Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάφερε η χώρα μας να πετύχει ρεκόρ στην τιμή αγοράς του ρεύματος. Η τιμολόγηση του έφτασε να είναι 5,5 φορές πάνω από την τιμή πριν από έναν χρόνο! Στα μέσα μάλιστα του Νοέμβρη, η χονδρική τιμή ρεύματος ήταν 276,47 ευρώ η μεγαβατώρα, δέκα ευρώ πάνω από την αμέσως κατώτερη στην Ευρώπη, στη Σερβία, αλλά 140 ευρώ πάνω από τη Γερμανική και 170 πάνω από την Πολωνική χονδρική ρεύματος.
Ταυτόχρονα σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις εκτιμούν, ότι οι τιμές των προϊόντων/υπηρεσιών τους θα αυξηθούν γύρω στο 10% εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια, ενώ ποσοστό 15% εκτιμά πως η αύξηση θα ξεπεράσει ακόμη και το 30%.

Από τον Σεπτέμβρη η κυβέρνηση της ΝΔ ανακοίνωσε ότι θα λάβει μέτρα για την «ελάφρυνση» των θεόρατων αυξήσεων του ρεύματος. Αν και οι τιμές ρεύματος έτρεχαν προς τα πάνω αλματωδώς η κυβέρνηση χρειάστηκε να φτάσει τέλος σχεδόν Νοέμβρη για να βγάλει Κοινή Υπουργική Απόφαση που με το σταγονόμετρο καθορίζει κάποιες ελάχιστες μικροεπιδοτήσεις που απέχουν παρασάγγες από τη μεγάλη άνοδο των τιμών ρεύματος. Μικροεπιδοτήσεις που ξεκινούν από 9 ευρώ τον Σεπτέμβρη, γίνονται 18 ευρώ τον Οκτώβρη και καταλήγουν στα 39 ευρώ τον Νοέμβρη και τον Δεκέμβρη, αλλά μόνο για τις πρώτες 300 κιλοβατώρες το τετράμηνο. Όμως η πραγματικότητα είναι ότι ένα μέσο νοικοκυριό, ειδικά αν θερμαίνεται και με ηλεκτρικά σώματα, περνά κατά πολύ τις κιλοβατώρες αυτές, αγγίζοντας έως και τις 2300 κιλοβατώρες το τετράμηνο.

Για να γίνει πιο κατανοητό, ένα μέσο νοικοκυριό με κατανάλωση γύρω στις 1400 κιλοβατώρες το τετράμηνο θα πληρώσει περισσότερο περίπου 90€ για τη ρήτρα αναπροσαρμογής, και αυτό το ποσό θα γίνεται ακόμα μεγαλύτερο όσο θα μεγαλώνουν οι αυξήσεις που απορρέουν από την κούρσα της χονδρικής. Άρχισε ήδη να φαίνεται στους εκκαθαριστικούς λογαριασμούς που καταφτάνουν σε νοικοκυριά κι επιχειρήσεις.

Η κυβέρνηση της ΝΔ με την πολιτική που έχει ακολουθήσει στις ιδιωτικοποιήσεις των εταιρειών ενέργειας, από τον ΑΔΜΗΕ, τον ΔΕΔΔΗΕ έως τη ΔΕΗ έχει κάνει ξεκάθαρο ότι το βασικό της μέλημα είναι η εξυπηρέτηση των ιδιωτών και των ξένων επενδυτών και όχι του Έλληνα πολίτη. Ταυτόχρονα η απόλυτη εξάρτηση από την «πράσινη ανάπτυξη», δηλαδή το κλείσιμο των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος με λιγνίτη, πάλι κάτω από το πρίσμα της εξυπηρέτηση ιδιωτών παραγωγών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, έχει καταστήσει τη χώρα έρμαιο των αυξομειώσεων των τιμών ενέργειας. Μεταφέροντας έτσι τεράστια βάρη στην πλάτη των εργαζομένων, μιας και από τη στιγμή που όλα τα αγαθά εξαρτώνται από την τιμή του ρεύματος, η εκτίναξη της τιμής του θα φέρει αυτόματα και εκτίναξη όλων των αγαθών.