Για μια ακόμα φορά το Κυπριακό βρίσκεται στο επίκεντρο του οξυμένου ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστικών και ισχυρών περιφερειακών δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Σ’ αυτό το ρευστό και επικίνδυνο περιβάλλον, που επηρεάζει άμεσα και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, έχει προγραμματιστεί η «άτυπη» τριμερής συνάντηση Αναστασιάδη – Ακιντζί με τη συμμετοχή και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Γκουτιέρες, στο Βερολίνο, στις 25 Νοέμβρη.
Τυπικά στη συνάντηση θα διαπιστωθούν οι λεγόμενοι όροι αναφοράς, δηλαδή το διχοτομικό πλαίσιο για τη συνέχιση των ναυαγισμένων διαπραγματεύσεων στην Ελβετία, το καλοκαίρι του 2017. Εφόσον αυτή ευοδωθεί, θα ακολουθήσει πενταμερής Διάσκεψη αντίστοιχη με εκείνη του Κραν Μοντανά, με τη συμμετοχή και των τριών εγγυητριών δυνάμεων (Αγγλίας, Ελλάδας, Τουρκίας). Ωστόσο αυτό το ενδεχόμενο φαίνεται να απομακρύνεται καθώς η Άγκυρα, αισθανόμενη να ενισχύει τη θέση της προβάλλει νέους, πιο συμφερτικούς γι’ αυτήν, όρους. Ταυτόχρονα μεταθέτει τις «διαπραγματεύσεις» σε χρόνο μετά τις «προεδρικές εκλογές» του Απρίλη στα κατεχόμενα, ώστε να «εκπροσωπείται» στις διαπραγματεύσεις από ευθυγραμμισμένους στις νέες συνθήκες εντολοδόχους της.
Είναι χαρακτηριστικές οι διαφωνίες «κυβερνητικών» στελεχών του ψευτοκράτους με τη γραμμή Ακιντζί, ιδιαίτερα μετά τις αποκλίνουσες δηλώσεις του για την τουρκική εισβολή στη Συρία. Η εγκάθετη «κυβέρνηση» της Άγκυρας στα κατεχόμενα προβάλλει ολοένα και πιο ανοιχτά το ενδεχόμενο δημιουργίας δύο κρατών στο νησί, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχουν πια οι όροι και οι πραγματικότητες για έναν «ομοσπονδιακό συνεταιρισμό». Οι θέσεις αυτές ενισχύονται καθώς αντιλαμβάνονται ότι κάποιοι από τον «διεθνή παράγοντα» αισθάνονται τώρα την ανάγκη για «αλλαγή ματιάς».
Την ίδια στιγμή έρχονται στη δημοσιότητα πληροφορίες για νέες προτάσεις του Αναστασιάδη, τις οποίες λέγεται ότι έχει αποδεχτεί σαν βάση συζήτησης ο Ακιντζί. Οι προτάσεις αναφέρονται στην αλλαγή του πολιτειακού συστήματος από προεδρικό σε κοινοβουλευτικό, με σκοπό να θολώσουν το τοπίο της εκ περιτροπής προεδρίας, με τον Πρωθυπουργό και τον αναπληρωτή Πρωθυπουργό να εκλέγονται από τη Βουλή, στη βάση πολιτικών συνεργασιών και της εκ περιτροπής θητείας. Παράλληλα μεθοδεύονται Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), σε μια προσπάθεια για ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων, ώστε να μπορούν να εκληφθούν από τρίτους σαν κινήσεις ομαλοποίησης της κατοχής. Στην ίδια κατεύθυνση ο Αναστασιάδης προτείνει την αποχώρηση 5-10 χιλιάδων Τούρκων στρατιωτών από την Κύπρο, τη διάνοιξη νέων διόδων και συνεργασίες μέσα στη νεκρή ζώνη στην περιοχή της παλιάς Λευκωσίας, καταπίνοντας τα μεγάλα λόγια για αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και την κατάργηση του καθεστώτος των εγγυητριών δυνάμεων. Η Λευκωσία σέρνεται τώρα σε προσχηματικές διαπραγματεύσεις, χωρίς καν να θέτει σαν προϋπόθεση τη διακοπή των τουρκικών γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ.
Αλλά για ποια διαπραγμάτευση γίνεται λόγος, όταν τα πραγματικά προβλήματα δεν τίθενται καν στο τραπέζι; Η τουρκική κατοχή του 37 % του κυπριακού εδάφους παραμένει αδιαμφισβήτητη, με την Άγκυρα να κατοχυρώνει κιόλας ντε φάκτο το επεκτατικό δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η διπλωματία των γεωτρήσεων, στην οποία επένδυσαν οι κυβερνήσεις Αθήνας και Λευκωσίας, μεταλλάχτηκε από την Άγκυρα σε διπλωματία των κανονιοφόρων, υποχρεώνοντας ακόμα και εταιρείες γαλλικών και ιταλικών συμφερόντων να αναστέλλουν τα «επενδυτικά» τους σχέδια μπροστά στις τουρκικές απειλές.
Είναι ενδεικτικό ότι κατά την πρόσφατη υπογραφή της συμφωνίας της Κύπρου με την κοινοπραξία αμερικανικών («Noble Energy»), βρετανικών («Shell») και ισραηλινών («Delek») συμφερόντων για εκμετάλλευση του κοιτάσματος «Αφροδίτη» για την επόμενη 25ετία, οι πανηγυρισμοί της Λευκωσίας για την δήθεν επικύρωση της κυριαρχίας της από πετρελαϊκούς κολοσσούς, επισκίασαν τα ψίχουλα του οικονομικού ανταλλάγματος …σε βάθος 18ετίας! Αυτά είναι τα άμεσα οφέλη των ισχυρών μεσολαβητών, που εξακολουθούν να πυροδοτούν τις αντιθέσεις στην περιοχή. Έτσι, από την Αθήνα, όπου είχε σειρά συναντήσεων, ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Πάλμερ, από τη μια μίλησε για «παράνομες» γεωτρήσεις που κάνει η Τουρκία κι’από την άλλη προσδιόρισε τις αντίστοιχες περιοχές σαν «περιοχές που η Κύπρος θεωρεί ότι αποτελούν μέρος της ΑΟΖ της». Ο Πάλμερ επέκτεινε την ανησυχία του και για το ενδεχόμενο η Τουρκία να διευρύνει τις γεωτρήσεις «σε περιοχές που η Ελλάδα θεωρεί μέρος της υφαλοκρηπίδας της ή της ΑΟΖ της, όπως στο Αιγαίο», γκριζάροντας τα κυπριακά και ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και πριμοδοτώντας έτσι την επιθετικότητα της Τουρκίας, η οποία από την πλευρά της «θεωρεί δικές της» τις ίδιες περιοχές.
Το απροσχημάτιστο άδειασμα των κουρδικών προσδοκιών από τις ΗΠΑ και το κλείσιμο της Ευρωπαϊκής πόρτας στα Σκόπια, παρά την ευλύγιστη προθυμία των αδύνατων ικετών, προσγείωσε απότομα την ντόπια ολιγαρχία υποχρεώνοντάς την να αναγνωρίσει έστω και καθυστερημένα ότι “είμαστε μόνοι μας”, καθώς οι θεωρούμενοι “σύμμαχοι” έχουν στραμμένο το βλέμμα τους -και τα συμφέροντά τους- κύρια προς την Άγκυρα.
Οι πρόσφατες Ευρωπαϊκές κυρώσεις, τα ανέξοδα καταδικαστικά ψηφίσματα και οι αυστηρές δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων κατά της Τουρκίας, προφανώς δεν αποσκοπούν στην υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου. Αντίθετα φανερώνουν τις προσπάθειές τους να πλασαριστούν πιο ενεργά στις κυπριακές υποθέσεις και να παζαρέψουν ταυτόχρονα νέες ισορροπίες με την Τουρκία και τους ανταγωνιστές τους στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στην ίδια κατεύθυνση και η Μόσχα, που έχοντας αναβαθμίσει τις σχέσεις της με την Άγκυρα και ανορθώσει το κύρος της στη Μέση Ανατολή, διεκδικεί μεσολαβητικό ρόλο στο Κυπριακό μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Αυτό επιβεβαιώνει η τοποθέτηση του Λαβρόφ, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Δένδια στη Μόσχα, για «τη στήριξη της Ρωσίας για μια ολοκληρωμένη, δίκαιη και βιώσιμη λύση αυτού του (Κυπριακού) προβλήματος με βάση το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ». Ταυτόχρονα η υπογράμμιση από τον Ρώσο ΥΠΕΞ των ρωσικών ανησυχιών «για το τι συμβαίνει στην Ανατολική Μεσόγειο και μάλιστα για τις ενέργειες των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, που αποσκοπούν στην οικοδόμηση της στρατιωτικής τους παρουσίας στην περιοχή με ξεκάθαρα αντι-ρωσική πρόθεση» ξεκαθαρίζει την ισχυρή αντίθεση του Κρεμλίνου στις αμερικανονατοϊκές πρωτοβουλίες, που μετατρέπουν Ελλάδα και Κύπρο σεπολεμικά ορμητήρια των ΗΠΑ.