Επικίνδυνες εξελίξεις στην περιοχή

Κοινός αγώνας των λαών Ελλάδας – Τουρκίας ενάντια στον ιμπεριαλισμό και
τις ντόπιες κυρίαρχες τάξεις, ενάντια σε επεκτατικές βλέψεις και αλλαγές συνόρων

Με τις παρεμβάσεις των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των ισχυρών περιφερειακών χωρών κλιμακώνεται διαρκώς η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική, με επίκεντρο τη σπαρασσόμενη Λιβύη και τις «παράπλευρες απώλειες» για τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας από την περιβόητη τουρκο-λιβυκή Συμφωνία.

Στο ιμπεριαλιστικό τραπέζι του Βερολίνου πάρθηκαν αποφάσεις για τη Λιβύη, αλλά ποιος μπορεί να πιστέψει ότι θα δώσουν λύση στα προβλήματα του πολύπαθου λαού της αυτοί που πριν λίγα χρόνια την βομβάρδισαν, την κατέστρεψαν και την διαμέλισαν. Την επομένη της Διάσκεψης του Βερολίνου οι συγκρούσεις ανάμεσα στις αντιμαχόμενες φατρίες συνεχίζονται από τις άμεσες παρεμβάσεις των ξένων δυνάμεων που θέλουν να ενισχύσουν τις θέσεις, την επιρροή και τα συμφέροντά τους στη χώρα.

H κυβέρνηση της Τουρκίας κάνει επίδειξη δύναμης στη Μέση Ανατολή, τη Μεσόγειο και τη Βόρειο Αφρική, από τη Συρία μέχρι την Κύπρο και τη Λιβύη, όπου η Άγκυρα έχει αναλάβει πολιτικό και στρατιωτικό ρόλο. Εισβάλλει και κατακτά συριακά εδάφη, παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου ξεκινώντας γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ και επεμβαίνει στρατιωτικά στη Λιβύη για να στηρίξει τον Σάρατζ. Βασικός σκοπός της Άγκυρας είναι οποιαδήποτε «λύση» επιτευχθεί για τη Λιβύη να αφήνει άθικτο το τουρκολυβικό μνημόνιο που την καθιστά κυρίαρχη στις θαλάσσιες ζώνες της Ανατολικής Μεσογείου, προαναγγέλλοντας ότι θα ξεκινήσει μέσα στο 2020 γεωτρήσεις νότια της Κρήτης.

Η ντόπια κυβέρνηση βρέθηκε σε αξιοθρήνητη θέση, εισπράττοντας το ένα «άδειασμα» μετά το άλλο από τους «συμμάχους» της παρά τα διαπιστευτήρια υποτέλειας και τις δημόσιες ικεσίες του Μητσοτάκη. Το φιάσκο του ταξιδιού στην Ουάσιγκτον το διαδέχθηκε το ακόμη μεγαλύτερο φιάσκο του αποκλεισμού της από τη Διεθνή Διάσκεψη του Βερολίνου.

Η Ελλάδα, που θίγονται τα κυριαρχικά της δικαιώματα από το τουρκολιβυκό μνημόνιο και έχει θαλάσσια σύνορα με τη Λιβύη, όχι μόνο απουσίασε από τη Διεθνή Διάσκεψη, αλλά παρότι εκλιπαρούσε η κυβέρνηση να προσκληθεί έστω και την τελευταία στιγμή, ακόμη και σαν παρατηρητής, αποκλείστηκε, ύστερα μάλιστα από βέτο που έθεσε η …απομονωμένη διπλωματικά Τουρκία. Αυτό δεν εμποδίζει την κυβέρνηση να συνεχίζει με μεγαλύτερη ορμή στην ίδια ρότα της υποτέλειας και της ξενοδουλείας. Εναποθέτει τη «διευθέτηση» της ελληνοτουρκικής κρίσης στην «υψηλή εποπτεία» των αμερικανονατοϊκών συμμάχων της και πανηγυρίζει επειδή υποτίθεται με την επιστολή Πομπέο «οι ΗΠΑ εγγυώνται την ασφάλεια της Ελλάδας», παραδίδοντας σαν γνήσιος λακές την ασφάλεια της χώρας στους ξένους προστάτες της μεγαλοαστικής τάξης και δυνάστες του λαού. Στην πραγματικότητα βέβαια οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ τηρούν στάση «ίσων αποστάσεων», αν δεν ενθαρρύνουν τον τουρκικό επεκτατισμό, και δεν διακινδυνεύουν τις σχέσεις τους με την «κρίσιμης» γεωπολιτικής σημασίας Τουρκία. Η κυβερνητική πολιτική, επισωρεύοντας δεινά στον ελληνικό λαό με τα αντιλαϊκά μέτρα, εγκυμονεί εξίσου σοβαρούς κινδύνους για τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα, όπως υποδηλώνουν οι κυβερνητικές δηλώσεις για προσφυγή στη Χάγη προκειμένου να «λυθεί» το ζήτημα του καθορισμού της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ με την Τουρκία στο Αιγαίο. Η ελληνική ολιγαρχία και οι κυβερνήσεις της, διαχρονικά, έχουν επιλέξει το ρόλο του πειθήνιου διεκπεραιωτή των αμερικανονατοϊκών συμφερόντων για να αποκτήσουν την εύνοια και την προστασία τους. Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής εθνικής υποτέλειας, τόσο η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όσο και η σημερινή της ΝΔ, μετέτρεψαν τη χώρα σε ένα απέραντο στρατόπεδο και πολεμικό ορμητήριο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για την προώθηση των επεμβατικών σχεδίων τους στην περιοχή, ευελπιστώντας να αποκτήσουν τη στήριξή τους απέναντι στην επεκτατική πολιτική της αστικής τάξης της Τουρκίας. Αυτές τις μέρες ψηφίζεται στη Βουλή η ανανέωση και επέκταση της συμφωνίας για τις αμερικάνικες βάσεις στη χώρα μας και από το περιεχόμενό της επιβεβαιώνεται ακριβώς αυτή η αλήθεια.
Πρόκειται για τη χρεοκοπία της πολιτικής εθνικής υποτέλειας και ξενοδουλείας που εναποθέτει στην ξένη προστασία τα συμφέροντα του λαού και της χώρας, μια πολιτική που οδήγησε στην τραγωδία της Κύπρου, στην τουρκική εισβολή και κατοχή του νησιού, και απειλεί τώρα τα κυριαρχικά δικαιώματα και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας.

Ο μόνος που μπορεί να «εγγυηθεί» την ασφάλεια της χώρας και να την υπερασπιστεί είναι ο λαός μας και όπως έκανε πάντα, αυτό θα κάνει και τώρα αν χρειαστεί.

Η πολιτική ειρήνης και φιλίας ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία είναι προς το συμφέρον των δυο λαών μας, αλλά βέβαιο είναι πως δεν υπάρχει ειρήνη, ασφάλεια και σταθερότητα κάτω από την ιμπεριαλιστική ομπρέλα. Υπάρχει μόνο καταπάτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, διαρκής απειλή πολέμου και καταστροφή.

Μόνο ο κοινός αγώνας των λαών Ελλάδας και Τουρκίας ενάντια στους κοινούς εχθρούς τους, τον ιμπεριαλισμό και τις ντόπιες κυρίαρχες τάξεις, τα ξένα πολυεθνικά μονοπώλια που έρχονται να καταληστέψουν τον εθνικό τους πλούτο, είναι σε θέση να οδηγήσει σε μία φιλειρηνική επίλυση των προβλημάτων και να συμβάλει στον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία και την απαλλαγή τους από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά.
Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν. Δεν έχουν τίποτε να κερδίσουν από την ένταση και τον ανταγωνισμό των κυρίαρχων τάξεων. Η ελληνοτουρκική φιλία, όμως, δεν οικοδομείται με τον κατευνασμό και την υποχωρητικότητα απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό και, πολύ περισσότερο, με την πειθήνια υπακοή στα ιμπεριαλιστικά προστάγματα. Μόνο η συνεπής αντιιμπεριαλιστική πάλη, ενάντια στην πολιτική της υποτέλειας και της υποταγής, η κοινή πάλη του ελληνικού και τούρκικου λαού ενάντια στην πολιτική των κυρίαρχων τάξεων και τον εθνικισμό και η αποφασιστική καταγγελία επεκτατικών βλέψεων και αλλαγής συνόρων μπορούν να αποτρέψουν επικίνδυνες εξελίξεις.