικέτες της ΕΒΖ! Κι επειδή στις συμφωνίες με τους ξένους εισαγωγείς υπάρχει ο όρος της μη παραγωγής ελληνικής ζάχαρης, οι όποιες ποσότητες ελληνικών ζαχαρότευτλων έχουν καλλιεργηθεί εφέτος και όσες παραδοθούν από τους αγρότες στον ιδιώτη υπενοικιαστή των δύο εργοστασίων της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζαχάρεως (Πλατύ, Σέρρες) θα χρησιμοποιηθούν για παραγωγή βιοαερίου και ζωοτροφών λόγω κορoνοϊού. Τέτοιο κατάντημα!

Για την τυχοδιωκτική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, θυμίζουμε το Δελτίο Τύπου του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων της 22ης Σεπτέμβρη 2020 ότι: “Σε σύσκεψη υπό την προεδρία του υπουργού Ανάπτυξης & Επενδύσεων κ. Αδώνιδος Γεωργιάδη και τη συμμετοχή της υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων κ. Φωτεινής Αραμπατζή, του γενικού γραμματέα Ιδιωτικών Επενδύσεων και ΣΔΙΤ κ. Ορέστη Καβαλάκη, του προέδρου της Royal Sugar κ. Χρήστου Καραθανάση (Σημ. Λ.Δ. από τον οποίο οι εργαζόμενοι της ΕΒΖ διεκδικούν 1.700.000 €) και εκπροσώπων της Intrum και τευτλοπαραγωγών συμφωνήθηκε ότι η Royal Sugar θα ξεκινήσει την παραλαβή των τεύτλων το αργότερο ως την 1η Νοεμβρίου 2020 για παραγωγή ζάχαρης στο εργοστάσιο των Σερρών σε συμφωνημένη με τους παραγωγούς τιμή”! Αλλά και τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Τον Αδ. Γεωργιάδη που διέτρεχε τις Σέρρες με όλο τον δεξιό συρφετό πανηγυρίζοντας για το «επενδυτικό σχέδιο», το νέο ιδιοκτήτη (εξαγορά των δύο εργοστασίων έναντι 490.000 €) Χρ. Καραθανάση που δήλωνε πως “η Ελλάδα θα ξαναμπεί στο χάρτη της ζάχαρης”, τους παρατρεχάμενους «αρμόδιους τοπικούς παράγοντες» που υπερθεμάτιζαν για την «ανάπτυξη» της περιοχής!

Για τους εναπομείναντες παραδοσιακούς τευτλοπαραγωγούς, προς τους οποίους είχε δοθεί η υπόσχεση από την εταιρεία ότι θα έπαιρναν τιμές 22 με 36,5 € (ανάλογα με τον ζαχαρικό τίτλο), ενώ τώρα ο Χρ. Καραθανάσης ανακοίνωσε ότι θα δώσει τιμή 20 €. Και το μόνο παρήγορο για τη φετινή σοδειά, είναι ότι λόγω των αφόρητων πιέσεων της Βουλγαρίας, η ΚΑΠ έχει ανακοινώσει συνδεδεμένη ενίσχυση για φέτος, τα 214 €/στρέμμα, που κάπως διορθώνει την τραγική κατάσταση των καλλιεργητών.

Αλλά για να έχουμε κάποια στοιχεία στο θέμα της καλλιέργειας ζαχαροτεύτλων, το 1989 η τευτλοκαλλιέργεια έφθανε τα 485.900 στρέμματα και η παραγωγή τους άγγιζε τους 3.434.000 τόνους. Μάλιστα υπήρχε σοβαρό πλεόνασμα για εξαγωγή. Το 2019 καλλιεργήθηκαν μόνο 22.475 στρέμματα και η παραγωγή έφθασε μόλις τους 168.500 τόνους. Χονδρικά, το μέσο εισόδημα ενός τευτλοκαλλιεργητή είναι γύρω στα 450 €/στρ., το δε κόστος παραγωγής φθάνει τα 250 €/στρ. Έτσι ένα μέσος τευτλοπαραγωγός των 40 στρεμμάτων έχει καθαρό εισόδημα 8.000 €.)

★★★

Η αποβιομηχάνιση της χώρας έχει ενταθεί τελευταία. Θυμίζουμε την ΕΑΒ και τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Σύρου που ξεπουλήθηκαν στα ξένα μονοπώλια. Θυμίζουμε την ΠΙΤΣΟΣ ( Bosch) που μετέφερε το εργοστάσιό της στην Τουρκία, τη ΛΑΡΚΟ, την «ΤΕΡΝΑ Λευκόλιθοι» στο Μαντούδι κλπ. Όλα ιδιωτικοποιήθηκαν με μοναδικό γνώμονα το ιδιωτικοοικονομικό δόγμα του κέρδους, ενώ χιλιάδες εργαζόμενοι πετάχτηκαν στο δρόμο, λόγω υψηλού «εργασιακού κόστους».

Τα ψήγματα παραγωγής, της αγροτικής μεταποιητικής βιομηχανίας, της μεταλλουργίας, του στρατιωτικού υλικού, των οικιακών συσκευών, του λιγνίτη -που κάλυπταν ένα μέρος των λαϊκών αναγκών- εξοβελίστηκαν, αποδεικνύοντας τις αεριτζίδικες κυβερνητικές αυταπάτες περί «αλλαγής παραγωγικής βάσης», μετά το φιάσκο της φετινής «τουριστικής βιομηχανίας» και του επισιτισμού, που στοίχισε εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις στους εργαζόμενους σε αυτούς τους κλάδους. Φυσικά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως άλλωστε και όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων, δεμένη με χιλιάδες νήματα με τα ξένα συμφέροντα και βουτηγμένη μέχρι το λαιμό στα χρέη, έχει κάθε λόγο να ακολουθήσει την πορεία των εντολών και κατευθύνσεων της ΕΕ στην ψηφιοποίηση, την ηλεκτρική ενέργεια, την «πράσινη οικονομία», τις μεταφορές, τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, τον τουρισμό κλπ, καθώς και των ΗΠΑ στην επέκταση της Σούδας, στις νέες βάσεις, τους εξοπλισμούς, τους πετρελαϊκούς αγωγούς, τους ενεργειακούς δρόμους, δηλαδή σε κατευθύνσεις που δεν έχουν καμία σχέση με τις λαϊκές ανάγκες.