Οι πρόσφατες προεδρικές εκλογές στη Γαλλία δεν μπορεί παρά να μας γεννούν πολλαπλές σκέψεις, διόλου ευχάριστες. Ανέκαθεν η κοινωνία στη Γαλλία και οι πολιτικές διεργασίες σ’ αυτήν τη χώρα από προοδευτικούς κύκλους θεωρούνταν ως προ-εργαστήριο ζυμώσεων. Ήταν η αστική γαλλική επανάσταση (1789), οι ταξικοί πόλεμοι (1848), η Κομμούνα (1871), η γαλλική αντίσταση στο φασισμό, το κύμα συμπαράστασης στους αντιαποικιακούς αγώνες (Βιετνάμ-Αλγερία), ο γαλλικός Μάης (1968). Στη μεταπολεμική περίοδο η Γαλλία θέλησε να παίξει έναν τρίτο πόλο μακρυά από τις ΗΠΑ και ενάντια στην ΕΣΣΔ. Μάλιστα ο Ντε Γκολ δε δίστασε ν’ αποσύρει προσωρινά την Γαλλία από το ΝΑΤΟ, ενώ σήμερα ο άξονας Παρισιού-Βερολίνου προσπαθεί αδύναμα να θεμελιώσει το αστικό όραμα για την Ενωμένη Ευρώπη.

Τα παραπάνω διόλου δε σημαίνουν ότι η αστική τάξη της Γαλλίας, που διατηρεί αποικίες στην Ασία και επιτίθεται σε χώρες της Αφρικής, άλλαξε ουσία και «μπήκε στον ίσιο δρόμο». Εξακολουθεί να παραμένει ιμπεριαλιστική, αδηφάγα και δολοφονική, ονειρεύεται την αυτοκρατορική Γαλλία (ανταγωνιστή της Αγγλίας και της Γερμανίας), είναι έτοιμη να πουλήσει όπλα και να κατασφάξει λαούς. Αλλά διαθέτει μια γόνιμη ιστορική παράδοση, μια ευρεία εργατική τάξη, μια ανεκτική αστική δημοκρατία με την έννοια των ατομικών δικαιωμάτων.

Ωστόσο, οι πρόσφατες εκλογές δυστυχώς καταγράφουν ξανά πως ένας στους τρεις Γάλλους ψηφίζει ακροδεξιά κόμματα ( Λεπέν 23%, Ζεμουρ 7%) γεγονός που αξίζει να καταγραφεί με μαύρα γράμματα. Όταν στην καρδιά της Ευρώπης το 1/3 του εκλογικού σώματος ψηφίζει (έστω) ακροδεξιά κόμματα ή φασίστες με γραβάτες, τότε το πράγμα είναι σοβαρό, ακόμα και όταν προηγούνται οι νεοφιλελεύθεροι αστοί (Μακρόν). Ιδιαίτερα υψηλό όμως είναι και το ποσοστό του εμφανιζόμενου ως αριστερού Μελανσόν, (για μια μονάδα περίπου διαφορά από τη Λεπέν θα έμπαινε στο δεύτερο γύρο), γεγονός που δείχνει πως παρά την πολύχρονη συκοφαντική, αντιαριστερή προπαγάνδα και παρά τις προφητείες για το τέλος των ιδεών της αριστεράς, αυτές εξακολουθούν να είναι ζωντανές και να συγκινούν εκατομμύρια Γάλλων εργαζομένων, ανεξάρτητα αν ο Μελανσόν δεν μπορεί πραγματικά να εκφράσει τα ζωτικά τους συμφέροντα. Το γεγονός της υψηλής δημοτικότητας της Λεπέν σε περιοχές με υψηλή πύκνωση της εργατικής τάξης ή ανέργων δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ( πχ Β. Γαλλία). Αξίζει να υπογραμμίσουμε επίσης την εξαφάνιση αστικών κομμάτων, όπως το κόμμα των Γκωλιστών και των σοσιαλιστών (του πάλαι ποτέ κραταιού Μιτεράν), αλλά και του άλλοτε ισχυρού ρεβιζιονιστικού κόμματος, πράγμα που δείχνει τη μεθοδολογική αρχή μας πως τα πάντα κινούνται και μεταβάλλονται.

Ο τριχασμός της εκλογικής Γαλλίας, παρά τη μεγάλη αποχή, σε ακροδεξιά, κέντρο και αστορεφορμιστές, γίνεται σε μία περίοδο όπου η ακρίβεια και ο πόλεμος θα όξυναν τις αντιθέσεις και θα δημιουργούσαν ρεύμα προς τ’ αριστερά. Και όταν γράφουμε αριστερά εννοούμε πως θα συγκροτείται με πυρήνα ένα επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα που φαίνεται να είναι ο μεγάλος απών από τις εκλογικές διεργασίες. Δε ζούμε στην εποχή που η Γαλλία ήταν ένα πολιτικό εργαστήρι ιδεών και θυμόμαστε καλά πως οι μεταλλαγμένοι ηγέτες του γαλλικού Μάη (Ντανιέλ Κον Μπετίτ – πράσινοι) ζητούσαν να βομβαρδιστεί η Σερβία, να συλληφθεί ο Μιλόσεβιτς.

Στο β’ γύρο των προεδρικών εκλογών οι φασίστες με κοστούμια θα ξεπεράσουν το 40%. Αυτό δε σημαίνει ότι το ψαλίδισμα του Μακρόν είναι αμελητέο, ακόμα και όταν η αγανάκτηση στρέφεται προς τα δεξιά (Ουγγαρία/Ορμπάν – Σερβία/Βούτσιτς). Φυσικά οι Γάλλοι ακροδεξιοί στράφηκαν αντισυστημικά βαφτίζοντας τον Μακρόν «πρόεδρο των πλουσίων», τρυγώντας τη λαϊκή οργή και αγανάκτηση. Το πεδίο των λαϊκών αναγκών και αιτημάτων μαζί με τον πόλεμο πρέπει να είναι το γήπεδο της λαϊκής πάλης. Ιδού πεδίον δόξης…