Αγνοώντας τις αλλεπάλληλες πιέσεις της Ουάσιγκτον, η Σαουδική Αραβία, ντε φάκτο ηγετική δύναμη του ΟΠΕΚ, και η Ρωσία, μέλος του πλέον εδώ και σχεδόν τρία χρόνια, οδήγησαν το διεθνές καρτέλ πετρελαίου στην απόφαση να μειώσει την παραγωγή του κατά 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Η συμμαχία αυτή αποτελείται από τα 13 μέλη του Οργανισμού Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών (ΟΠΕΚ), υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, και δέκα άλλες χώρες υπό την ηγεσία της Μόσχας.

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μείωση που έχει αποφασίσει ο ΟΠΕΚ+ από το πρώτο κύμα της πανδημίας το 2020, όταν έπεσε κατακόρυφα η ζήτηση για πετρέλαιο, ενώ αντιπροσωπεύει το 2% της παγκόσμιας προσφοράς. Η είδηση οδήγησε σε άνοδο τις τιμές του πετρελαίου. Σύμφωνα πάντως με τις εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, στα σχέδια της Σαουδικής Αραβίας και γενικότερα του ΟΠΕΚ είναι να δοθεί ώθηση στις τιμές ώστε να ανακάμψουν κοντά στα 100 δολ. το βαρέλι.

Είναι γεγονός ότι η απόφαση του διεθνούς καρτέλ πετρελαίου καταφέρει νέο πλήγμα στην καπιταλιστική οικονομία, που αντιμετωπίζει έναν επιθετικά αυξανόμενο πληθωρισμό εξαιτίας του κόστους της ενέργειας, ενώ μειώνει περαιτέρω την προσφορά υδρογονανθράκων εν τω μέσω της ενεργειακής κρίσης. Προκάλεσε εκνευρισμό στην Ουάσιγκτον, που επιδιώκει επίμονα να μειώσει τις τιμές της ενέργειας για να μην επωφελείται η Ρωσία. Ο Αμερικανός πρόεδρος εξάλλου επισκέφθηκε πρόσφατα τη Σαουδική Αραβία σε μια προσπάθεια να ασκήσει πιέσεις ώστε να αυξήσει ο ΟΠΕΚ την παραγωγή του, αλλά πλέον η Σαουδική Αραβία κινείται όλο και περισσότερο αυτόνομα αποστασιοποιούμενη από τα κελεύσματα της Ουάσιγκτον.

Ο Λευκός Οίκος επέκρινε την απόφαση του ΟΠΕΚ+ να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου, χαρακτηρίζοντάς την «κοντόφθαλμη» κίνηση. «Ο Πρόεδρος είναι απογοητευμένος από την κοντόφθαλμη απόφαση του ΟΠΕΚ+ να μειώσει τις ποσοστώσεις παραγωγής ενώ η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει τις συνεχιζόμενες αρνητικές επιπτώσεις της εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία. Σε μια εποχή που η διατήρηση ενός παγκόσμιου εφοδιασμού ενέργειας είναι υψίστης σημασίας, αυτή η απόφαση θα έχει τον πιο αρνητικό αντίκτυπο στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος που ήδη ταλαιπωρούνται από τις αυξημένες τιμές της ενέργειας», δήλωσε ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Τζέικ Σάλιβαν.

Αλλά και στο εσωτερικό των ΗΠΑ η επικείμενη ανατίμηση των καυσίμων επιδεινώνει τις δυσκολίες του Μπάιντεν λίγες εβδομάδες πριν τις ενδιάμεσες εκλογές της 8ης Νοέμβρη. «Μπόρεσα να μειώσω τη βενζίνη πολύ πάνω από τα 1,60 δολάρια, αλλά αυτή ανεβαίνει όλο και περισσότερο εξαιτίας αυτού που μόλις έκαναν οι Ρώσοι και οι Σαουδάραβες. Δεν έχω τελειώσει ακόμα με αυτό», δήλωσε ο Μπάιντεν σε προεκλογική ομιλία του.

Πολλοί στη Δύση επισήμαναν ότι η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας αναμένεται να δώσει περαιτέρω ώθηση στις τιμές του πετρελαίου και να εξουδετερώσει τις προσπάθειες των δυτικών χωρών να περιορίσουν τα πετρελαϊκά έσοδα της Ρωσίας που χρηματοδοτούν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Εκτιμούν, έτσι, πως πρόκειται για μια καθοριστικής σημασίας καμπή στη μακροχρόνια, 75χρονη, ενεργειακή συμμαχία του Ριάντ με την Ουάσιγκτον.

Κύκλοι του αμερικανικού ΥΠΕΞ τόνισαν πως «η Σαουδική Αραβία έθεσε το καρτέλ σε τροχιά σύγκρουσης με τον ελεύθερο κόσμο καθώς συντάχθηκε με τη Ρωσία στο όνομα της προστασίας της αγοράς πετρελαίου, όταν οι καταναλωτές όλου του κόσμου αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν έναν ιλιγγιώδη πληθωρισμό και το αυξανόμενο κόστος της διαβίωσης. Γι αυτό θα υπάρξουν πολιτικές συνέπειες για το Ριάντ».

Την ίδια στιγμή, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων επισκέφτηκε επίσημα στις 11/10 τη Μόσχα όπου συναντήθηκε με τον Πούτιν, μερικές ημέρες μετά την απόφαση του ΟΠΕΚ+ να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου. Η επίσκεψη αυτή είναι μία από τις σπάνιες ενός αρχηγού κράτους στη Μόσχα μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Ο πρόεδρος των Η.Α.Εμιράτων έχει κατηγορηθεί από τις ΗΠΑ, ότι παίζει το παιχνίδι της Μόσχας που έχει συμφέρον να διατηρεί τις τιμές σε υψηλά επίπεδα προκειμένου να χρηματοδοτεί τον πόλεμο.

Παραδοσιακός σύμμαχος των ΗΠΑ, τα Εμιράτα, όπως και οι υπόλοιπες χώρες του Κόλπου, μεταξύ των οποίων η Σαουδική Αραβία, ενίσχυσαν τα τελευταία χρόνια τις σχέσεις τους με τη Ρωσία εκτοπίζοντας σε μεγάλο βαθμό την αμερικανική επιρροή, γεγονός που σφραγίζει τους νέους συσχετισμούς που με ραγδαίο ρυθμό αναδιατάσσονται στη Μέση Ανατολή, αλλά και στον κόσμο γενικότερα.