Το ΓΣ της ΑΔΕΔΥ στην τελευταία του συνεδρίαση (17/10) κλήθηκε να αποφασίσει για τη νομιμοποίηση των αντιπροσώπων ενόψει του συνεδρίου της συνομοσπονδίας που θα πραγματοποιηθεί στις αρχές του Δεκέμβρη. Αν και τις περισσότερες φορές η έγκριση των αντιπροσώπων αποτελεί μια τυπική διαδικασία με ψηφοθηρικού χαρακτήρα διαφωνίες, αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Και αυτό επειδή το ζήτημα της νομιμοποίησης των αντιπροσώπων έχει να κάνει πλέον με το νόμο Χατζηδάκη. Με το πιο κομβικό ζήτημα που κρίνει την ύπαρξη και τη λειτουργία των συν­δικάτων.

Στους αντιπρόσωπους που τελικά νομιμοποίησε το ΓΣ -με τις ψήφους όλων πλην των Παρεμβάσεων και του ΜΕΤΑ- περιλαμβάνονται και αυτοί των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών. Οι ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, που προβλέπονται και επιβάλλονται από το νόμο Χατζηδάκη ως προϋπόθεση για την νομιμότητα των διαδικασιών των συνδικάτων, απασχόλησαν το ΓΣ της ΑΔΕΔΥ όλη την προηγούμενη χρονιά. Την κρίσιμη στιγμή για μια ακόμη φορά οι βασικές παρατάξεις του συνδικαλιστικού κινήματος (της ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ-ΠΑΜΕ) με την ψήφο τους οδήγησαν σε μια ακόμη βαριά υποχώρηση-συμμόρφωση απέναντι στο νόμο Χατζηδάκη.

Στην πραγματικότητα, μετά από μία μεγάλη μάχη που δόθηκε στους κόλπους του σ.κ. του δημοσίου, οι ηλεκτρονικές ψήφοι αποτελούν μόλις το 2,5% των συνολικών. Σε σύνολο 834 σωματείων μόλις 46 πραγματοποίησαν υβριδικές εκλογές, με την ομοσπονδία πυροσβεστών να είναι αυτή που στέλνει τους μισούς αντιπροσώπους (8) που αντιστοιχούν σε ηλεκτρονικές ψήφους. Συνολικά 16 αντιπρόσωποι (εκκρεμούν κάποιες εκλογές πρωτοβάθμιων ακόμα) σε σύνολο που θα αγγίζει τους 600, είναι αυτοί που αντιστοιχούν σε ηλεκτρονικές ψηφοφορίες.

Αν και αυτό το πολύ μικρό ποσοστό συνηγορεί στην τήρηση της θέσης για απόρριψη των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών και για μια καθοριστική απάντηση από την πλευρά του σ.κ. στο νόμο Χατζηδάκη, το μπλοκ των παρατάξεων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, διάβασε ανάποδα αυτή τη πραγματικότητα. Υποβαθμίζοντας τη σημασία των λίγων ηλεκτρονικών ψήφων, προβάλλοντας τον φόβο των αγωγών και των δικαστικών αποφάσεων ενέκρινε τους αντιπροσώπους των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών. Ουσιαστικά αυτές οι δυνάμεις, παρά τις όποιες λεκτικές διαφοροποιήσεις, ούτε μια στιγμή δεν αμφισβήτησαν πραγματικά το νόμο Χατζηδάκη και την εφαρμογή του. Οπότε στο ΓΣ της 17/10 παίχτηκε η τελευταία πράξη μιας ιστορίας που σέρνουν εδώ και ενάμιση χρόνο, προσπαθώντας πάντα να διαχειριστούν τις αντιδράσεις και την οργή των εργαζομένων.

Ξεχωριστή κωλοτούμπα έκανε και το ΠΑΜΕ, το οποίο όλο το προηγούμενο διάστημα εμφανίζονταν, όπως πάντα, λάβρο κατά της έγκρισης των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών και έφτασε να απειλεί ακόμα και με «ιστορικές τομές». Τελικά, ενώ στην κεντρική τοποθέτηση που έκανε ως παράταξη πρότεινε να μην νομιμοποιηθούν οι αντιπρόσωποι των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών -πρόταση που δήλωσαν ότι στηρίζουν οι Παρεμβάσεις και το ΜΕΤΑ-, όταν ήρθε η ώρα της ψηφοφορίας ψήφισαν μαζί με τις παρατάξεις του «κυβερνητικού συνδικαλισμού» υπέρ της νομι­μοποίησης! Και έμεινε η θέση που αρχικά κατατέθηκε από το ΠΑΜΕ να ψηφίζεται από τις Παρεμβάσεις και το ΜΕΤΑ. Τα ακατάληπτα με τα οποία επιχείρησε ο εκπρόσωπος του ΠΑΜΕ να αιτιολογήσει την ψήφο τους και να μεταθέσει τη «μάχη» στο συνέδριο δεν έχουν καμία απολύτως σημασία.

Η ιστορία έγραψε για μια ακόμη φορά ότι το ΠΑΜΕ στις ψηφοφορίες συντάχθηκε με αυτούς που, σύμφωνα με το ίδιο το ΠΑΜΕ, υποτάχτηκαν στο νόμο Χατζηδάκη. Η στάση του αποτελεί συνεπή συνέχεια της στάσης που τηρεί όλα αυτά τα χρόνια. Άλλωστε σε μια ακόμη κρίσιμη ψηφοφορία τον περασμένο Φλεβάρη, όταν τέθηκε το ζήτημα της συνολικής απόρριψης των διατάξεων του νόμου Χατζηδάκη, το ΠΑΜΕ ήταν που πρώτο δήλωσε ότι απέχει από την ψηφοφορία, ανοίγοντας το δρόμο και προσφέροντας άλλοθι στις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ να πράξουν το ίδιο. Η τελευταία ψηφοφορία νομιμοποίησης των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών ήταν το επιστέγασμα της γραμμής της υποχώρησης και της συνδιαλλαγής, της υποταγής και της συμμόρφωσης, στην οποία στην πραγματικότητα στοιχήθηκαν όλες οι βασικές δυνάμεις του σ.κ. παρά τις όποιες διαφορές μπορεί να υπάρχουν στις λέξεις και τις προθέσεις.

Σύμπνοια και στην αδράνεια

Στα υπόλοιπα, αν και η επικαιρότητα είναι γεμάτη από μεγάλα ζητήματα και προκλήσεις, οι ίδιες δυνάμεις οχυρώθηκαν πίσω από τις ανάγκες της απεργίας της 9ης Νοέμβρη και έμειναν εκεί. Είναι αυτοί άλλωστε (παρατάξεις ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ-ΠΑΜΕ) που κήρυξαν δίμηνο σιωπητήριο το Σεπτέμβρη, όταν παρά τα όσα συμβαίνουν όρισαν μια απεργία δύο μήνες μετά. Είναι αυτοί που τρία χρόνια τώρα ομόφωνα κρατούν το συνδικαλιστικό κίνημα του δημοσίου -και όχι μόνο- σε κατάσταση σιγής και αδράνειας. Που τα προηγούμενα χρόνια και παρά τις αντικειμενικές προϋποθέσεις δεν κήρυξαν ούτε καν την απεργία για τον προϋπολογισμό. Που στον καιρό της πανδημίας υποτάχτηκαν στο αντιδραστικό ιδεολόγημα του Χρυσοχοΐδη ότι «ο λαός κινδυνεύει από τους αγώνες» του για την ανάσχεση αυτής της πολιτικής. Και όχι από την ίδια την εφαρμογή αυτής της πολιτικής.

Είναι αυτοί που μετά από πολύ καιρό και με αναβολές και ακυρώσεις, κάλεσαν μια 24ωρη ενάντια στον νόμο Χατζηδάκη τον Ιούνη του 2021. Που άφησαν, παρά τις προϋποθέσεις και τις ανάγκες, την προηγούμενη χρονιά να κυλήσει μέχρι τον Απρίλη του 2022 και τώρα επανέρχονται το Νοέμβρη. Χωρίς πουθενά να βάζουν το ζήτημα της προοπτικής.

Είναι ανάγκη και χρέος των εργαζομένων να πάρουν την υπόθεση της απεργίας στα χέρια τους και να της δώσουν ένα πραγματικά αγωνιστικό περιεχόμενο. Και από ημέρα εκτόνωσης, με την μαζικότητα και τον παλμό να την μετατρέψουν σε εφαλτήριο νέων μεγάλων παρατεταμένων αγώνων.