Ένας ασφαλής και επιστημονικός τρόπος ανάλυσης των κοινωνικών συστημάτων είναι αυτός που τα διαιρεί σε οικονομική βάση και πολιτισμικό εποικοδόμημα.

Σύμφωνα με αυτόν η οικονομική βάση, αλλιώτικα η οικονομία, είναι το πρωτεύον και η γενεσιουργός αιτία όλων των κοινωνικών γεγονότων (φαινομένων). Οι παραγωγικές δυνάμεις (εργασία, γη, εργαλεία) και οι παραγωγικές σχέσεις, δηλαδή ό,τι συνδέει όλα τα παραπάνω, προηγούνται όλων των γήινων πραγμάτων. Για να υπάρξουν αγρότες πρέπει να υπάρχει η γη και τα εργαλεία για να την καλλιεργήσουν και κανένας δεν θα μιλούσε για μία βιομηχανική χώρα αν δεν έβαζε στο κάδρο εργάτες και μηχανήματα (που φτιάχνουν μηχανήματα).

Ο άνθρωπος, για να μιλήσουμε ιστορικά, γεννιέται μέσα σε ένα καθορισμένο περιβάλλον που υπάρχει πριν από αυτόν και ενδεχομένως θα υπάρχει μετά από αυτόν. Οι άνθρωποι έρχονται μεταξύ τους σε καθορισμένες σχέσεις, που υπήρχαν πριν από τη γέννησή τους, και καθορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την πορεία της ζωής τους. Το παιδί που γεννιόταν μέσα σε οικογένειες καλφάδων, βυρσοδεψών, πετράδων θα μάθαινε -σχεδόν αναγκαστικά- την εργασία των γονιών του. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα, ιδιαίτερα τα παλιότερα χρόνια όπου η κοινωνική κινητικότητα, το να μετακινείσαι από τάξη σε τάξη, ήταν σχεδόν ελάχιστη. Σήμερα, ιδιαίτερα με το ρόλο της παιδείας και την αποκτημένη μόρφωση, η κοινωνική κινητικότητα έχει αυξηθεί.

Όμως επάνω στο εποικοδόμημα δημιουργούνται, φύονται, αναπτύσσονται, ριζώνουν κι επεκτείνονται μία σειρά από ιδέες και πρακτικές. Δηλαδή η γλώσσα, τα ήθη, τα έθιμα, ο νομικός πολιτισμός, η πολιτική, η τέχνη, η θρησκεία -ανταγωνιστικές ή αλληλοσυμπληρούμενες. Το εποικοδόμημα δεν είναι η γη των αγγέλων.
Με το παραπάνω ερμηνευτικό σχήμα μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί η εμπορική Αθήνα (πλούσια πόλη, ναυτική δύναμη) αναπτύσσει πχ την τραγωδία, σε αντίθεση με τη γεωργική Σπάρτη. Ή γιατί η αποικιοκρατική Αγγλία έχει τον Σαίξπηρ. Γιατί ο μοναδικός θεός Αλλάχ παρουσιάζεται σε πατριαρχικές κοινωνίες, όπως στις νομαδικές φυλές, γιατί το ευρωπαϊκό προλεταριάτο γεννιέται πρώτα στις αστικές καπιταλιστικές χώρες (Αγγλία-Γαλλία-Γερμανία).

Ωστόσο, το εποικοδόμημα δεν παρακολουθεί απαθές και «ακούνητο» την οικονομική βάση. Επεμβαίνει δυναμικά, με το δικό του τρόπο, στην εξέλιξη και τροποποίηση της οικονομικής βάσης. Για παράδειγμα, μία γλώσσα που μιλιέται σε όλον σχεδόν τον κόσμο, όπως η αγγλική, είναι φανερό πως επιταχύνει την οικονομική-εμπορική ανάπτυξη. Ορισμένοι σύγχρονοι μελετητές θεωρούν πως η προτεραιότητα της οικονομίας έναντι πχ των ηθών-εθίμων δεν υπάρχει και πως όσοι μαρξιστές ακολουθούν το παραπάνω ερμηνευτικό σχήμα υποτιμούν τον πολιτισμό έναντι της οικονομίας. Κατηγορούν τους μαρξιστές για σχηματικότητα και στερεοτυπία. Δεν είναι αλήθεια.

Οι ιδρυτές του μαρξισμού διατύπωσαν την έκφραση πως οι ιδέες «σε τελική ανάλυση» γεννιούνται πάνω στο έδαφος μιας συγκεκριμένης οικονομίας. Μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί, όταν ωρίμασαν οι οικονομικοί (και κοινωνικοί) όροι, υπήρξε το αίτημα για δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και όχι γενικά και αόριστα, μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης. Όμως, όπως προείπαμε, το λεγόμενο εποικοδόμημα είναι ζωντανό. Ανταριάζει τα μυαλά των ανθρώπων, δημιουργεί εικόνες. Ο απελευθερωτής Μπολιβάρ (στη Λατινική Αμερική) γίνεται φιγούρα επανάστασης ενάντια στους λευκούς αποικιοκράτες. Ακόμα και η συντηρητική ισλαμική θρησκεία ενώνει και κινητοποιεί εκατομμύρια μουσουλμάνους απέναντι στους αποικιοκράτες της Δύσης.

Επομένως ισχυριζόμαστε πως η βάση και το εποικοδόμημα βρίσκονται σε σχέση αλληλεπίδρασης. Μπορεί η πρώτη να προηγείται και το δεύτερο να έπεται, αλλά αυτό γίνεται όχι απλά και αντανακλαστικά αλλά δυναμικά, ώστε τα δύο πεδία να αλληλοτροφοδοτούνται και να αλληλοδιαμορφώνονται. Μπορεί, ωστόσο, να πέσουμε σε δύο πολιτικά λάθη. Αφενός σε ένα κοκαλωμένο αντικειμενισμό, πού μηδενίζει το εποικοδόμημα, την πολιτική και τις ιδέες και περιμένει να ωριμάσει η οικονομική βάση. (Να φρεσκάρουν οι παραγωγικές σχέσεις τις παραγωγικές δυνάμεις). Αφετέρου, σε ένα ατελείωτο θεληματισμό (βολονταρισμό), όπου τα πάντα μπορούν να γίνουν αν το θέλουμε πολύ. Ο αντικειμενισμός υποτιμά την ανθρώπινη βούληση, ενώ ο θεληματισμός την υπερτονίζει, παραγνωρίζοντας τις πραγματικές συνθήκες και το ρεαλισμό. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να έχουμε κατά νου ότι τα εργαλεία της κοινωνικής ανάλυσης δεν είναι «σκονάκια» για να αντιγράφουμε, αλλά όπλα της κοινωνικής αλλαγής. Είναι μάχιμα εργαλεία που τα χρησιμοποιούμε με ανοιχτά και όχι με κλειστά μάτια.

Αλλά αν θέλουμε να «τεμαχίσουμε» σωστά τα κοινωνικά φαινόμενα, πρέπει να χρησιμοποιούμε τον μαρξισμό και όχι την ελευθερία κριτικής, δηλαδή ό,τι λάχει.