«Με το ΚΚΕ για να αρχίζουν να αλλάζουν οι πολιτικοί συσχετισμοί παντού:
Από το κάθε σωματείο και σύλλογο μέχρι τις βουλευτικές εκλογές που θα γίνουν το αργότερο μέχρι το επόμενο καλοκαίρι, αλλά και τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές που θα γίνουν του χρόνου τον Οκτώβρη.
Και οι συσχετισμοί αλλάζουν…
…Έτσι κι έγινε σε μια σειρά σωματεία, Εργατικά Κέντρα, Ομοσπονδίες, γιατί οι εργάτες εμπιστεύτηκαν τους κομμουνιστές, το ΠΑΜΕ, άλλους αγωνιστές που συμπορεύονται μαζί του.
Έτσι κι έγινε στους φοιτητικούς συλλόγους, όπου οι φοιτητές εμπιστεύτηκαν τα μέλη και τους φίλους της ΚΝΕ και ανέδειξαν την «Πανσπουδαστική» σε πρώτη δύναμη για πρώτη φορά μετά το 1986…
…Κι έτσι μπορεί και πρέπει να συνεχίσει να γίνεται. Γι’ αυτό χρειάζεται να δυναμώσει η αγωνιστική συμπόρευση με το ΚΚΕ παντού, σε όλες τις μάχες και στις εκλογές!
Αυτή είναι η απάντηση σήμερα σε όλους όσοι μονολογούν: «Και τι να κάνουμε»…; Αυτό ακριβώς να κάνετε! Να εμπιστευτείτε το ΚΚΕ, την ΚΝΕ. Να πάρετε τη θέση σας στο κίνημα, στους αγώνες, να συμπορευτείτε με το ΚΚΕ. Για να φέρουμε τα πάνω κάτω. Μπορούμε!
Όταν η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, συνολικά τα κόμματα του κεφαλαίου γράφουν στο πρόγραμμά τους με μεγάλα γράμματα τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, τότε η εργατική τάξη, ο λαός πρέπει να γράψει με μεγάλα γράμματα: Δυνατό ΚΚΕ!
Γιατί μόνο το ΚΚΕ έχει σύγχρονο επεξεργασμένο Πρόγραμμα διακυβέρνησης της χώρας με την εργατική τάξη, τον λαό στην εξουσία
».
(Απόσπασμα από την ομιλία Κουτσούμπα στο τελευταίο φεστιβάλ της ΚΝΕ)

Το προσκλητήριο της ηγεσίας του ΚΚΕ είναι καθαρό!

Άλλο ένα σάλπισμα αγώνα …για συλλογή ψήφων!

Το βλέμμα είναι σταθερά στραμμένο σε κάθε κάλπη που θα στηθεί! Σε σωματεία, συλλόγους, συνδικάτα και πάνω από όλα στη μητέρα των μαχών, στις κάλπες των βουλευτικών και αυτοδιοικητικών εκλογών.

Ο εκλογικός, κοινοβουλευτικός πυρετός ανεβαίνει στο κατακόρυφο και μαζί του και οι εκλογικές αυταπάτες, που χρόνια τώρα σκορπάει η ηγεσία του ΚΚΕ, που προβάλλει με καμάρι εν όψει εκλογών πως διαθέτει σύγχρονο και μάλιστα επεξεργασμένο πρό­γραμμα διακυβέρνησης της χώρας(!), σκορπώντας ενέσεις προεκλογικής ευφορίας, αποκοιμίζοντας αγωνιστικές διαθέσεις, δείχνοντας την κάλπικη λύση της …κάλπης

Το μέτρο και ο πήχης των αγώνων είναι οι εκλογικοί συσχετισμοί, είναι οι περιζήτητες πρωτιές, οι σφραγίδες των ΔΣ που περιφέρονται σε άνευρα αθροίσματα και καταλόγους ψηφισμάτων ενός εικονικού κινήματος και που δεν αντιστοιχούν, ούτε σε ένα μέτρο, πραγματικού κινήματος.

Εξαπατώντας το κόσμο της αριστεράς και κακοποιώντας ταυτόχρονα το μαρξισμό-λενινισμό, στον οποίο κατά τα άλλα το ΚΚΕ ορκίζεται, πως μπορεί -τάχα- να ανέβει ο λαός στην εξουσία έτσι απλά, με ένα καλό προεκλογικό, σύγχρονο, επεξεργασμένο πρόγραμμα διακυβέρνησης και με αλλαγές στους εκλογικούς συσχετισμούς, στα σωματεία, στα συνδικάτα και στο κοινοβούλιο.

Το πραγματικό ζητούμενο
δεν είναι οι εκλογικοί συσχετισμοί στο συνδικαλιστικό κίνημα,
αλλά ο προσανατολισμός του

Είναι αλήθεια ότι οι δυνάμεις του ΚΚΕ διαθέτουν σημαντική εκλογική επιρροή στο συνδικαλιστικό κίνημα και ότι βρίσκονται κάτω από την ομπρέλα της παράταξης του, του ΠΑΜΕ, δεκάδες εργατικά κέντρα, ομοσπονδίες και εκατοντάδες πρωτοβάθμια σωματεία. Πώς όμως αντέδρασαν αυτές οι δυνάμεις, όταν η κυβέρνηση, αξιοποιώντας την πανδημία, επέβαλε τις απαγορεύσεις της κυκλοφορίας και των συγκεντρώσεων; Όταν η κυβέρνηση, αξιοποιώντας την τρομοκρατία που εξαπέλυσε, άρπαξε την ευκαιρία και προώθησε δεκάδες και εκατοντάδες αντεργατικούς νόμους, με κορυφαίο το νόμο Χατζηδάκη;

Οι δυνάμεις του ΚΚΕ και τα εκατοντάδες σωματεία του ΠΑΜΕ, παρά τα όσα τώρα λένε, συμμορφώθηκαν στις κυβερνητικές υ­ποδείξεις, αρνήθηκαν και υπονόμευσαν την οποιαδήποτε μαζική κινητοποίηση, αναπαράγοντας το κυβερνητικό αφήγημα, ότι οι κινητοποιήσεις αποτελούν υγειονομικό κίνδυνο και επιδόθηκαν σε μυστικές συμβολικές «κινητοποιήσεις» λίγων αντιπροσώπων. Όσο και να ψάξει κανείς, δε θα βρει -σε όλο το διάστημα των κυβερνητικών απαγορεύσεων στην περίοδο της πανδημίας- ούτε ένα δημόσιο κάλεσμα κινητοποίησης από τις δυνάμεις του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ.

Σε μια τέτοια κρίσιμη για το λαό περίοδο, οι δυνάμεις του ΚΚΕ κήρυξαν το «μετά θα λογαριαστούμε» και ταυτίστηκαν επί της ουσίας τόσο με το ΣΥΡΙΖΑ και το ΜέΡΑ25, όσο και με τις ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος, που καταγγέλλουν για συμβιβασμό με την κυβέρνηση. Αυτή η ταύτιση ούτε άρχισε, ούτε πολύ περισσότερο τελείωσε, στην περίοδο της πανδημίας, ιδιαίτερα με τις ρεφορμιστικές ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος.

Συνεχίστηκε όταν, απέναντι στο νόμο Χατζηδάκη, οι ηγεσίες της ΑΔΕΔΥ και του ΕΚΑ μαζί με το ΠΑΜΕ ακύρωναν και μετέθεταν από κοινού την προγραμματισμένη πανελλαδική πανεργατική απεργία που είχαν κηρύξει, σκορπώντας σύγχυση και απογοήτευση στους εργαζομένους, δίνοντας πολύτιμο χρόνο στην κυβέρνηση.

Αλλά και τώρα, απέναντι στο πρωτοφανές, σαρωτικό κύμα ακρίβειας, απέναντι στην απότομη πτώση των μισθών και του βιοτικού επίπεδου που εδώ και μήνες ζει ο ελληνικός λαός, απέναντι στην έκρηξη των τιμών της ενέργειας και των καυσίμων και στην απειλή της πείνας και της παγωνιάς, αυτές οι δυνάμεις στις κορυφές του συνδικαλιστικού κινήματος, από κοινού συζήτησαν το Σεπτέμβριο και αποφάσισαν απεργία για το …Νοέμβριο! Δύο μήνες μετά!

Με τους εκπροσώπους του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ, του υποτιθέμενου ταξικού κινήματος, να μην διαχωρίζονται απέναντι στην παραλυτική αυτή πρακτική ούτε για την τιμή των όπλων, ούτε για να ρίξουν στάχτη στα μάτια.

Από τα απογειωμένα αιτήματα, στην «ρεαλιστική» προσαρμογή

Η κοινή στάση των δυνάμεων του ΚΚΕ με τις υποταγμένες ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, των συνδικαλιστικών δυνάμεων δηλαδή της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, δεν περιορίζεται μόνο στην απραξία και ακινησία του συνδικαλιστικού κινήματος -παρά τις φραστικές διαφοροποιήσεις- αλλά προεκτείνεται και στο περιεχόμενο των διεκδικήσεων.

Η κυβέρνηση, μπροστά στην κατακόρυφη μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων και μπροστά στις εκλογές, κλείνει το μάτι στην επαναφορά του κατώτατου μηνιαίου μισθού στα 751 από τα 714 που είναι τώρα και ο υπουργός Οικονομικών μιλάει ακόμη και για εκπλήξεις προεκλογικού χαρακτήρα.

Πρόκειται για αυξήσεις που, ακόμη και αν γίνουν, εξανεμίζονται από τον πληθωρισμό που καλπάζει και που αδυνατούν να καλύψουν τις μεγάλες απώλειες των εισοδημάτων, της δυσθεώρητης ακρίβειας, των υπέρογκων ενοικίων, των δυσβάσταχτων φόρων.

Την ίδια θέση, για αύξηση του κατώτατου στα 751 προβάλλει η ηγεσία της ΓΣΕΕ με τη γνωστή φιλοκυβερνητική της στάση.

Και ο Τσίπρας, που έλαβε τα μαθήματα του παρελθόντος και εμφανίζεται πλέον με μικρό το καλάθι των υποσχέσεων, υπόσχεται 800€.

Αυτά πράττουν οι αστικές δυνάμεις που δεσμεύονται απέναντι στο κεφάλαιο και τους δημοσιονομικούς του στόχους, που δεσμεύονται απέναντι στις μνημονιακές δυνάμεις και στην δημοσιονομική επιτήρηση των οικονομικών.

Και τι διεκδίκηση προβάλλει για το εργατικό κίνημα το ΚΚΕ, μέσα σε αυτές τις συνθήκες της συνεχούς φτωχοποίησης των εργαζομένων;

«Τώρα είναι όντως “η ώρα των εργαζομένων”, όχι όμως για να συμβιβαστούν με τη φτώχεια και την εκμετάλλευση, αλλά για να δυναμώσουν τον αγώνα τους για την υπογραφή Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης: Με κατώτατο μισθό τα 825€…».
(ΚΚΕ, 21/4/2022)

Όσο και αν το κάθε ευρώ έχει αξία για τους εργαζόμενους, ένα τέτοιο αίτημα του ΚΚΕ κινείται στο πλαίσιο όχι ενός διεκδικητικού αιτήματος εργαζομένων, ενός στόχου πάλης που μπορεί να κινητοποιήσει δυνάμεις, να διεξάγουν αγώνες για να το πετύχουν.

Το «αίτημα» του ΚΚΕ, κινείται στο πλαίσιο των κοστολογημένων προτάσεων, μιας ρεαλιστικής προσαρμογής, στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και διαχείρισης, που επέβαλαν το μεγάλο κεφάλαιο και οι μνημονιακοί θεσμοί.

Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι το αίτημα αυτό που προβάλλει τώρα το ΚΚΕ έρχεται μετά από 15 περίπου χρόνια, όπου το ίδιο κόμμα πρόβαλλε στο εργατικό κίνημα, ως αδιαπραγμάτευτο αίτημα, συσπείρωσης δυνάμεων στα σωματεία και στο συνδικαλιστικό κίνημα, κατώτατο μισθό 1400€ (!). Να τι έγραφε στις 2/10/2008 σε ανακοίνωσή του το ΠΓ του ΚΚΕ.

«Ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς, στη βάση των σύγχρονων μεγάλων αναγκών της λαϊκής οικογένειας. Βασικό μισθό 1.400 ευρώ, 1.120 ευρώ κατώτερη σύνταξη, επίδομα ανεργίας 1.120 ευρώ (80% του βασικού μισθού) για όλο το διάστημα της ανεργίας…».

Και αν το 2008, δηλαδή πριν τα μνημόνια, πριν την πανδημία και πριν την οικονομική κρίση που ζούμε τώρα, με τις υπέρογκες αυξήσεις στην ενέργεια, στα καύσιμα και όλες τις τιμές, το ΚΚΕ διαπίστωνε «στη βάση των σύγχρονων αναγκών» ότι το εργατικό κίνημα πρέπει να διεκδικήσει μια αύξηση περίπου 100%, αφού ο κατώτατος μισθός τότε ήταν στα 751€, πώς τώρα οι σύγχρονες αυτές ανάγκες των εργαζομένων κατρακύλησαν στα 825€; Αυτό μόνο οι οπορτουνιστικές κωλοτούμπες της ηγεσίας του ΚΚΕ μπορούν να το εξηγήσουν.

Σε κάθε περίπτωση, η τακτική του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος δεν είναι ούτε τα απογειωμένα, μαξιμαλιστικά αιτήματα, που κανένας εργαζόμενος δεν μπορεί να πιστέψει ότι με τους αγώνες του μπορεί να τα κερδίσει, με αποτέλεσμα την ακύρωση κάθε αγωνιστικής μαζικής κινητοποίησης, ούτε οι προτάσεις της ρεαλιστικής προσαρμογής στα αστικά πλαίσια, που δεν αξίζουν κανέναν αγώνα, και καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα από άλλο δρόμο.

Όταν μάλιστα οι δυνάμεις του ΚΚΕ έθεταν τη διεκδίκηση των 1400€, αυτή αποτελούσε αδιαπραγμάτευτο όρο για οποιαδήποτε κοινή αγωνιστική απόφαση στα πλαίσια του συνδικαλιστικού κινήματος, ανεξάρτητα βέβαια αν τα σωματεία και οι ομοσπονδίες του ΠΑΜΕ υπέγραφαν συμβάσεις με μονοψήφιες αυξήσεις, οδηγώντας όχι μόνο στην αγωνιστική απραξία, αλλά και στη διάσπαση, στη βάση των διαφορετικών αγωνιστικών πλαισίων και τόπων συγκεντρώσεων.

Αδιάλειπτα μέχρι σήμερα, παρά το ότι τώρα η στάση και οι διεκδικήσεις του ΚΚΕ μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό με αυτές της ξεπουλημένης ηγεσίας του συνδικαλιστικού κινήματος, το μοτίβο της διάσπασης, των χωριστών απεργιακών συγκεντρώσεων και των διαφορετικών πλατειών συνεχίζεται, καταφέρνοντας σε κρίσιμες συνθήκες πλήγματα στο κίνημα των εργαζομένων.

Το ίδιο μοτίβο της διάσπασης των αγώνων, της διάσπασης των γενικών φοιτητικών συνελεύσεων, πάνω σε αντιπαραθετικά πλαίσια με πολυσέλιδες αναλύσεις, που κατεδαφίζουν -λεκτικά- νυχθημερόν το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά αρνούνται να συνενωθούν στα κοινά αιτήματα των συνελεύσεων, ακολουθούν οι δυνάμεις του ΚΚΕ και στο φοιτητικό κίνημα, με παρόμοια αποτελέσματα: την αποδυνάμωση και απομαζικοποίηση των αγώνων της νεολαίας.