Ένας στους δύο μειώνει τις αγορές σε βασικά είδη

Η ακρίβεια σαρώνει τα λαϊκά νοικοκυριά, με τις τιμές στο σύνολο σχεδόν των βασικών προϊόντων, αλλά και στην ενέργεια, να έχουν κυριολεκτικά εκτοξευτεί, ενώ την ίδια ώρα τα ενοίκια παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Ουσιαστικά το κόστος διαβίωσης για πλατιά στρώματα εργαζομένων και νεολαίας καθίσταται απαγορευτικό.

Σύμφωνα με στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, το 70% των μηνιαίων εισοδημάτων των νοικοκυριών πηγαίνει σε λογαριασμούς, φόρους και ενοίκια. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 90%. Οι λογαριασμοί συγκεκριμένα αντιστοιχούν σχεδόν στο 1/3 της δαπάνης του νοικοκυριού, με τα νοικοκυριά να ξοδεύουν 25% περισσότερο από το εισόδημά τους.

Ένας στους δύο μειώνει
τις αγορές σε βασικά είδη

Επιπλέον, σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), 1 στους 2 καταναλωτές μειώνει τις αγορές για βασικά καταναλωτικά είδη π.χ. διατροφή. 2 στους 3 καταναλωτές επίσης μειώνουν την κατανάλωση ρεύματος και αναβάλλουν εργασίες συντήρησης και επισκευής.

Ενδεικτικά:
Το 80% δηλώνει ότι έχει ακυρώσει δαπάνες διασκέδασης όπως είναι η εστίαση, οι διακοπές, τα ταξίδια κ.ά.
Το 66% δηλώνει ότι έχει μειώσει την κατανάλωση ρεύματος.
Το 62% δηλώνει ότι έχει αναβάλει εργασίες συντήρησης και επισκευής, π.χ. στο σπίτι ή στο αυτοκίνητο.
Το 55% δηλώνει ότι έχει μειώσει συνολικά τις αγορές σε είδη τροφίμων και είδη παντοπωλείου.
Το 25% δηλώνει ότι έχει χρησιμοποιήσει χρήματα από τις αποταμιεύσεις του προκειμένου να καλύψει τις αγορές του.
Το 20% έχει αναβάλει την πληρωμή λογαριασμών ή έχει προχωρήσει σε στάση πληρωμής των υποχρεώσεών του.
Το 15% δηλώνει ότι έχει αυξήσει τον χρόνο εργασίας ή έχει βρει δεύτερη εργασία προκειμένου να αυξήσει το εισόδημά του.

Μέχρι και 40% απώλεια

Παράλληλα, σύμφωνα με στοιχεία του ΚΕΠΕ και του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ που δημοσίευσε σε προηγούμενο φύλλο ο «Λ.Δ», «ο συνδυασμός αύξησης των τιμών κυρίως σε βασικά αγαθά, όπως είναι η ενέργεια και τα τρόφιμα, και τα πολύ χαμηλά εισοδήματα εκτινάσσουν την απώλεια αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, με μηνιαίο εισόδημα χαμηλότερο των 750 ευρώ, έως και 40%».

Ακόμα, με σχεδόν δύο μηνιαίους κατώτερους μισθούς επιβαρύνονται οι Έλληνες εργαζόμενοι από την αύξηση των τιμών του ρεύματος, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων.

Όπως αναφέρει η ΓΣΕΕ, η Ελλάδα μαζί με την Εσθονία, σύμφωνα με την έρευνα της ΣΕΣ, είναι οι χώρες στις οποίες οι εργαζόμενοι, μετά την Τσεχία, χρειάζονται τις περισσότερες ημέρες εργασίας για να πληρώσουν τους ετήσιους λογαριασμούς ρεύματος.

Ο μέσος ετήσιος λογαριασμός ενέργειας είναι πλέον μεγαλύτερος από τους μηνιαίους μισθούς των χαμηλόμισθων εργαζομένων στην πλειονότητα των κρατών μελών της Ε.Ε., σύμφωνα με ανάλυση της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUC).

Πτώση – ρεκόρ της αξίας
των κατώτατων μισθών στην Ευρώπη

Τον περασμένο Σεπτέμβριο η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ΣΕΣ), αναλύοντας τα στοιχεία της Εurostat, κατέγραφε πτώση ρεκόρ της αξίας των κατώτατων μισθών στην Ευρώπη. Οι χαμηλότερα αμειβόμενοι εργαζόμενοι στην Ευρώπη είδαν την αξία των μισθών τους να μειώνεται έως και 19% φέτος, «γεγονός που αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη πτώση των πραγματικών κατώτατων μισθών αυτόν τον αιώνα», όπως διαπίστωσε η ΣΕΣ σε ανάλυση των στοιχείων της Eurostat.

Σύμφωνα με τη ΣΕΣ, οι κατώτατοι μισθοί αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 7,6% το τελευταίο έτος στις 21 χώρες της ΕΕ που διαθέτουν κατώτατο μισθό.

Ωστόσο, στις ίδιες χώρες το ποσοστό του πληθωρισμού αυξήθηκε 12,4% κατά μέσο όρο. «Αυτό σημαίνει ότι η πραγματική αξία των κατώτατων μισθών έχει μειωθεί 4,8% κατά μέσο όρο, αφήνοντας εκατομμύρια εργαζόμενους να αγωνίζονται για τα βασικότερα έξοδα διαβίωσης, όπως είναι τα τρόφιμα, το ενοίκιο και η ενέργεια».