ΠΥΚΝΩΝΟΥΝ ΤΑ ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ

Το τελευταίο διάστημα συνεχίζονται να γίνονται πυκνά εργατικά ατυχήματα, που όχι μόνο δεν θα είχαν αποβεί μοιραία, αλλά θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί αν είχαν τηρηθεί μέτρα ασφαλείας.

Εργατικά ατυχήματα όπως της υπαλλήλου καθαριότητας στον Δήμο Ξυλόκαστρου που έχασε τη ζωή της, λόγω τροχαίου, την ώρα που πραγματοποιούσε την αποκομιδή απορριμμάτων στην παλαιά εθνική οδό Κορίνθου – Πατρών. Όπως του εργάτη σε οικοδομή στο κέντρο της Αθήνας, όπου από ελλιπή μέτρα ασφάλειας, στο εργοτάξιο πετάγανε μπάζα από το φρεάτιο του ασανσέρ από τον 8ο όροφο, αλλά το χωνί που ρυθμίζει την πορεία τους σταμάταγε στον 4ο και όχι στο ισόγειο, με αποτέλεσμα ένα κομμάτι μπετόν τον βρήκε στο σβέρκο και τον άφησε στον τόπο. Όπως των δύο εργαζόμενων στον τομέα αποχέτευσης της ΕΥΔΑΠ, που τραυματίστηκαν σοβαρά κατά τη διάρκεια εργασιών σε δρόμο του Χαϊδαρίου όταν διερχόμενη μηχανή έπεσε πάνω τους.

Σε αυτά και πολλά άλλα εργατικά ατυχήματα τα μέτρα ασφαλείας είναι από ανύπαρκτα έως, στην καλύτερη περίπτωση, ελλιπή. Όμως κατά τον υφυπουργό Εργασίας, Π. Τσακλόγλου, αποτελούν μέρος του εργασιακού βίου, μιας όπως δήλωσε: «Καμία χώρα στον κόσμο, όσο αναπτυγμένο κοινωνικό κράτος και αν έχει, όσο προστατευτική [η νομοθεσία] και αν είναι με τους εργαζομένους, δεν έχει καταφέρει να εξαλείψει τα εργατικά ατυχήματα», και συνέχισε προκλητικά ότι: «πραγματικά μακάρι να υπήρχε τρόπος να αποτραπούν όλα τα εργατικά ατυχήματα. Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν είναι εφικτό»…

Και πράγματι δεν είναι εφικτό, όταν υπάρχουν εργαζόμενοι, ακόμα και σε επίπεδο δήμων που βρίσκονται ανασφάλιστοι και σε εργασιακή κατάσταση μαύρης εργασίας. Σε αυτή την εργασιακή σχέση βρσκόταν και η εργαζόμενη του Δήμου Ξυλοκάστρου που έχασε τη ζωή της. Μάλιστα η δημοτική αρχή προσπάθησε να το αποκρύψει αναρτώντας ώρες μετά τον θάνατό της απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου που προσλαμβάνει για λίγες ημέρες τους εργαζόμενους που βρέθηκαν στο δυστύχημα.

Ο θάνατος της υπαλλήλου καθαριότητας υπήρξε και η αφορμή για τους εργαζόμενους στους ΟΤΑ να κηρύξουν πανελλαδική 24ωρη απεργία στις 17 Γενάρη ζητώντας μέτρα ασφαλείας και σημειώνοντας ότι τα τελευταία 8 χρόνια, σύμφωνα με τα όσα έχει καταγράψει η ίδια η Ομοσπονδία, στον κλάδο έχουν σημειωθεί 64 θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα και 102 περιπτώσεις βαριά τραυματισμένων!

Δεν είναι εφικτό να περιοριστούν αυτά τα λεγόμενα εργατικά ατυχήματα όταν ο νόμος Χατζηδάκη μετατρέπει το ΣΕΠΕ (Σώμα ΕΠιθεώρησης Εργασίας) σε διακοσμητικό στοιχείο, υποστελεχωμένο και πολλές φορές με εργαζόμενους που δεν έχουν τις ανάλογες γνώσεις για τα μέτρα προστασίας που προβλέπονται.

Ταυτόχρονα, τόσο η εργοδοσία όσο και η κυβέρνηση στον βωμό τους κέρδους εντατικοποιούν την εργασία στους περισσότερους χώρους εργασίας, δεν προσλαμβάνουν το απαραίτητο προσωπικό και εφαρμόζουν είτε πλημμελώς είτε και καθόλου μέτρα προστασίας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν τόσο ο τραυματισμός των εργαζομένων της ΕΥΔΑΠ στο Χαϊδάρι, που σύμφωνα με καταγγελίες, σε τέτοιου είδους εργασίες απαιτείται να υπάρχει επιπλέον προσωπικό για την ομαλή και ασφαλή εκτροπή της κυκλοφορίας και τοποθετημένος φωτεινός φάρος, που δεν υπήρχαν, όσο και ο θάνατος του εργαζομένου στην οικοδομή στο κέντρο της Αθήνας, όπου το ΣΕΠΕ έστειλε άπειρους εμπειρογνώμονες για τον έλεγχο των μέτρων ασφαλείας.

Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά οι μεγάλοι συνδικαλιστικοί φορείς με κορυφαία τη ΓΣΕΕ το πολύ-πολύ να βγάλουν μια μικρή ανακοίνωση. Καμία σκέψη για κινητοποίηση ενάντια σε αυτήν την κατάσταση, αφήνοντας την εργοδοσία να αλωνίζει και την κυβέρνηση να θεωρεί τα εργατικά ατυχήματα δεδομένα. Όμως δεν είναι και δεν θα έπρεπε να είναι μέρος της εργασιακής πραγματικότητας. Η μαζική και συντονισμένη πάλη και η πίεση στην κυβέρνηση να παρθούν νόμοι για την ασφάλεια στους χώρους δουλειάς, η ενίσχυση σε ανθρώπινο δυναμικό του ΣΕΠΕ και η κατάργηση των αντεργατικών νόμων θα κάνουν εφικτή την ελαχιστοποίηση των εργατικών ατυχημάτων.