Σοβαρές πολιτικές εξελίξεις δρομολόγησαν τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) στη Μόρια της Λέσβου.

Ειδικότερα, μετά τη φωτιά που προκλήθηκε την Κυριακή 29/10 και είχε ως αποτέλεσμα τον φρικτό θάνατο μιας 49χρονης Αφγανής προσφυγομάνας, το πολιτικό κλίμα μετατοπίστηκε ακόμη πιο δεξιά, με την κυβέρνηση να προχωρά σε επίπεδο πρακτικό στην καταστολή και τις απελάσεις ως μέσα επίλυσης του προσφυγικού, ενώ σε επίπεδο λόγου και προπαγάνδας έχει υιοθετήσει τις πλέον ακροδεξιές θέσεις, με τα ρατσιστικά και ξενοφοβικά παραληρήματα να αποτελούν πλέον καθημερινότητα στην πολιτική ζωή του τόπου.

Η αύξηση των προσφυγικών ροών και οι άθλιες συνθήκες στα κέντρα

Πριν όμως αναφερθούμε πιο συγκεκριμένα στα υποτιθέμενα «μέτρα» που αποφασίστηκαν στις δύο συσκέψεις, που πραγματοποιήθηκαν στο μέγαρο Μαξίμου υπό τον πρωθυπουργό, έχει μια ιδιαίτερη σημασία να τονίσουμε την κατάσταση που επικρατεί στους προσφυγικούς καταυλισμούς. Στη Μόρια της Λέσβου και σε ένα κέντρο που έχει μέγιστη χωρητικότητα 3.000 ανθρώπους, βρίσκονται τις μέρες αυτές εγκλωβισμένοι 13.000 πρόσφυγες και, παρά την μεταφορά μερικών εκατοντάδων σε άλλες δομές στην ηπειρωτική χώρα, ο αριθμός αυτός συνεχώς αυξάνεται. Για την ακρίβεια, 5.000 πρόσφυγες ζουν μέσα στο κέντρο, ενώ πάνω από 8.000 ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες, σε σκηνές και παραπήγματα, στα κτήματα που βρίσκονται περιμετρικά του κέντρου.

Παρόμοια κατάσταση επικρατεί και στα υπόλοιπα κέντρα που βρίσκονται στα νησιά του Βορείου Αιγαίου, με τον αριθμό των καθημερινών αφίξεων να ξεπερνά κατά πολύ εκείνον των προσφύγων που μεταφέρονται το τελευταίο διάστημα σε άλλες δομές της χώρας. Η κατάσταση μέσα στα ίδια τα κέντρα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ίδιων των προσφύγων και των εργαζομένων σε αυτά, περισσότερο παραπέμπει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, παρά σε κέντρα φιλοξενίας. Στοιβαγμένοι πρόσφυγες σε κοντέινερ, σκηνές και αυτοσχέδιες παράγκες, εκατοντάδες για ώρες στις ουρές για ένα πιάτο φαγητό, τραγικές συνθήκες υγιεινής, είναι μερικές μόνο από τις εικόνες που συνθέτουν την άθλια κατάσταση που επικρατεί στις λεγόμενες «δομές φιλοξενίας». Όσοι, λοιπόν, αναζητούν τις αιτίες της φωτιάς που έλαβε χώρα στη Μόρια, ας κοιτάξουν πρώτα τις ευθύνες της κυβέρνησης, που δεν έχει λάβει παρά ελάχιστα μέτρα για τη στέγαση και τη σίτιση, για την ανθρώπινη και αξιοπρεπή -σε τελική ανάλυση- διαβίωση των χιλιάδων προσφύγων που εγκλωβίζονται καθημερινά στη χώρα μας.

Κυβερνητική πολιτική: Καταστολή και απελάσεις

Η φωτιά στη Λέσβο αποτέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και ανάγκασε την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό να πάρουν -διακηρυκτικά τουλάχιστον- κάποια μέτρα. «Ασπιρίνη για τον καρκίνο» φαίνεται, βέβαια, ότι είναι η μεταφορά μερικών εκατοντάδων προσφύγων σε άλλα κέντρα που βρίσκονται στην ενδοχώρα, καθώς ο ρυθμός άφιξης προσφύγων στα ελληνικά νησιά είναι κατά πολύ μεγαλύτερος. Από την άποψη αυτή, φαίνονται το λιγότερο αναξιόπιστες οι κυβερνητικές δηλώσεις και εκτιμήσεις για την πλήρη αποσυμφόρηση του ΚΥΤ στη Λέσβο μέχρι το 2020.

Από την άλλη πλευρά, η κυβερνητική πολιτική στη διαχείριση του προσφυγικού εδράζεται βασικά στην καταστολή και τις απελάσεις. Έτσι, παρά την υποτιθέμενη «επιτάχυνση» στη διαδικασία χορήγησης ασύλου, βασικά η κυβέρνηση προωθεί τις άμεσες απελάσεις στην Τουρκία και σε άλλες χώρες χιλιάδων προσφύγων, στους οποίους δε θα χορηγηθεί άσυλο. Ταυτόχρονα, ήδη εκατοντάδες πρόσφυγες, ιδιαίτερα εκείνοι που δεν είναι από τη Συρία, με κυβερνητική απόφαση έχουν αρχίσει να συγκεντρώνονται σε κλειστά κέντρα κράτησης, σαν κοινοί εγκληματίες, είτε επειδή εισήλθαν «παράνομα» στη χώρα μας -όπως ισχυρίζονται οι κυβερνητικές πηγές- είτε επειδή «υποκίνησαν» συγκρούσεις με την αστυνομία. Αν οι συνθήκες που επικρατούν στα κέντρα είναι αυτές που περιγράψαμε παραπάνω, εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο πιο άθλιες είναι στα κέντρα κράτησης, που αποδεικνύεται πως είναι στην πραγματικότητα ένα ακόμη μέσο για την αποσυμφόρηση των ΚΥΤ. Παράλληλα, πρωτοφανής είναι η κινητοποίηση των αστυνομικών δυνάμεων και η καταστολή στα κέντρα «φιλοξενίας» των προσφύγων. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της φωτιάς στη Μόρια και της έντασης και των συγκρούσεων που ακολούθησαν, η αστυνομία δε δίστασε να ρίξει δακρυγόνα μέσα στο κέντρο, ακόμη και να προχωρήσει στον ξυλοδαρμό δεκάδων ανθρώπων που ζητούν φυσικά το αυτονόητο, ξεκινώντας από το βασικό αίτημα της μεταφοράς τους σε κάποια δομή, όπου θα είναι εξασφαλισμένες οι στοιχειώδεις συνθήκες αξιοπρεπούς διαμονής. Σε ό,τι αφορά στα μέτρα που λήφθηκαν στις δύο συνεδριάσεις στο Μαξίμου για την αποτελεσματικότερη «φύλαξη» των συνόρων, μέσω της αύξησης των λιμενικών δυνάμεων και του αριθμού των περιπολιών, πρακτικά νομιμοποιήθηκε η βίαιη επαναπροώθηση στην Τουρκία των πλοιαρίων που μεταφέρουν πρόσφυγες και μετανάστες και που οδηγεί σε ναυάγια, όπως αυτό που πρόσφατα έλαβε χώρα στις Οινούσσες, με 7 νεκρούς, εκ των οποίων οι 5 ήταν παιδιά. Στο σημείο αυτό έχει σημασία να αναφέρουμε πως η FRONTEX, που βασικά «φυλάει» τα βόρεια θαλάσσια σύνορα, έχει σαφείς εντολές από την ΕΕ να οδηγεί ακόμη και στον πνιγμό λέμβους με πρόσφυγες που δε συμμορφώνονται με τις εντολές της.

Κυβερνητικό ρατσιστικό παραλήρημα

Δίπλα στα μέτρα καταστολής και τις απελάσεις, δίνουν και παίρνουν οι ρατσιστικές δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό ανάπυξης, Άδωνι Γεωργιάδη, να δηλώνει ανερυθρίαστα ότι «όταν κάποιος λαθρομετανάστης ξέρει ότι θα κριθεί ως λαθρομετανάστης και όχι ως πρόσφυγας (…) φεύγει από το νησί, πάει στην ενδοχώρα και μην τον είδατε». Για να ακολουθήσει ο ομοϊδεάτης και πρώην συγκάτοικος του Γεωργιάδη στο ακροδεξιό ΛΑΟΣ, Μάκης Βορίδης, ο οποίος δε δίστασε να ξεστομίσει πως οι πρόσφυγες και μετανάστες που στην πλειοψηφία τους δεν έρχονται από την Συρία «είναι παράνομοι μετανάστες και δε δικαιούνται ανθρωπιστικής προστασίας».

Δηλώσεις όπως οι παραπάνω δίνουν τη δυνατότητα στα ΜΜΕ (ιδιαίτερα τα φιλοκυβερνητικά), να αναπαράγουν με «αντικειμενικότητα» τον ίδιο ρατσιστικό και ξενοφοβικό λόγο. Βασικό στοιχείο που συνέχει όλες τις ειδήσεις του τελευταίου διαστήματος είναι η αλλαγή στην ορολογία, με τους πρόσφυγες να χαρακτηρίζονται σωρηδόν «λαθρομετανάστες», ακριβώς για να δικαιολογηθούν στην κοινή γνώμη οι πνιγμοί, οι απελάσεις και η κρατική καταστολή. Αλλά εκτός από αυτό, η ίδια η παρουσίαση των γεγονότων στη Μόρια, ήταν που έδωσε τον τόνο όλης της δεξιάς μετατόπισης. «Πρόσφυγες έκαψαν κοντέινερ στην Μόρια», «Δεν αφήνουν όχημα της πυροσβεστικής να σβήσει τη φωτιά», «Μετανάστες τραυμάτισαν αστυνομικούς», είναι μερικοί μόνο τίτλοι μεγάλων ραδιοτηλεοπτικών σταθμών και διαδικτυακών ιστοσελίδων, που έδωσαν τον τόνο της ξενοφοβικής ρητορικής τις τελευταίες μέρες. Αν δεν υπήρχαν οι δηλώσεις των εργαζομένων και οι ζωντανές εικόνες των γεγονότων που διαψεύδουν κατηγορηματικά τις ψευδείς και κατασκευασμένες ειδήσεις των κυρίαρχων μέσων, πραγματικά η πλειοψηφία της κοινωνίας θα βομβαρδιζόταν απόλυτα και ολοκληρωτικά με τέτοια καθημερινά ρατσιστικά παραληρήματα.

Τα παραπάνω είναι που στρώνουν το έδαφος και ανοίγουν τον δρόμο σε κατάπτυστες ακροδεξιές και φασιστικές δηλώσεις, όπως εκείνες που πραγματοποίησε ο επικεφαλής της «Ελληνικής Λύσης» Κυριάκος Βελόπουλος, ο οποίος δε δίστασε να μιλήσει για «λαθροεισβολείς που βάζουν οι ίδιοι τις φωτιές», ενώ ζήτησε να μεταφερθούν οι πρόσφυγες στα ξερονήσια, για να κλείσει το φασιστοφρενικό του παραλήρημα με την χαρακτηριστική τοποθέτηση στη Βουλή που κάλεσε τις ένοπλες δυνάμεις στα σύνορα να αντιμετωπίζουν τους αφιχθέντες πρόσφυγες με το στρατιωτικό «Αλτ! Τις ει;» και φυσικά με το επακόλουθο, που δεν είναι άλλο από τον πυροβολισμό.

Φτάνουν και περισσεύουν τα κροκοδείλια δάκρυα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που όψιμα θυμήθηκαν το δράμα των προσφύγων και τον αντιρατσιστικό αγώνα. Είναι το λιγότερο προκλητική και απόλυτα υποκριτική η στάση του ΣΥΡΙΖΑ, όταν ήταν η κυβέρνησή του, που πραγματοποιούσε τις απελάσεις των προσφύγων και τους αντιμετώπιζε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το κάνει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Στην πραγματικότητα, τον δρόμο για τη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος με τους όρους που περιγράψαμε παραπάνω, τον άνοιξε ακριβώς η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, που απ’ την πρώτη στιγμή συντάχτηκε με την αντιμεταναστευτική ρητορεία και πολιτική της ΕΕ.

Εκβιασμοί Ερντογάν στις πλάτες των προσφύγων

Η ραγδαία αύξηση των προσφυγικών ροών ήδη από τον Ιούλιο δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Αντίθετα, αποτελεί πολιτική επιλογή της Τουρκίας, όπως αποκαλύπτουν και τα ίδια τα κυβερνητικά στελέχη και ο Ερντογάν, ακριβώς για να πιέσουν την ΕΕ να δώσει παραπάνω χρήματα στην Τουρκία για τη διαχείριση του προσφυγικού, στη βάση και της συμφωνίας που οι δύο πλευρές υπέγραψαν το 2016, αλλά και για να προωθήσει τις τουρκικές γεωτρήσεις στο Αιγαίο και την κυπριακή ΑΟΖ, παραβιάζοντας τα ελληνικά και κυπριακά σύνορα και κυριαρχικά δικαιώματα. Η χρήση των προσφύγων ως μέσο και εργαλείο για την προώθηση των επεκτατικών σχεδίων της Τουρκίας και στη Βόρεια Συρία αποτελεί βασικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν, που δε διστάζει να διαχειρίζεται ανθρώπινες ψυχές σαν σκουπίδια που πρέπει να «πεταχτούν».

Φυσικά τέτοιες πρακτικές ενισχύονται και από τις ακροδεξιές φωνές εντός και εκτός ΕΕ, με τους Σαλβίνι και Όρμπαν να δίνουν τον τόνο και την ίδια την ΕΕ να ακολουθεί την πολιτική των επαναπροωθήσεων και της ακραίας καταστολής, παρουσιάζοντας τους καθημερινούς πνιγμούς των προσφύγων στο Αιγαίο και την Μεσόγειο λίγο-πολύ σαν φυσικό φαινόμενο. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς που η ακροδεξιά στην Ευρώπη ενισχύεται και βρίσκει έδαφος να σπέρνει το ρατσιστικό μίσος και την ξενοφοβία.

Αλληλεγγύη στους πρόσφυγες – θύματα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων

Ένα πρώτο μήνυμα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες και αγώνα ενάντια στον ρατσισμό, την ξενοφοβία και την κυβερνητική πολιτική έστειλε ο λαός της Λέσβου, με τη διοργάνωση μαζικού συλλαλητηρίου στην πόλη της Μυτιλήνης με κεντρικό σύνθημα «Λέσβος γη αντιφασιστική». Η αμέριστη αλληλεγγύη και συμπαράσταση στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, στα θύματα δηλαδή των ιμπεριαλιστικών πολέμων και επεμβάσεων, πρέπει να συνοδευτεί από τα αιτήματα για την άμεση μεταφορά τους σε κέντρα που θα διασφαλίζεται πλήρως και με αξιοπρεπείς όρους η στέγαση και η σίτισή τους. Από εκεί και πέρα, οι ευθύνες για τον ξεριζωμό εκατομμυρίων ανθρώπων από τις χώρες τους βαραίνει βασικά και μόνο τους ιμπεριαλιστές φονιάδες των λαών. Αυτοί δημιουργούν τα καραβάνια των προσφύγων και μεταναστών. Βασικό καθήκον της πραγματικής αριστεράς είναι πρώτα απ’ όλα να πείσει τον λαό πως δεν είναι κανονικότητα τα πτώματα νεκρών παιδιών στις ακτές των νησιών, ούτε να καίγονται άνθρωποι ζωντανοί. Η αλληλεγγύη στους πρόσφυγες είναι και πρέπει να είναι αναπόσπαστο στοιχείο του αγώνα ενάντια στις αιτίες που γεννούν την προσφυγιά, της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό, τον πόλεμο και τον φασισμό.