Η πρόσφατη «αιφνιδιαστική» συμφωνία μερικής οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών (δηλ. μόνο για το τμήμα μεταξύ 26ου και 28ου μεσημβρινού) μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, που υπογράφτηκε την περασμένη Πέμπτη (7/08), παρά τις κυβερνητικές θριαμβολογίες, κινείται μάλλον πάνω στο γνωστό άξονα κατοχύρωσης των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, παρά σε επίπεδο αποκατάστασης των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Και ναι μεν η συμφωνία παρεμβαίνει πάνω στη γεωγραφική αποτύπωση του τουρκολιβυκού Μνημονίου, ακυρώνοντας προφανώς τις τουρκικές αξιώσεις, πριν αυτές πρωτοκολληθούν στον ΟΗΕ, αλλά πέραν τούτου παραμένει ανολοκλήρωτο το ζήτημα της ουσιαστικής οριοθέτησης των ΑΟΖ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επαίρεται για τις διπλωματικές της επιτυχίες στα θέματα διευθέτησης των ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο, αφήνοντας να εννοηθεί πως «έχει συναφθεί στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, σέβεται τις πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας και τις σχέσεις καλής γειτονίας» και επιπλέον «κατοχυρώνει τα εθνικά δίκαια και μπορεί να συμπληρωθεί σε δεύτερο χρόνο».

Τι άρα γε να σημαίνουν όλ’ αυτά;
Ας πάρουμε το κουβάρι από την αρχή. Και εκ προοιμίου να τονίσουμε ότι καθόλου δεν πρόκειται για «αιφνιδιαστική» συμφωνία, αλλά για μία προσεκτική γεωπολιτική κίνηση που προετοιμάζεται καιρό τώρα στο πλαίσιο της διευθέτησης των προβλημάτων που εγείρει η τουρκική αδιαλλαξία και η Ερντογαν. Τόσο ο αμερικάνικος όσο και ο γερμανογαλλικός ιμπεριαλισμός είναι οι αθέατοι πρωταγωνιστές της ελληνο-αιγυπτιακής συμφωνίας μερικής οριοθέτησης των ΑΟΖ, στο πλαίσιο ενός γενικότερου γεωπολιτικού σχεδιασμού της ευρύτερης περιοχής. Έτσι, οι μεν αιγυπτιακές ενστάσεις κάμφθηκαν από τις υποσχέσεις Ουάσιγκτον/Βερολίνου/Παρισιού για συμμετοχή της Αιγύπτου στις μελλοντικές λιβυκές εξελίξεις και αφετέρου η χώρα μας προωθήθηκε στο ίδιο σημείο αφετηρίας με την Τουρκία, ώστε να ξεκινήσει ο πολυσυζητημένος διάλογος διευθέτησης των ελληνοτουρκικών διαφορών. Η Αίγυπτος αποδέχθηκε την οριοθέτηση μόνο στα σημεία που την αφορούν αποκλειστικά, αποφεύγοντας την επέκτασή της προς περιοχές όπου η διαπραγμάτευση τόσο προς τα δυτικά, όπου εκκρεμούν διαφορές με τη Λιβύη, όσο και προς τα ανατολικά, όπου εγείρονται τουρκικές αμφισβητήσεις ως προς την επήρεια του Καστελόριζου στη διαμόρφωση θαλάσσιων δικαιοδοσιών. Παράλληλα, δεν εφαρμόστηκε η αρχή της μέσης γραμμής, αλλά η οριοθέτηση έγινε με διαμοιρασμό της συνολικής θαλάσσιας ζώνης σε ποσοστό 55% για Αίγυπτο και 45% για Ελλάδα, ώστε να παρακαμφθεί το πρόβλημα της τουρκικής υπερπροσφοράς ΑΟΖ προς την Αίγυπτο.

Σε ό,τι αφορά στην Τουρκία, αυτή θα προσέλθει σε ένα διάλογο με ψαλιδισμένες τις απαιτήσεις σε ό,τι αφορά στον αποκλειστικό έλεγχο και χειραγώγηση του λιβυκού προβλήματος, αλλά προφανώς με πλήρεις απαιτήσεις στο «γκριζάρισμα» του Αιγαίου.
Οι πολύχρονες διμερείς συζητήσεις Ελλάδας-Αιγύπτου επισπεύσθηκαν και ολοκληρώθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες με την ελληνική κυβέρνηση να καλείται επειγόντως να επικυρώσει και να υπογράψει ένα κείμενο συμφωνίας που είχε ήδη καταρτισθεί από τους ιμπεριαλιστές, κατόπιν τηλεφωνικών συνομιλιών του Αμερικανού ΥΠΕΞ Μ.Πομπέο με τον Αιγύπτιο πρόεδρο και τον υπουργό Εξωτερικών, που προετοίμασαν το έδαφος. Σημειώνουμε πως η συμφωνία, που οριοθετεί θαλάσσιες ζώνες μεταξύ 26ου και 28ου μεσημβρινού, αφήνοντας εκτός τις θαλάσσιες περιοχές ανατολικά της Ρόδου έως και το Καστελόριζο, είναι ανοιχτή για προσθήκες και συμπληρώσεις που θα προκύψουν από τον –προσεκτικά- σχεδιαζόμενο διαπραγματευτικό διάλογο μεταξύ των ενδιαφερομένων χωρών, κάτω από την αιγίδα των ΗΠΑ, της Ε.Ε και του ΝΑΤΟ που κρατούν προς το παρόν ερμητικά κλειστά τα σχέδια συνεκμετάλλευσης της περιοχής.

Τη σύμπλευση όλων των αστικών κομμάτων, αλλά και τη διεξαγωγή του επικείμενου διαλόγου, επιβεβαίωσε με τις δηλώσεις του ο ΥΠΕΞ, Ν.Δένδιας: «…η συμφωνία ανταποκρίνεται στις προσπάθειες της ελληνικής διπλωματίας τα τελευταία 17 χρόνια, επιβεβαιώνει και κατοχυρώνει το δικαίωμα και την επήρεια των νησιών μας σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ (…)έχει σενάριο συνέχισης με την Αίγυπτο για επιπλέον οριοθέτηση και πρόβλεψη για, κάποια στιγμή, μελλοντική διαπραγμάτευση με Λιβύη, και επίσης έχει πρόβλεψη για συμφωνίες με άλλες χώρες. Αναφέρομαι στην Κύπρο και κάποια στιγμή και την Τουρκία αν το επιθυμεί…». Να σημειώσουμε, πως παρά τις υπουργικές δηλώσεις δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστά τα ποσοστά επήρειας των ελληνικών νησιών που καταγράφονται στους χάρτες, ωστόσο φαίνεται πως η Κρήτη δεν έχει πλήρη επήρεια και είναι άγνωστο πόση επήρεια δόθηκε στην Κάσο, την Κάρπαθο και τμήμα της Ρόδου! Πρόκειται λοιπόν για το στήσιμο ενός διαλόγου, που θα αφορά τις αστικές τάξεις κυρίως της Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου, οι οποίες φαινομενικά θα ξεκινήσουν από την ίδια αφετηρία, αλλά με απαιτήσεις που θα καταλήξουν με κάθε βεβαιότητα σε ένα επώδυνο συμβιβασμό για τα εθνικά συμφέροντα της χώρας μας. Ο ίδιος ο Μητσοτάκης μιλώντας σε διαδικτυακή εκδήλωση του «Aspen Security Forum» (6/08), προδιέγραψε την πορεία που απηχεί τις κυβερνητικές θέσεις: «…είμαι πάντα πρόθυμος να συζητήσω το ένα εκκρεμές ζήτημα που θεωρούμε ότι έχουμε με την Τουρκία, δηλαδή την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών μας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Εάν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε, ας πάμε στο Διεθνές Δικαστήριο, ας πάμε στη Χάγη. Να συμφωνήσουμε όμως πως η μόνη διαφορά που έχουμε είναι οι θαλάσσιες ζώνες, να θέσουμε τις παραμέτρους, να συμφωνήσουμε σε όσα έχουμε συμφωνήσει, να συμφωνήσουμε στα όσα διαφωνούμε και να σεβαστούμε την απόφαση του Δικαστηρίου». Φυσικά με τον όρο «θαλάσσιες ζώνες» ο Μητσοτάκης απέφυγε να διεκρινίσεις εάν πέρα από τις ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα, εννοεί και την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης, στα 12 ν.μ. Κι ακόμα απέκρυψε να αναφερθεί στις παράλογες αξιώσεις της Τουρκίας για το «γκριζάρισμα» του Αιγαίου, που θα εγερθούν σ’ ένα διερευνητικό διάλογο πολύ πριν τη Χάγη, όπου και θα αποκαλυφθούν οι ενδοτικές προθέσεις της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης.
Απο την πλευρά της η Τουρκία, σαν πρώτη αντίδραση στην ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία, αρνήθηκε να προσέλθει στις διερευνητικές διαπραγματεύσεις δηλώνοντας πως «…δεν τίθεται ανάγκη συνομιλιών με όσους δεν έχουν δικαιώματα, ειδικά σε θαλάσσιες ζώνες (…) η Μέρκελ μού ζήτησε να σταματήσω τις εργασίες γεώτρησης. Κάναμε ένα διάλειμμα για μερικές εβδομάδες, είδαμε ότι οι Έλληνες δεν τήρησαν τις υποσχέσεις τους και τώρα θα συνεχίσουμε αμέσως τις εργασίες γεώτρησης…».

Τελευταία, με στόχο τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης από το καυτό θέμα των ελληνοτουρκικών διαφορών και τις συνεχείς στρατιωτικές προετοιμασίες για την προώθηση των αμερικανοΝΑΤΟϊκών σχεδίων, από μία μερίδα της μεγαλοαστικής τάξης (αλλά και από οργανώσεις της Αριστεράς) επιχειρείται η υποβάθμιση της ελληνοτουρκικής έντασης (υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ, «γκρίζες ζώνες», «γαλάζια πατρίδα», κλπ.), είτε με το επιχείρημα μιας επικείμενης συνεκμετάλλευσης με την Τουρκία, αφού πρώτα συμφωνηθούν οι ΑΟΖ, είτε με το επιχείρημα της συνεχούς ανόδου των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και της «πράσινης» Ενέργειας που έρχονται να υποκαταστήσουν το «καύσιμο του περασμένου αιώνα», είτε με το επιχείρημα ότι ο ανταγωνισμός των δύο αστικών τάξεων για τους υδρογονάνθρακες, δεν αφορά την εργατική τάξη. Κατά συνέπεια, ένας συμβιβασμός στο πλαίσιο της συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου, δεν αποτελεί κάποια ουσιαστική απεμπόληση κυριαρχικών δικαθιωμάτων. Φυσικά, σε κάθε περίπτωση δικαιώνεται η θέση που απηχεί την πεμτουσία της αμερικανικής αντίληψης, εξισωτισμού της περιφερειακής διευθέτησης μεταξύ των δύο μερών. Γιατί, αν οι ενεργειακές πηγές, οι δρόμοι μεταφοράς τους, οι αγορές, κλπ., κλπ., που οδηγούν στον ιμπεριαλιστικό πολιτικό έλεγχο μιας σειράς χωρών της Μεσογείου, δεν αποτελούν σημείο τριβής, τότε, οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και ο λυσσαλέος ανταγωνισμός για το άρπαγμα των πλουτοπαραγωγικών πηγών και το ξαναμοίρασμα
των σφαιρών επιρροής, δεν θα είχαν κανένα απολύτως νόημα.
Ούτε βεβαίως και τα πυκνά σούρτα-φέρτα των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο, και η μετατροπή της χώρας μας σε ορμητήριο του αμερικάνικου διάλογο που αναμένεται να αρχίσει με την Αγκυρα για μεταξύ μας οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών.

Το ίδιο ισχύει και για το Δικαστήριο της Χάγης, το οποίο, αν ποτέ φτάσουμε από κοινού με την Τουρκία (και αν προσέλθει προηγουμένως η Τουρκία σε διάλογο με την Αθήνα, μετά τη συμφωνία Ελλάδας-Αιγύπτου για την ΑΟΖ) να ζητήσουμε την ετυμηγορία του, θα λάβει υπόψη του όχι μόνο τη συμφωνία με την Αίγυπτο, αλλά και αυτή μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας.

Ιωσήφ Σταυρίδης